Ισπανικά και κλαρίνο, δηλαδή, βυζομαλακία και τσιμπούκι, είναι το δίπτυχο μόρφωσης και καλλιέργειας των θηλέων νέας κοπής που βρίσκεται στον αντίποδα του «γαλλικά και πιάνο» (ενώ είναι συνώνυμο του σλανγκοπολιτογραφημένου ειρωνικού με γαλλικά και πιάνο). Στα διαδίχτυα η φράση κυκλοφοράει κυρίως σε συμφραζούμενα μιζερομίζερων ανδρών που ξιφουκλούν επειδή τα καλά κορίτσια όταν μεγαλώσουν εξελίσσονται εις πουτάνας.

Αυτό που μου αρέσει στην έκφραση είναι ότι ακόμα κι αν αφαιρέσεις τα σεξουαλικά νοήματα μια χαρά στέκει ως περιγραφή ενός λατέρνατιβ λαϊφο-στάιλ.

- Αυτή μεγάλωσε με γαλλικά και πιάνο αλλά με το που πήγε φοιτήτρια το γύρισε σε ισπανικά και κλαρίνο. - Θες να πεις ότι όταν πέρασε Γιάννενα ανακάλυψε την ηπειρώτικη ρίζα μέσα της, αλλά πήγε εράσμους για να βελτιώσει τη γλώσσα;

(από Khan, 01/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από αρχαιοτάτων χρόνων, γενεαί Ελλαδιστανών γλειψιματιώνε τελειοποίησαν την ευγενή πρακτική του γλείφτινγκ (ή, μπρουταλιστί, κωλογλjείφτινγκ).

Όταν οι Έλληνες έγραφαν «Ἐρωτηθείς τις (ο Αντισθένης), εἰ χαλεπώτερόν ἐστιν εἰς κόρακας ἢ εἰς κόλακας πεσεῖν· 'Εἰς κόλακας', ἔφη· 'οἱ γὰρ κόρακες τὰ τῶν τεθνεώτων σώματα διαφθείρουσιν, οἱ δὲ κόλακες τὰς τῶν ζώντων ψυχάς'», οι αγαθοψώληδες πρόγονοι του Γκαίτε επεδίδοντο στην αυτοκοπροφαγία.

Πέον να σημειωθεί ότι το λήμμαν περιγράφει και την προσφιλή πρακτική του προφορικού έρωτα. Και στις δύο περιπτώσεις, πρόκειται για λολοπαίγνιο εκ του γλείφτης και του γαμοσλανγκοεπιθήματος -ινγκ.

Ακολουθεί μουσικό διάλειμμα:

♪♫Αααα, ααα γλειφτετέλι αμάν αμάν γιάλελελι...♪♫

♪♫If you like γλειφο κωλάδαs
τσανακογλjείφτ in the rain...
♪♫

Συνεχίζουμε την κανονική καταρροή του προγράμματός μας.

Όπως σχολίασε συναγωνιστής κάβουρας, το λήμμαν χρησιμοποιείται και ως σαχλολοπαίγνιο για το λίφτινγκ ή ρυτιδεκτομία επί το αρχαιοκαυλέστερον. Ίσως με το υπονοούμενο ότι το τελικό αισθητικό αποτέλεσμα θυμίζει βοϊδογλειψιά.

Σ.σ. προς τα σλανγκαρχίδια τση παρέας: κατά την ανάρτηση του λήμματος αυτούνου, 90% των γουγλοχτυπημάτων έδιναν την μορφή γλύφτινγκ. Είμεθα έθνος ανορθογραφιστών.

Πάσα από το ΔουΠού και συμβολή στον ορισμό: Κχάνος.

- Στην πλειοψηφία σας, οι περισσότεροι είστε κομματικοί χαφιέδες. Εξαιρούνται μερικοί από τους ελεύθερους επαγγελματίες . Οι υπόλοιποι κρατοδίαιτοι κάνουν καριέρα μόνο στο γλύφτινγκ

- Για σοβαρευτείτε λεώ εγώ! Είπαμε καλό το γλύφτινγκ, τα ρουσφέτια και τα προσωπικά συμφέροντα αλλά όλοι στην ίδια χώρα ζούμε και όλοι μαζί θα βουλιάξουμε!!!

