Further tags

Εκ των γαμώ και αυτοκίνητο. Μεταξύ άλλων υποδηλοί:

  • Φοβερό... γαμώ τα αυτοκίνητα!
  • Αυτοκίνητο ιδανικό για ερωτικές περιπτύξεις,
  • Γαμημένο αυτοκίνητο (μαλάκας οδηγός) που σου κάνει σφήνα,
  • Αυτοκίνητο που οι καμπύλες του θυμίζουν γκόμενα,
  • Αυτό που ψιθυρίζει ο αλλοδαπός στα φανάρια που δεν τον αφήνεις να σου πλύνει τα τζάμια,
  • το αυτοκίνητο στην Ελλάδα μετά την ανατίμηση της βενζίνης.

- Έχω gamauto, πάμε μια βόλτα ;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λογοπαίγνιο με το όνομα του γνωστού μοντέλου της Nissan (Micra) για να προσδιορίσουμε την πραγματική αξία του συγκεκριμένου αυτοκινήτου.

- Άντε ρε...βιάζομαι, πήγαινε λίγο πιο γρήγορα!
- Τι θες ρε μ****α;!;!; Nissan Picra έχω...όχι Ζ4!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πανεπιστήμιο ή άλλο εκπαιδευτικό ίδρυμα της αλλοδαπής εντελώς ανυπόληπτο, που δεν χαίρει ουδεμίας εκτιμήσεως, ούτε σε ακαδημαϊκούς κύκλους, αλλά ούτε και στην αγορά εργασίας.

Η αξία του δηλαδή είναι για τον πούτσο εξ ου και το δεύτερο συνθετικό της λέξης (worth, αγγλιστί αξίζω.)

- Ρε συ πού να 'ναι ο Μάκης; Να το πήρε το πτυχίο από το Imperial;
- Ποιο Imperial ρε μαλάκα; Σε ένα University of Poutsworth τον έχει γράψει η μάνα του και άμα το βγάλει και αυτό, εγώ θα κάτσω να με γαμήσεις.

(από σφυρίζων, 19/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που αφορά spam, που έρχεται σε απρόσκλητη επικοινωνία, συνήθως με σκοπό τις πωλήσεις ή την προώθηση ιδεών. Ενοχλητικός, γλοιώδης, 80s απατεώνας.

Είναι Spamστικό να μου υποδεικνύει κάποιος τι να αγοράσω.

βλ. και σπαμστικός, σπαμαρχίδας, σπαμεράς

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

To Thesaurus Linguae Graecae (TLG) («Θησαυρός της Ελληνικής Γλώσσας») είναι πρόγραμμα που περιέχει όλα τα κείμενα της ελληνικής γλώσσας από τον Όμηρο ως τον 15ο αιώνα και έχει χαρακτηριστεί ως η ηλεκτρονική κιβωτός του ασύλληπτου πλούτου της γλώσσας μας, ένα μνημείο για τον Ελληνισμό. Το Thesaurus Slanguae Graecae (TSG) δεν είναι άλλο απ' το slang.gr, και είναι η νέα κιβωτός και παρακαταθήκη του ασύλληπτου μεγαλείου και όλβου της ελληνικής σλανγκ.

- Ρε συ Επαμεινώνδα, όπως διάβαζα χτες Ηλία Πετρόπουλο, βρήκα κάμποσες άγνωστες λέξεις.
- Μπες στο TSG, τι κάθεσαι;
- Έλα μου ντε...
- Κι εγώ χτες που πόσταρα στο bourdela.com δεν μπορούσα να καταλάβω τους όρους ενός μπουρδελιάρη, αλλά μ' ένα κλικ στο TSG, έλυσα τις απορίες μου κι επανήλθα δριμύτερος...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το remote control της TV όταν για κάποιο λόγο (πτώση, εξάντληση μπαταριών) το μόνο που κάνει ειναι να απενεργοποιεί την TV, ή απλά το remote control στα coolίστικα.

- Ρε μαλάκα έχει «Lost», πιάσε το TV-σβηστρόλ να το δούμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για αστεϊστική αντωνυμία του waterproof (αδιάβροχο).

Από το αγγλικό water (νερό) και το ρουφάω.

- Πήγα χθες παραλία και ξέχασα ο μπινές να βγάλω το ρολόι μου...
- Και; Τι έγινε; Χάλασε;
- Γαμησέ τα. Wateρουφ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο φράκτης που η επιφάνεια του δεν είναι λεία, κοινώς η μάντρα.

- Πού χτύπησες;
- Άσε... Την ώρα του σεισμού πανικοβλήθηκα και πήδησα τον αγριόφρακτο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το γεράκι λέγεται αερογάμης επειδή έχει την ικανότητα να στέκεται ακίνητο στον αέρα όταν φυσάει δυνατά με ανοιχτά τα φτερά και μοιάζει σα να γαμάει τον αέρα!

Κοίτα Μήτσο τον αερογάμη πόση ώρα είναι ακίνητος!

Δες και κιρκινέζι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πλαστικό φυτό που βρίσκεται σε κάποια γωνία δημόσιας υπηρεσίας και υποτίθεται πως κάνει πιο ευχάριστο τον χώρο. Τις περισσότερες φορές συνυπάρχει με μια μεγάλη αφίσα από το ναυάγιο' στη Ζάκυνθο ή κάποια παραλία της Λευκάδας.

- Βρήκα ένα αθλιόφυτο καταπληκτικό χτες, καιρός να πετάξουμε αυτό και να πάρουμε ένα καινούργιο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified