Further tags

Ο έχων εξαιρετικά μικρό πέος.

— Πώς πήγε χτες το βράδυ με τον Μάκη;
— Άσ΄τα Νίτσα μου, τζάμπα η αναμονή... Όλα καλά στην αρχή, με πήγε στο καλό εστιατόριο, με τα ακριβά κρασιά, μετά για ποτό στο Galaxy... Αλλά... όταν πήγαμε στο σπίτι του και αρχίζουμε τα διάφορα, βγάζει κάποια στιγμή το παντελόνι και τι να δω; Μια σταλιά... Λιλιπούτσειος, σου λέω Νίτσα μου... Λιλιπούτσειος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που την έχει μικρή.

Καλά να είμαι τόσο γκαντέμω ρε γαμώτο; Να είναι μαύρος και να μου βγει λιλιπούτσειος;!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λόχος Υποστήριξης Τάγματος.

Σε κάθε μηχανοκίνητο τάγμα ο λόχος που προορίζονται οι χειριστές των βαρέων όπλων του τάγματος (όλμοι, Α/Τ κλπ).

Επειδή πολλές φορές χρεώνονται όλο το χώσιμο των αγγαρειών υποτιμητικά αποκαλείται απο τις σειρές Λόχος Υπερβολικής Ταχύτητας.

-Σε ποιon λόχο σε τοποθέτησαν νέο;
-Στο Λ.Υ.Τ.
-Ετοιμάσου για τρέξιμο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τύπος ο πολλά βαρύς, με τα μαύρα γυαλιά μέρα νύχτα που όλο γαμάει και πλακώνει στο ξύλο όποιον βρεθεί μπροστά του. Η λέξη αποτελεί παράφραση της παλιάς παιδικής σειράς κινουμένων σχεδίων «Τάο-Τάο».

Μετά ήρθε κι ο αδερφός της ο γαμάω-τάω και μου ζητούσε και τα ρέστα.

Got a better definition? Add it!

Published

Στην πολεμική αεροπορία σημαίνει Σμήνος Επιχειρησιακής Υποστήριξης.
Για τους υπόλοιπους στρατιώτες: Σμήνος Ευαίσθητων Υπάρξεων.

- Κοίτα το βύσμα, υπηρέτησε σε Σμήνος Επιχειρησιακής Υποστήριξης και νομίζει ότι έκανε στρατό! - Να λες καλύτερα ότι ήταν σε Σμήνος Ευαίσθητων Υπάρξεων ο ρεζίλης!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοροϊδευτικά για την πολεμική αεροπορία, η Μοίρα Προστασίας Αεροδρομίου.

Παραφράζεται ως Μοίρα Πλήρους Αναπάυσεως.

Υπηρέτησα σε Μοίρα Προστασίας Αεροδρομίου! Τι λες ρε μάχιμε! Ησουν σε Μοίρα Πλήρους Αναπάυσεως;

Got a better definition? Add it!

Published

Στον στρατό, κοροϊδευτικά τα αρχικά της Πολεμικής Αεροπορίας, παραφρασμένα σε Ποτέ Αγγαρεία.

-Πού έκανες τη θητεία σου;
-Ημουν στην Πολεμική Αεροπορία. -Βύσμα! Ποτέ Αγγαρεία!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο στρατιώτης που έχει υπηρεσία στην κεντρική πύλη του στρατοπέδου.

Δημητρίου βγήκαν οι υπηρεσίες και είσαι πυλάτος 10.00 - 12.00.

Got a better definition? Add it!

Published

Στον στρατό, η μονάδα που είναι πολύ «εύκολη», δεν έχει πολλές αγγαρείες, έχει καλή διοίκηση, και γενικά περνάνε καλά όλοι οι φαντάροι.

Πολύ τυχερός ο Γιώργος, υπηρετεί με απόσπαση σε μια μικρή μονάδα που έχει μόνο μια σκοπιά και το φαγητό τους το φέρνουν απο άλλο στρατόπεδο. Και ο διοικητής τους έχει όλους μία-μία. Εντελώς χυμείο δηλαδή!

Εκ του χύμα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που είναι όλο μα και μου, ο δήθεν, αυτός που είναι μόνο λόγια αλλά στην πράξη τίποτα.

- Πάμε ρε σήμερα στα μπουζούκια;
- Όχι ρε βαριέμαι...
- Τι βαριέσαι ρε; Όλο λες να πάμε και τώρα μου δίνεις άκυρο! Μαμελούκε!

"Μαμελούκοι στρατιώτες" από τον Fransisco Goya (από Hank, 04/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified