Ο λαϊκός τύπος που έχει κάποιες τρέντυ πινελιές. Δεν χρησιμοποιείται υποτιμητικά, αλλά σαν χαιρετισμός μεταξύ φίλων που γνωρίζονται καλά μεταξύ τους.

Με την ίδια έννοια χρησιμοποιείται και το «τρεντάκος».

  1. - Τι κάνεις τρεντόπουλο, πώς πάει;

  2. - Έλα ρε τρεντάκο, πού χάθηκες;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νεολογισμός που σχηματίζεται από την αγγλική λέξη straight (εξελλην. στρέιτ) -> άμεσος, ευθύς, κατευθείαν, συν την κατάληξη -άδικος, και που χρησιμοποιείται για να δηλώσει τα εξής:

  1. (Μουσ.) Ρυθμός, ή σύνθεση, ή τρόπος παιξίματος μουσικού κομματιού (ασχέτως οργάνου) που χαρακτηρίζεται από ευθύτητα και αμεσότητα κατά τη σύλληψη και την εκτέλεση, που δεν εμπεριέχει περίτεχνα ή περίεργα γυρίσματα ή σπασίματα αλλά εξελίσσεται ευθύγραμμα και χαρακτηριστικά του μουσικού ιδιώματος στο οποίο ανήκει.

Ως στρεϊτάδικος δε χαρακτηρίζεται και ο ήχος μουσικού οργάνου που δεν περιλαμβάνει επεξεργασία, αλλά που είναι άμεσος και για μία ακόμη φορά χαρακτηριστικός του εκάστοτε μουσικού ιδιώματος (βλ. και καρφί).

  1. Ως στρεϊτάδικο αποκαλείται και ο χώρος ή το μέρος στο οποίο συχνάζουν άτομα ετεροφυλοφιλικών σεξουαλικών προτιμήσεων (βλ. στρέιτ).

  2. Ως στρεϊτάδες αποκαλούνται τόσο οι ετεροφυλόφιλοι σεξουαλικά άντρες (δεν συνηθίζεται ο χαρακτηρισμός στις ετεροφυλόφιλες γυναίκες), αλλά ακόμη περισσότερο οι θιασώτες της ιδεολογίας straight-edge ή στρέιτ-ετζ, στρέιτετζ.

(Όσον αφορά το μουσικό σκέλος του ορισμού, η διαδικτυακή έρευνα δυστυχώς δεν είχε αποτελέσματα. Οποιοσδήποτε γνωρίζει και μπορεί να συνεισφέρει για την τεκμηρίωση, ας τ' αναφέρει στα σχόλια. Πάντως, ο συντάκτης του παρόντος ακούει και χρησιμοποιεί το λήμμα με τον συγκεκριμένο ορισμό εδώ και χρόνια).

  1. «Έχεις λαλήσει εντελώς», τον ρώτησε ο Mike. «Πήγες να ψωνιστείς και να παίξεις σε redneck στρεϊτάδικο; Και στο δρόμο, οδηγώντας; Θα σε σκοτώσουν ή θα σε μαντρώσουν». (Εδώ)

  2. Μπαίνω σε σεσημασμένο στρειτάδικο. Ο Μάκης επιμένει ότι πέρυσι είδε «και κάτι τρελές» και ότι «δεν χρειάζεται να κάνεις παρέλαση. Είμαι αντίθετος με τον όρο γκέι, πιστεύω σ’ αυτά που προστάζει η φύση». Μα κι αυτό, προσταγή της φύσης δεν είναι; τον ρωτάω. Επιμένει. Ο Θάνος εργάζεται σε στρατιωτική υπηρεσία: «Δεν πιστεύω γενικά στις διαδηλώσεις. Πιο αποτελεσματικό θα ήταν ένα ψήφισμα». Πώς φαίνεται το επάγγελμα! (Εκεί)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σκανδιναβικής προελεύσεως ξανθός, τερατώδης, φοβιστικός, άρειος νεανίας ανω των 150 kgr, ύψους 2m και άνω, με μύες Σβαρτσενέγκερ και IQ 0,3 και κάτω!!!

  1. Την έπεσα σε μια σουηδέζα, αλλά είχε μαζί και ένα ούργκεν που με κυνηγούσε να με πλακώσει!!

  2. Πάω γυμναστήριο για να γίνω ούργκεν!!

  3. Φάε ενα ούργκεν!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το προϊόν της εταιρείας Burberry στα μάγκικα, είτε είναι τσάντα είτε άρωμα. Στη λέξη υπάρχει μια ιδέα ειρωνείας και περιφρόνησης για τα συγκεκριμένα προϊόντα, μάλλον επειδή είναι ακριβά (και κακάσχημα κττμγ. Είναι όλα ολόιδια!) και ως γνωστόν ότι δε φτάνει η αλεπού μπλα μπλα μπλα.