- Αν είσαι εχέμυθη, ώριμη και ματσό και θέλεις να χαλαρώσεις και να ξεφύγεις λίγο από το στρες της καθημερινότητας, τότε έχω αυτό που θέλεις κάνω μασάζ σιάτσου, φίστινγκ, γλείφτινγκ, σιγκαπούριαν στον δικό σας χώρο ή στον δικό μου ευπρεπή και πολιτισμένο χώρο. τιμή συζητήσιμη

- ΝΑΙ...ΣΟΥ ΦΑΊΝΕΤΑΙ, ΑΣΠΡΙΣΑΝ ΤΑ ΜΑΛΙΑ ΣΟΥ ΚΑΙ ΕΚΑΝΕΣ ΚΑΙ ΓΛΕΙΦΤΙΝΓΚ, ΑΣΤΑ ΑΥΤΑ...ΓΑΜΠΡΟ ΒΡΗΚΕΣ;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βιταμίνη G: Η βιταμίνη της σεξουαλικής δραστηριότητας, κυρίως στοματικής.

Βρίσκεται σε ερωτογόνα σημεία, τα επονομαζόμενα «σημεία G» του ανθρώπου και προσλαμβάνεται από τον ερωτικό παρτενέρ, κυρίως από το στόμα, με την λειχία των σημείων αυτών και με κατάποση των διαφόρων οργανικών παραγώγων τους και λιγότερο από τα γεννητικά όργανα (μέσω της τριβής μεταξύ των σημείων G των δύο ερωτοτροπούντων, μπορούν να μεταφέρονται μικρότερες ποσότητες της βιταμίνης, απ' ότι δια στόματος).

Μακροχρόνια έλλειψη βιταμίνης G εμφανίζει συμπτώματα όπως, άσπρισμα μαλλιών και τριχόπτωση, νευρωτικούς σπασμούς, τραύλισμα, εκνευρισμό κ.α. Συνώνυμο της έλλειψης βιταμίνης G: η αγαμία.

Η μερική έλλειψη βιταμίνης G εμφανίζεται όταν η σεξουαλική πράξη καταντά ανιαρή, καθότι ο παρτενέρ του πλήττοντος δεν ανταποκρίνεται στη φαντασία του και στις ανάγκες του και τον αφήνει να τα κάνει όλα μόνος του και κουράζεται, επομένως δεν αφομοιώνει ο οργανισμός σωστά τη βιταμίνη.

  1. - Φίλε, κάτι πρέπει να κάνουμε φέτος, έφτασα 35 και ακόμα προσπαθώ να ρίξω κανένα πιτσιρίκι, αλλά με ζορίζουνε, δεν μου κάθονται εύκολα, θέλουν χρόνο [κουλουπού]...

  2. - Φίλε, κάνε κάτι διότι έχεις έλλειψη βιταμίνης G και αυτό φαίνεται στη συμπεριφορά σου... Έχει αγριέψει το πρόσωπό σου. Κυνήγα καμιά θεία, που δεν θα σε δυσκολέψει και θα έχει και τις ίδιες απαιτήσεις με σένα, μπας και εξομαλυνθεί η λειτουργία του οργανισμού σου και ηρεμήσεις λίγο...

Προσαρμόζοντας το β παράδειγμα// Φίλε Γρηγόρη, έχεις έλλειψη βιταμίνης G , έχει αγριέψει το πρόσωπο σου... (από GATZMAN, 13/09/10)(από Τσακ εις την μέσην, 25/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αποτρεπτικό για άρρενες εφήβους. Χρησιμοποιείται για να φοβερίσει τους πρωτάρηδες και να τους δυσχεράνει την επίδοση στο άθλημα. Δημιουργεί ψυχολογικά τραύματα στην σχέση τους με τον έρωτα και δη τον στοματικόν και το γυναικείο φύλο, γενικότερα.

Αποτελεί ένα από τα πιο σκληρά γκρανγκινιόλ σεξ σποτς. Δεν βλέπεται. Αν δεν τον θέλετε, κυρία μου, αν σας ενοχλεί, ξαμολήστε το! Χωρίς αναστολές!

Αντί να ρίχνουν «αντι-διεγερτικά» στο γάλα των στρατευμένων, θα μπορούσαν οι σιτιστές να το παίζουν στο κψμ.

