Παλιά λέξη. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί για ένα ή περισσότερα από τα παρακάτω:

  1. Ακριβοπουτάνα πόρνη πολυτελείας για την οποία απαιτούνται πολλά χρήματα.

  2. Πόρνη που έχει άτιτιουντ και πχοιότητα αρχοντομούνας με την καυλή έννοια.

  3. Πόρνη προχωρημένης ηλικίας που όμως προσέχει την εμφάνισή της και βγάζει κάτι το αρχοντικό λόγω των εμπειριών της από την ζωή, οπότε την βλέπουμε ως μιλφοειδή μητρική μορφή, πάλι με την καυλή έννοια.

  4. Γενική βρισιά για πλούσια κυρία που μπορεί να μην είναι επαγγελματίας πόρνη, αλλά θεωρούμε ότι η συμπεριφορά της είναι πολύ χειρότερη.

Σε κάθε περίπτωση το εφέ του όρου προκαλείται από το ότι αποτελεί μια ελαφρά μορφή οξυμώρου, όπως λ.χ. και το νοικοκυροπουτάνα.

  1. Ιδού η σπείρα της διαφθοράς, η κόρη, η αρχοντοπουτάνα μητέρα και το απόλυτο πατημένο σκατό. (Από μπινελίκια για οικογένειες πολιτικών).

  2. μετα την καταθεση πηγα μια βολτα απο την αρχοντοπουτανα την αμαντα.η μαντα ειναι 40+ που ομως προσεχει πολυ την εμφανιση της. (Από μπουρδελοσάιτ).

  3. ΚΑΙ ΠΟΥ ΛΕΣ ΗΤΑΝ ΤΟΤΕ ΣΤΗ 10ΕΤΙΑ ΤΟΥ 70 ΠΟΥ ΠΡΩΤΟΔΑ ΤΑ ΠΛΑΣΤΙΚΑ ΜΑΝΤΑΛΑΚΙΑ ….ΗΤΑΝ ΠΟΛΥΧΡΩΜΑ ΟΧΙ ΣΑΝ ΤΑ ΞΥΛΙΝΑ ΤΑ ΓΚΑΓΚΑΡΙΑΣΜΕΝΑ ΚΑΙ ΠΟΛΥ ΜΟΥ ΑΡΕΣΑΝ ΟΤΑΝ ΤΑ ΑΓΟΡΑΣΕ Η ΜΑΜΑ ΗΜΟΥΝΑ ΠΟΛΥ ΠΕΡΗΦΑΝΟΣ ΓΙΑΥΤΑ… ΕΤΣΙ Η ΔΙΚΗ ΜΑΣ Η ΜΠΟΥΓΑΔΑ ΗΤΑΝ Η ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΤΗΣ ΓΕΙΤΟΝΙΑΣ.
    ΑΡΧΙΣΑΜΕ ΣΙΓΑ ΣΙΓΑ ΝΑ ΑΓΟΡΑΖΟΥΜΕ ΚΑΙ ΚΑΛΑ ΡΟΥΧΑ ΕΝΕΚΑ ΚΑΛΑ ΜΑΝΤΑΛΑΚΙΑ ΚΑΙ Η ΠΕΡΗΦΑΝΙΑ ΜΟΥ ΟΛΟ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΩΝΕ… ΕΚΕΙΝΗ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΚΑΘΕ ΒΡΑΔΥ ΤΡΩΓΑΜΕ ΚΕΜΠΑΠ ΣΤΟΥ ΚΥΡ ΣΩΤΗΡΗ ….ΚΑΙ ΓΑΜΩ ΤΑ ΚΕΜΠΑΠ ΣΟΥ ΛΕΩ, ΑΡΜΕΝΗΣ ΕΝΕΚΑ ΗΞΕΡΕ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗ. ΕΚΕΙ ΔΟΥΛΕΥΕ ΚΑΙ Η ΛΟΥΛΑ Η ΑΡΧΟΝΤΟΠΟΥΤΑΝΑ … ΚΑΘΑΡΙΖΕ ΚΡΕΜΥΔΙΑ ΕΙΧΕ ΠΑΝΤΑ ΜΙΑ ΛΕΚΑΝΗ ΜΠΡΟΣΤΑ ΤΗΣ ΚΑΘΑΡΙΖΕ ΤΑ ΚΡΕΜΥΔΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΕΡΙΧΝΕ ΜΕΣΑ ΣΤΗ ΛΕΚΑΝΗ ΜΕ ΤΟ ΝΕΡΟ.. ΠΛΙΤΣ… ΕΚΑΝΑΝ ΑΥΤΑ ΚΑΘΩΣ ΕΠΕΦΤΑΝ ΚΑΙ ΠΙΤΣΙΛΑΓΑΝ ΤΑ ΑΝΟΙΧΤΑ ΤΗΣ ΣΚΕΛΙΑ….ΤΑΧΕ ΠΑΝΤΑ ΑΝΟΙΧΤΑ ΓΙΑ ΝΑ ΠΑΙΡΝΟΥΜΕ ΜΑΤΙ ΟΙ ΠΙΤΣΙΡΙΚΑΔΕΣ ΚΑΙ ΝΑ ΒΛΕΠΟΥΜΕ ΤΗΝ ΚΥΛΟΤΑ ΤΗΣ…..ΦΟΡΟΥΣΕ ΠΑΝΤΑ ΜΑΥΡΗ ΚΑΙ ΗΤΑΝ ΠΟΛΥ ΠΕΡΗΦΑΝΗ ΓΙΑΥΤΕΣ ΤΙΣ ΚΥΛΟΤΕΣ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΑΜΑ ΤΗΣ ΠΟΥ ΟΠΩΣ ΜΑΣ ΕΛΕΓΕ ΟΤΑΝ ΕΙΧΕ ΚΕΦΙΑ….ΕΙΧΕ (ΑΝΑΚΟΥΦΙΣΕΙ) ΠΟΛΟΥΣ ΛΕΒΕΝΤΕΣ ΣΤΑ ΝΙΑΤΑ ΤΟΥ…. [...] ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΓΙΑΤΙ ΣΤΑ ΛΕΩ ΟΛΑ ΑΥΤΑ…..;;;;;ΝΑ ΜΩΡΕ ΕΙΝΑΙ ΠΟΥ ΔΙΑΒΑΖΩ ΑΥΤΟ ΤΟ( ΕΙΝΑΙ Ο ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ ΗΛΙΘΙΕ) ΚΑΙ ΑΝΑΡΩΤΙΕΜΑΙ……..ΦΤΑΙΕΙ Ο ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ …;;;; ΤΑ ΜΑΝΤΑΛΑΚΙΑ…;;;; Η ΤΟ ΜΟΥΝΙ ΤΗΣ ΛΟΥΛΑΣ ΤΗΣ ΑΡΧΟΝΤΟΠΟΥΤΑΝΑΣ …..;;;;;;;;;;;; (Εδώ).