Χαρακτηριστικό των μπαρμπουριών είναι το σχέδιο τους. Σε όοοτι και να βγάζει θα έχει το σχέδιο και χρώμα του μηδιού 1. Και όμως ούτε αυτό αλλα ουτε και η υψηλή τους τιμή αποθαρρύνουν τα 15χρονα-την-έχω-δει-και-πολύ-ντίβα κοριτσάκια να τα αγοράζουν, όχι οτι οι μεγάλύτερες πάνε πίσω...

Δεν έχει καμία σχέση με την σταχτη και την μπούρμπερη.

  1. - Άτσα το Ελενάκι! Μας φόρεσε τα μπαρμπούρια σήμερα στο σχολείο...!
    - ...Άλλη μια ψωνισμένη μπαζοπαρτολάρα...

  2. - ΓΥΝΑΙΚΑ!!! ΓΑΜΩΤΟ! ΠΟΥ ΠΗΓΑΝΕ ΤΑ 400 ΕΥΡΩ;!;!;!
    - Πήρα ενα φορεματάκι πολύ ωραίο! Να κοίτα!
    - (βλέπει το προαναφερθέν σχέδιο) ΓΑΜΩ ΤΑ ΜΠΑΡΜΠΟΥΡΙΑ ΜΟΥ ΜΕΣΑ! ΘΑ ΣΟΥ ΚΟΝΤΥΝΩ ΤΗΝ ΑΛΥΣΙΔΑ ΤΗΣ ΚΟΥΖΙΝΑΣ ΝΑ ΜΗ ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΒΓΑΙΝΕΙΣ ΕΞΩ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται για να περιγράψει έναν άντρα ο οποίος είναι πολύ άσχημος. Η χρήση του θηλυκού γένους δεν ενδείκνυται (π.χ. τζουγκαζβίλενα ή τζουγκαζβίλισσα θεωρούνται άκυρα).

Η λέξη προέρχεται έπειτα από έμπνευση μέγιστου καλλιτέχνη, γνωστού ως sala-lala, ο οποίος βλέποντας μια φωτογραφία του Στάλιν –γνωστού μαμούχαλου– στο βιβλίο ιστορίας γενικής παιδείας της γ' λυκείου (και ενώ το κείμενο από κάτω απ' τη φωτό ανέφερε το πραγματικό όνομα του Στάλιν, το οποίο είναι Ιωσήφ Βιζαριόνοβιτς Τζουγκαζβίλι), αναφώνησε δείχνοντας προς τη φωτό: «ε, ο τζουγκαζβίλης

— Πω, πω τι γκόμενα είναι αυτή ρε μαλάκα;
— Άσε μας ρε τζουγκαζβίλη που θες και γκόμενα, κοίτα τη φάτσα σου να πούμε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για γκέι φυλή που χαρακτηρίζεται από πληθωρική σωματική διάπλαση, πολλή τριχοφυΐα, μούσι και γκαρνταρόμπα που περιλαμβάνει απαραιτήτως πουκάμισο - τραπεζομάντηλο ξυλοκόπου.

Μπαμπαρκούδοι (daddy bears) αποκαλούνται οι μεγαλόσωμοι αρκούδοι οι οποίοι θέλγονται από αρκουδάκια (cubs). αρκούδους δηλαδή μικρότερης ηλικίας ή μεγέθους. Πουστρόλυκοι (gay wolves) δε αποκαλούνται οι πιο μυώδεις και εκδρομικοί αρκούδοι.

Η σεξουαλική ιαχή του αρκούδου προς άλλον αρκούδο είναι «woof!» ή «γκρρ!»

Η υποκουλτούρα των αρκούδων ξεκίνησε στο Σαν Φρανσίσκο (πού αλλού;) στις αρχές των '80s από γκέι που ένιωθαν άβολα με το πρότυπο της γυμνασμένης και τριχοφοβικής πλην ντυμένης στην τρίχα αδελφής-συλφίδας. Στην Ελλάδα, συνειδητοποιημένοι αρκούδοι έκαναν το ντεμπούτο τους στα τέλη των '90s.

Εκ του αγγλικού bear.

Ασίστ: The slangus formerly known as Hank.