Ο Γιώργος γυρίζει από τη σκοπιά, 2ο νούμερο, κομμάτια, και ξαπλώνει στο κάτω κρεβάτι, ενώ στο πάνω κοιμάται ο συνάδελφός του, Κώστας. Εκεί που ο Γιώργος πάει να χαλαρώσει και εκκρίνει τις πρώτες ενδορφίνες, ξαφνικά νοιώθει να κουνιέται το κρεβάτι και να ακούει ένα κρίτσι-κρίτσι.
«Κώστα;» λέει.
«Έλα.» απαντάει ο Κώστας.
«Όταν η Φωτεινή πιπιλεί, η Όλγα τρέμει», λέει ο Γιώργος.
«Ααααα, πανάθεμά σε!» πετάγεται ο Κώστας και τρέχει κατευθείαν για τις τουαλέτες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η «ωραία του Πέραν» είναι ένα κλασικό ρομαντικό μυθιστόρημα του Δημήτριου Παπαδόπουλου-Τυμφρηστού, που είχε γίνει μπεστ-σέλερ στην δεκαετία του 1920.

Το Πέραν είναι προάστιο της Κωνσταντινούπολης. Εκεί ζούσε η «ωραία του Πέραν», που έβρεχε με τα δάκρυά της τις επιστολές του εραστή της κι εκείνος μάζευε τα ματωμένα ροδοπέταλα που αυτή σκορπούσε στα νερά του Βοσπόρου. Η ωραία του Πέραν ήταν πλούσια με παραμυθένια ομορφιά κι εκείνος ένας φτωχός νέος. Η αγάπη τους συνάντησε πολλά εμπόδια και το τέλος της ήταν δραματικό. Ήταν ένα ερωτικό μυθιστόρημα πυκνό σε δραματικά γεγονότα με ίντριγκες και θανάσιμη ζήλεια, που οι ήρωες αυτοκτονούν ή χάνουν τα λογικά τους. Ερωτικές συναντήσεις μέσα στη νύχτα σε ανθισμένους κήπους και μπουκαλάκια με δηλητήριο συνέθεσαν το μελό που έκανε χιλιάδες ζευγάρια μάτια να δακρύσουν.

Έγινε ταινία απ' τον Ορέστη Λάσκο και παρωδία ως «η Ωραία των Αθηνών» με την αείμνηστη Γεωργία Βασιλειάδου.

Ύστερα από την ανακάλυψη του συντρόφου Βράσταμαν ότι υπάρχει προάστιο της Άγκυρας με ονομασία «Τσιμπούκ», φαντάζομαι ότι μπορεί να γίνει ένα σλανγκικό update της φράσης με ηρωίδα μια καλίστομο μοιραία κάτοικο του Τσιμπούκ, που θα αριστεύει στο φεστιβάλ Τσιμπούκ (βλ. μύδια λήμματος τσιμπούκι). Η «ωραία του Τσιμπούκ», μούσα εκατοντάδων Σλάνγκων Δράκων θα γίνει το μπεστ-σέλλερ των 00ς, που θα κάνει χιλιάδες σλανγκιστές να χύσουν... δάκρυα για την μοίρα της άτυχης κορασίδος.

Μένιος: Είμαι καρδιοχτυπημένος!
Γιώργος: Και ποια είναι η τυχερή;
Μ.: Τι να σου λέω; Είναι μια οπτασία, μια Μούσα, μια χίμαιρα! Θα μπορούσα να περάσω μερόνυχτα κάτω απ' το παραθύρι της να της ψέλνω καντάδες!
Γ.: Τι μου λες ρε συ; Λες και είναι «η ωραία του Περάν»!
Μ.: «Η ωραία του Τσιμπούκ», πες καλύτερα! Για την Λάουρα σου μιλάω τόση ώρα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως γνωστόν τοις πάσι, υπάρχουν γυναίκαι αι οποίαι ύστερα από πεολειχίαν θέλουν να ασπαστούν στο στόμα το σύντροφό τους μετά πάθους. Τοιαύτη κατηγορία γυναικών λέγεται «Φιλοπίππου», κατά το (λόφο) Φιλοπάππου.

Φαίδων: «Ώστε συνευρεθήκατε σεξουαλικώς μετά του γκομενακίου το οποίο σου συνέστησα; Εύγε! Πώς ήτο;»
Αρμόλαος: «Φρικτά λέγω! Ήλαβον μου πίπα, ετελείωσα, πτύει και ύστερον ήθελε να με ασπαστεί στο στόμα! Αίσχος λέγω!»
Φαίδων: «... όντως αίσχος!»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ευφυέστατο διαφημιστικό σλόγκαν της πίπας Νταιάνα τη δεκαετία του '70.

- Θα επιστρέψουμε στην εκπομπή μας «Εκκλησία και νέοι» μετά το σύντομο διαφημιστικό διάλειμμα.
(Αρχίζει η διαφήμιση της πίπας Νταιάνα)
«Για να σταματήσετε να τον παίρνετε από πίσω πάρτε του μία πίπα... μια πίπα Herb.»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified