Συγκριτικός βαθμός του (ουσ.) σανό, το, ήτοι η γνωστή αγελαδοτροφή.
Χρησιμοποιείται στη φράση: Άντε, και σανότερα (και εις ανώτερα)
- Φέτος λόγω 5ετίας, πήρα προαγωγή σε ανθυποτίποτα...
- Και σανότερα!
Συγκριτικός βαθμός του (ουσ.) σανό, το, ήτοι η γνωστή αγελαδοτροφή.
Χρησιμοποιείται στη φράση: Άντε, και σανότερα (και εις ανώτερα)
- Φέτος λόγω 5ετίας, πήρα προαγωγή σε ανθυποτίποτα...
- Και σανότερα!
Got a better definition? Add it!
Και καταλαβερδούγκος.
Λατέρνατιβ τρόπος για να πούμε το «κατάλαβες» με ένα τόνο εξωτικό, latino, χαριτωμένο, αλλά και κάργα ειρωνικό. Μυρίζει λίγο βαρβατίλα αλλά και μαγκιά...
Από εδώ: «...γιατι εισαστε πιο ωραιοι και πιο ξυπνιοι απο μας αλλά γιατι εμεις σας εκλεξαμε και σας δωσαμε αδεια να μας εκπροσωπησετε για τετοιου ειδους προσβασεις αλλά και διεκδικησεις. Διεκδικησεις με μοναδικο σκοπο το οφελος της Φ.Α. και της Εκπαιδευσης. Kαταλαβαρδούγκος, που λενε και στο χωριο μου;»
- Ρε συ Jesus, αυτή η μεναγκό είναι τουλάχιστο 2,45 DEU σε firepower capacity ίσο με 354,2 πεοχιλιόμετρα! Καταλαβερδούγκος;
- Ρε δάσκαλε, άστα ξανθά... Εν'γκατάλαβα τίποτα...
- Nα διαβάζεις slang.edu, και θα δεις!
Got a better definition? Add it!
Σύνθεση δύο ανεξάρτητων βου-που-δοσλανγκικών εκφράσεων των αρχών της δεκαετίας του 90. Η 1η «τα λέμπελ» εχρησιμοποιείτο για καθορισμό σημείου συνάντησης της μαθητιώσας νεολαίας έξω από το γνωστό συνώνυμο φαστφουντάδικο της Αγ. Παρασκευής, ως σύντμηση της φράσης «τα λέμε στα λέμπελ». Η 2η προέρχεται από τον γνωστό και μη εξαιρετέο αγγλικό τύπο «σι γιου λέιζερ», του οποίου η σημασία είναι προφανής και δεν κρίνεται σκόπιμη η πλήρης ανάπτυξή της στο παρόν πεδίον.
Ως εκ τούτου, η φράση «θα βρεθούμε ύστερα έξω από τα λέμπελ» υποκαθίσταται , πολύ χαριτωμένα θα έλεγα (φαντάσου να το λέει ένα 16χρονο καβλοράπανο έξω από το ντηρί, τότε; ε; ε;) από το «τα λέμπελ λέιζερ».
- Μάριον; Πού είσαι μωρύ; Σε ψάχνω!
- Άσε μωρύ μαλάκω, ο γέρος μου με έχει φρικάρει τελείως! Τέσπα, άμα ξεμπερδέψω, τα λέμπελ λέιζερ...
βλ και τα λέμε λέιζερ
Got a better definition? Add it!
Τουλάχιστον. Προσδίδει γελοιότητα στο λόγο. Θεωρείται ίδιας συνομοταξίας με το «λουκλάνικο», το οποίο δράττομαι της ευκαιρίας να καταδικάσω ως κακόγουστη λέξη.
- Ψήνεσαι να βγούμε να πιούμε την ποτάρα μας;
- Άσε ρε, βαριέμαι. Πού να βγαίνουμε τώρα...
- Έλα μωρέ. Να πιούμε ένα ποτάκι τουλάστιχον...
Δες και Tούλα, χύσ' το! και αρκούδως.
Got a better definition? Add it!
Χρησιμοποιείται κυρίως στο internet σαν εκφρασή αντί του έλεος.
kala ti mlks leei o allos twra? eleorrrr!!!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ένας κάπως πιο μουράτος (υποτίθεται) τρόπος να απαντήσεις σε ένα τηλεφώνημα ή σε μια πόρτα που χτυπάει αντί του ορθότερου εμπρός.
Ντρρίιιιιν!!!
- Μπρονξ;
Got a better definition? Add it!
Παραδείγματος χάριν.
-Τι δουλειά κάνει ένα πεύκο;
-Παραμοσχάρι τίποτα...
Got a better definition? Add it!
Προέρχεται απο το Ιταλικό «Ciao» και δηλώνει χαιρετισμό.
Έφυγα, άντε τσίου!
Got a better definition? Add it!
Αποχαιρετισμός σαν το «τα λέμε», αλλά πιο μάγκικος.
Φεύγω, πάω για καφέ με τον Νίκο. Τα λέγαμε.
Got a better definition? Add it!