- Στην Ελλάδα οι αρκούδοι μαζεύονταν ατύπως στο Alecos Island Bar. Το 1998 (πραγματοποιήθηκε η) πρώτη προσπάθεια συσπείρωσης των ελλήνων αρκούδων, οργανώνοντας το πρώτο πάρτυ, τυπώνοντας μπλουζάκια και περιμένοντας ελάχιστο κόσμο - αλλά μαζεύτηκαν 200 άτομα. Ακολούθησαν δύο συναντήσεις και πάρτυ, την πρώτη Παρασκευή κάθε μήνα. Από το 2001 έγιναν μερικά bear in the sun πάρτυ, σε ξενοδοχεία κλεισμένα όλα από αρκούδους. Τα πάρτι κράτησαν περίπου 2 χρόνια, ύστερα το bear κίνημα έγινε πιο ιντερνετικό. (από εδώ)

- Ο gay χώρος έχει πολλάκις κατηγορηθεί για δουλική υποταγή στα κελεύσματα της μόδας. Το αμερικανικό πρότυπο του ωραίου gay άνδρα (και σταδιακά και του str8) τον θέλει μυώδη, άτριχο πατόκορφα και, βρέξει - χιονίσει, με εφαρμοστό T-shirt. Υπάρχουν όμως άνδρες που ακολουθούν διαφορετικά πρότυπα: οι bears (αρκούδοι στα καθ'ημάς) είναι gay άνδρες που δεν κατασκηνώνουν σε γυμναστήρια, εχουν κοιλίτσα και γενικά εγκαταλείπουν το πρότυπο του Μπραντ Πιτ στο βασίλειο του σελιλόιντ.
(Time Out Athens, Μάρτιος 2005)

Ο γουτσισμός μεταξύ αρκούδων ειναι εκ των ων ουκ άνευ... (από Vrastaman, 30/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ράστα αποκαλούνται στην Ελλάδα σλανγκιστί οι πλεξίδες (dreadlocks) που αφήνουν για θρησκευτικούς λόγους οι Ρασταφαριανοί, οι φίλοι της μουσικής ρέγγε, αλλά και πολλά τρέντι εθνίκια.

Εκ του Rastafarianism < Ρας Ταφάρι Μακόνεν, το κατά κόσμον όνομα του μακαρίτη Αυτοκράτορα της Αιθιοπίας Χαϊλέ Σελασιέ Α' που αποτελεί θεία ενσάρκωση για τους Ρασταφαριανούς.

-Στα ράστα ενός φίλου μου που ήταν πολλά και μακρυά κάνανε φωλιά κατσαρίδες!!

-Ένας φίλος με μακριά Ράστα είχε κρυμμένα μέσα 15g χόρτο και αφού τον σταμάτησε η αστυνομία και έψαξαν παντού (μέχρι και στην πίσω του τρύπα!) δεν το βρήκανε.

(από εδώ)

Η εμφάνιση αυτή πιστεύεται από τους ίδιους πως εναρμονίζεται με το εδάφιο 21:5 από το Λευιτικόν της Παλαιάς Διαθήκης («καὶ φαλάκρωμα οὐ ξυρηθήσεσθε τὴν κεφαλὴν ἐπὶ νεκρῷ καὶ τὴν ὄψιν τοῦ πώγωνος οὐ ξυρήσονται καὶ ἐπὶ τὰς σάρκας αὐτῶν οὐ κατατεμοῦσιν ἐντομίδας») και το εδάφιο 6:5 του Βιβλίου του Αριθμών («πάσας τὰς ἡμέρας τοῦ ἁγνισμοῦ ξυρὸν οὐκ ἐπελεύσεται ἐπὶ τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ, ἕως ἂν πληρωθῶσιν αἱ ἡμέραι, ὅσας ηὔξατο Κυρίῳ· ἅγιος ἔσται τρέφων κόμην τρίχα κεφαλῆς»), ενώ συχνά συνδέεται και με τη βιβλική αναφορά στις επτά «σειρές» της κεφαλής του Σαμψών (Κριταί, Κεφ. ΙΣΤ'.13).

(Βικούλα)

Dr Alimantado: πραγματικός Ράστα με "ράστα" (από Vrastaman, 22/04/09)Rita & Ziggy Marley στον Λευκό Οίκο :-) (από Vrastaman, 16/11/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος πέρα από την πρωταρχική σημασία του που αναφέρεται στο φατσοβιβλίο, μπορεί εύλογα να σλανγκιστεί και ως επιτατικό συνώνυμο του μπουκάκι.