kathigitria (από perketis, 12/03/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Αυτή που διαμένει και εργάζεται σε μπουρδέλο, η πόρνη. Καθώς αυτή που εργάζεται σε σπίτι, είναι από τις σχετικά χειρότερες περιπτώσεις εργατριών του σεχ λέγεται υποτιμητικά. Λ.χ. η μπουρδελιάρα διακρίνεται από την εργαζόμενη σε στούντιο ως σαφώς χειρότερή της, και σίγουρα είναι πολύ χειρότερη από κωλ-γκερλ ή από τουρίστρια. Σε χειρότερη μοίρα από την μπουρδελιάρα (δυστυχώς συχνά θύμα σεξοτράφικινγκ) μπορεί να είναι μόνο περιπτώσεις μουνιών τσοκολάτα ή καλντεριμιτζούδων.

  2. Το χαρακτηριστικό φως των μπουρδέλων, συχνά κόκκινο.

  3. Επίθετο που δηλώνει σχέση με μπουρδέλα, κυρίως μια περιοχή που έχει πολλά μπουρδέλα, ή μεταφορικά μια κατάσταση μπουρδέλο. Είναι το θηλυκό του μπουρδελιάρης, αλλά μάλλον με ευρύτερη σημασία.

  4. Στην στρατιωτική αργκό είναι ό,τι και η πουτανιάρα, δηλαδή «το κόκκινο (συνήθως) φωτάκι που υπάρχει μέσα στον θάλαμο των οπλιτών για να φωτίζει τις νύχτες» (δες). Έτσι για να αισθητοποιείται και επίσημα τι μπουρδέλο που είναι ο ελληνικός στρατός.

  1. Και για Σόνια είχε ακουστεί ότι ήταν πρώην μπουρδελιάρα. Δεν ξέρω σπίτι όμως...ούτε αν είναι αλήθεια! (Κορίτσια που αδικούνται στα ντέλα).

  2. Πω πω τίγκα στις μπουρδελιάρες είναι ο δρόμος με το σπίτι που μας άφησε η μακαρίτισσα η θεία...

  3. α. αγαπιτο μου πορνοιμερολογιο,
    ι μεγαλι μερα ειχε φτασει....ο μεγας μιστις και σκιστις μποτοφιλος ερχοταν παρεα με τισ ατιθασες ορμες του στιν μπουρδελιαρα αθινα... (Ημερολόγιο ανορθογραφιστή μπουρδελιάρη εδώ).

β. Πάντως για κάποιον που ξέρει δυο δράμια ιστορία η γκόμενα που κάνει πίπες συνεχώς είναι η ελλαδίτσα σου κατακαημένε αίολε. Σαν γκομενίτσα την βλέπουν την μπουρδελιάρα χώρα σου καημενούλη και την πασάρει ο ένας στον άλλο. (50 εκατομμύρια ευρώ δώρο στον Γκρουέφσκι από τη Ντόρα).

  1. Έχουμε και την μπουρδελιάρα και δεν μπορούμε να κοιμηθούμε γαμώ το μπουρδέλο τους, γαμώ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τύπος που καθαρίζει τα χύσια με σφουγγαρίστρα ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο σε μπουρδέλα.

- Ρε χυσομάπα, μάζεψε τα χύσια από το πάτωμα, είπε ο νταβατζής.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified