Στην ποδοσφαιροσλάνγκ, είναι παρομοίωση για την ομάδα που παίζει πολύ καλά. Το γήπεδο αποκτά την ανάλογη κλίση ώστε όποιο σουτ και να βαρέσουν μπαίνει. (Δες).
Είχε κατηφόρα χθες στη Λεωφόρο!
Στην ποδοσφαιροσλάνγκ, είναι παρομοίωση για την ομάδα που παίζει πολύ καλά. Το γήπεδο αποκτά την ανάλογη κλίση ώστε όποιο σουτ και να βαρέσουν μπαίνει. (Δες).
Είχε κατηφόρα χθες στη Λεωφόρο!
Got a better definition? Add it!
Ο ευνοϊκός διαιτητής. (Δες).
Άντε να κληρωθούν καλοσφυρίχτρες, γιατί θα τους χρειαστούμε.
Got a better definition? Add it!
Το κύπελλο στην ποδοσφαιροσλάνγκ.
Άντε να το πάρουμε το τιμημένο το κατσαρόλι να πάμε σπίτια μας.
Got a better definition? Add it!
Στην ποδοσφαιροσλάνγκ, αυτός που βάζει γκολ στο 90ο λεπτό, διαψεύδοντας κάθε προσδοκία των αντιπάλων. Βέβαια ήρωας χαρακτηρίζεται και ο τερματοφύλακας που έπιασε πέναλτι, ο σέντερ-μπακ που έβγαλε τον αγώνα με ματωμένο κεφάλι. (Δες).
Άπιαστος ο ήρωας έχωσε γκολάρα στο πέμπτο λεπτό των καθυστερήσεων!
Got a better definition? Add it!
Το γήπεδο στο οποίο γίνεται χαμός και επεισόδια, αντώνυμο: εκκλησία.
Χάσαμε με ένα γκολ διαφορά, αλλά άμα έρθουνε στη ζούγκλα στον επαναληπτικό θα είναι αλλιώς.
Got a better definition? Add it!
Στην ποδοσφαιροσλάνγκ είναι ο τερματοφύλακας που ξέρει να διώχνει τα γκολ.
Χρειαζόμαστε γάτο στην ομάδα όχι γατάκι!
Got a better definition? Add it!
Λάθος με cult value όπως αρεοπλάνο, Oυραγουάη κλπ. (Δες).
Πραγματοποίησε απέκρουση ο τερματοφύλαξ!
Got a better definition? Add it!
Στην ποδοσφαιροσλάνγκ είναι το παιχνίδι που έχει μέχρι δύο γκολ. Εκ του αγγλικού under = κάτω.
Φίλε αντεράκι το ματς, είναι βέβαιο. (Εδώ).
Got a better definition? Add it!
Got a better definition? Add it!
Το "Εμμανουέλα" σε πρώτη ανάγνωση παραπέμπει σε μια γυναίκα ψωλού σε βαθμό εκπόρνευσης. Όμως ο γνήσιος σλανγκιάρης* γυμνοσάλιαγκας της ασφάλτου το χρησιμοποιεί για να πειράξει ή να μειώσει αρσενικά είτε για κάποια αντιαρσενική τους ενέργεια είτε εντελώς αυθαίρετα για τον ανδρισμό τους.
Συνώνυμα/σπέκια: πουστάρα, πουσταρά, πουστράτζα, (κωλ)αδερφή, πούστη νέε, ξεκωλιάρη, γαμιόλη, ψωλορουφήχτρα, πιπαδόρε κτλπ.
Το "Εμμανουέλα" βέβαια είναι πιο ιδιαίτερο και χρησιμοποιείται κυρίως από μερακλήδες αστειάτορες μέσης ηλικίας με φωνή για ντάτσουν. Απαντάται συνήθως σε εξέδρες ποδοσφαιρικών ή μπασκετικών αγώνων, κυρίως από Β' εθνική και κάτω. Είναι εξάλλου μια λέξη που απαιτεί κοινό και ιδιαίτερη ατμόσφαιρα για να αξιοποιηθούν πλήρως οι δυνατότητες της.
Ο χαρακτηρισμός προέρχεται από τη σειρά ταινιών σοφτ πορνό "Emmanuelle" με την αψεγάδιαστη Ολλανδή και-παρθένα-και-πουτάνα Σίβλια Κριστέλ (28 Σεπτ. 1952 – 17 Oκτ. 2012)
*Το σλανγκιστής είναι πολύ ιντελεκτουέλ για τα συμφραζομενα
Σε αγώνα μπάσκετ β΄εθνικής από την εξέδρα:
-Ρε μαλάκα Σορώκο! Βγάλε τον έξω τον Υφαντή να πουμε! Τι κοιτάς μωρή Εμμανουέλα! Άντε και γαμήσου μωρή σημαδούρα!
Got a better definition? Add it!