Στα αμερικλάνικα Facebukkake σημαίνει τον καταιγισμό ντιριντάχτα ιδεών, ή υπερβολικά ναρκισσιστικών φωτογραφιών, δίκην μαζικής εκσπερμάτισης/ μαλακίας μέσω του Facebook. Μία από τις επιμέρους μορφές Facebukkake είναι όταν, αφού χωρίσεις, «λούζεις» τον μακαρίτη/ μακαρίτισσα με υπερβολικό αριθμό φωτογραφιών του πόσο σούπερ τέλεια περνάς με το νέο σου γκόμενο/ γκόμενα. Γενικότερα, όταν επιμένεις να ποστάρεις αυτοαναφορικές μαλακίες, που δεν ενδιαφέρουν κανέναν άλλο παρά μόνο την αυτοαπορρόφησή σου. Craborg

Ανυποψίαστος Σλάνγκος: Μάγκες, έχω κλείσει ραντεβού σήμερα με ένα τρελό πιπίνι φεϊσμπουκάκι, την γνώρισα στο φατσοβιβλίο, (πολύ καυτές φωτογραφίες), και τώρα είπαμε να συναντηθούμε, αλλά θα φέρει και κάποιους φίλους της.
Μυημένοι Σλάνγκοι: Χα χα χα! Μ.Α.Ο.!
Α.Σ.: Γιατί γελάτε ρε παιδιά, είπα κάτι αστείο;

(από Khan, 21/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το αγγλικό «multi-cultural», στα ελληνικά έχει αποδοθεί ως «πολυπολιτισμικός», αλλά ο ξενικός όρος διατηρεί την σλανγκική μαγεία του, καθώς θυμίζει φυλή της Αφρικής και ιστορίες για αγρίους. Για μεγαλύτερη σλανγκ αίσθηση λέμε και «μουλτι-κουλτουριάρης», το update του κουλτουριάρη και του σεπουλτουριάρη. Είναι ο κοσμοπολίτης, που του αρέσει να ζει σε μία πολυπολιτισμική κοινωνία και να γεύεται τα αγαθά πολλών πολιτισμών.

  1. Ήταν το μούλτι-κούλτι δελτίο ειδήσεων του «Δίεση» με τον Θεόφιλο Δουμάνη.

  2. Από μπλογκ:
    Φαίνεται πως ο όρος μούλτι-κούλτι είναι μόνον για “εξωτερική κατανάλωση”…
    Βέβαια, ο όρος “patchwork” δεν είναι απαραίτητα αρνητικός, αλλά…
    Διαβάζουμε στο λεξικό: patchwork [pAtshuerk] ουσ. συρραφή (ανομοιόχρωμων ή ανομοιογενών στοιχείων) # κουρελού # μτφ. συνονθύλευμα.
    [Και πάλι φαίνεται πως] Μια κουρελού κληρονομιά είναι το ζητούμενο για την αμερικανική ελίτ…
    Διότι, αν μη τι άλλο, αυτοί ξέρουν, για τι μιλάνε.
    Κι όπως έλεγε κι ένας σύντροφος [επίσης guilty by association]:
    «Πιπιλάμε σαν καραμέλα, χρησιμοποιώντας μια καθαρά διαφημιστική γλώσσα, τα περί άνθισης της “πολιτισμικής διαφορετικότητας”. Ποιός πολιτισμός; Δεν έχει απομείνει στάλα. Ούτε χριστιανικός, ούτε μουσουλμανικός, ούτε σοσιαλιστικός, ούτε επιστημονικός. Ας μη μιλάμε λοιπόν για κάτι πεθαμένο. Αν εξετάσουμε, έστω και στιγμιαία τα στοιχεία και την πραγματικότητα, βλέπουμε πως δεν έχει απομείνει τίποτα πέρα από την παγκόσμια-θεαματική (Αμερικάνικη) κατάρρευση κάθε κουλτούρας και πολιτισμού.»

  3. Μπλογκ θεατροκριτικής: Ίσως γι’ αυτό, σε όλες τις σύγχρονες παραστάσεις τραγωδίας, το λυρικό μέρος παραμένει το δυνατό τους σημείο. Είτε ο χορός κρατάει μπεντίρ, είτε χτυπάει κρόταλα, ηλεκτρικές κιθάρες, φλογέρες, νέυ, καραμούζες και τύμπανα· είτε ακούγονται παραδοσιακοί σκοποί, εκκλησιαστικοί ύμνοι, μοιρολόγια, γόοι και κοπετοί, άναρθρες κραυγές· είτε, εν τέλει, πρόκειται για τη φωνή του ιμάμη είτε του δικού μας ψάλτη, όλα είναι ευχάριστα και καλά ανεκτά από τον μούλτι κούλτι άνθρωπο των ημερών μας. Δεν το λέω περιπαικτικά- η μουσική, ο θρήνος, το τραγούδι είναι η σύνδεσή μας με το παρελθόν. Σ’ αυτές μάλιστα τις σύγχρονες εναλλακτικές προσεγγίσεις όπου η εικαστικότητα είναι κυρίαρχη και οι εικόνες που στήνονται διακρίνονται για το υψηλό τους γούστο, το αποτέλεσμα είναι εντυπωσιακό.

  4. Από φόρουμ:
    Είναι και ψυχίατρος; Μούλτι κούλτι είναι ο γιατρός! Όλα τα σφάζει, όλα τα μαχαιρώνει!

Radio Multikulti στο Βερολίνο - εκπέμπει σε 21 γλώσσες (από poniroskylo, 27/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published

Η απέλπιδα προσπάθεια που κάνουν -αντάρηδες να πείσουν τον κόσμο πως ακόμη διαθέτουν κάποιο είδος τρίχας στο κεφάλι τους ακόμη κι αν ο απέναντί τους τυφλώνεται λόγω αντανάκλασης του φωτός πάνω στο ταψί τους. Το σχέδιο είναι να μεγαλώσουν όσο μπορούν (αν δεν έχουν αυτή τη δυνατότητα λυπάμαι αλλά πρέπει να περάσουν σε αυτό το λήμμα) το μαλλί τους από τη μία μεριά ώστε με μια περίτεχνη κίνηση να το γυρίσουν και να καλύψουν το υπόλοιπο γυμνό τους κρανίο. Δυστυχώς το θέαμα είναι απαράδεκτο αλλά το κόμπλεξ που έχει η κοινωνία με τα μαλλιά τους οδηγεί σε αυτόν τον εξευτελισμό.

Οι ασκητές του καραφλάζ ξεχωρίζουν από μακριά λόγω κάποιων εξόφθαλμων χαρακτηριστικών που θα έβλεπαν και οι ίδιοι στον καθρέφτη αν δεν είχαν χάσει την ιδιότητα της περιφερειακής όρασης λόγω παρατεταμένης επικέντρωσης στο σημείο του τριχωτού της κεφαλής. Το πρώτο είναι η εθνική οδός για τις ψείρες (από το παλιό, κρύο ανέκδοτο με τους Πόντιους και την χωρίστρα, αλλά εδώ ταιριάζει γάντι) που σχηματίζεται με μιας μόλις μαζέψουν όλες τις τρίχες από τη μία μεριά. Κάτι σαν χωρίστρα, αλλά πολύ μεγαλύτερη, στα πλάγια ή στο πίσω μέρος του σκαλπ. Το δεύτερο είναι η χτένα στην τσέπη του πουκαμίσου. Λέγεται ότι κάθε φορά που βρίσκεται κοντά σε καθρέφτη πάλλεται ώστε ο κάτοχος να μην χάσει καμιά ευκαιρία να θαυμάσει την κόμη του. Τέλος, η αδυναμία τους να γυρίσουν το λαιμό μήπως και χαλάσει η κόμμωση, κάτι που οδηγεί σε δικαιολογίες του κώλου τύπου «Άσε, πάλι ξέχασε το Μαράκι το παράθυρο ανοιχτό και έπαθα μια ψύξη όλη δική μου».

Η λέξη προέρχεται από τις εξής δύο: καράφλα και καμουφλάζ για τους ευνόητους λόγους. Στο σημείο αυτό είναι καλό να αναφερθεί πως ακόμη και καραφλοχαίτουλες μπορούν να υποκύψουν στον πειρασμό της άσκησης καραφλάζ, μιας και το μέτρο της αποτελεσματικότητας μεταξύ των δύο είναι δυσδιάκριτο.

- Άσε ρε φίλε, περπατάω με τον θείο μου το Μανώλη και ξαφνικά σκάει ένα μπουρίνι και τον βλέπω από τη μια στιγμή στην άλλη με αλογοουρά! Έτρεχε να κρυφτεί ο κακομοίρης! Έκανα πως δεν τον είδα αλλά δεν άντεξα όταν έβαλε τα χέρια στο κεφάλι και τον ρώτησα γιατί.
- Και τι σου είπε ρε;
- Ότι φοβάται μη πάει τίποτα από τον αέρα στο κεφάλι του και τον χτυπήσει! Λες και δεν ξέρουμε ότι κάνει καραφλάζ! Αλλά έτσι είμαστε στο σόι μας, κιμπάρηδες και αλάνια.
- Αυτό που κολλάει;
- Πουθενά, απλά δεν θέλω να αρχίσεις το δούλεμα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified