Δεν αναφερόμεθα στο υπερστιλάτο ιταλικό πραπρά και υπέρτατο φετίχ των Mods, αλλά στην θεαματικότερη ίσως ποδοσφαιρική καγκουριά έβερ: στην ντρίμπλα λαμπρέτα.

Πρόκειται για ελιγμό όπου ο ντριμπλαδόρος εκτινάσσει την μπάλα από πίσω του και πάνω από το κεφάλι του αμυντικού σε τροχιά 360° που θυμίζει ουράνιο τόξο. Η λαμπρέτα είναι φιγουρατζίδικη και γαμάουα αλλά - φευ! - περιορισμένης αποτελεσματικότητας και ωσεκτουτού συναντάται κυρίως σε δρόμικα παιχνίδια και λιγότερο σε επαγγελματικούς αγώνες.

Αγγλιστί: rainbow kick, γαλλιστί coup du sombrero.

1. Ο ποδοσφαιριστής της Ιντερνασιονάλ «άδειασε» τον αντίπαλο αμυντικό με την λεγόμενη ντρίμπλα «λαμπρέτα» αλλά στην συνέχεια στάθηκε άτυχος καθώς το πλασέ που επιχείρησε βρήκε στο δοκάρι.

2. «Κακιά συνήθεια» έχει γίνει στον Λεάντρο Νταμιάο η ντρίμπλα «λαμπρέτα». Ο Βραζιλιάνος άσος βρήκε την ευκαιρία να προσφέρει θέαμα στο φιλικό της Βραζιλίας με την Αργεντινή.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποστηρίζω ρυθμικά ένα μουσικό κομμάτι, δηλαδή εκτελώ το ρυθμικό σχήμα (και γενικά παίζω τον ρυθμό) του κομματιού αυτού, κρατώντας ταυτόχρονα τη σωστή ταχύτητα (ή ταχύτητες) στην οποία έχει γραφτεί και στην οποία είναι ενδεδειγμένο να παίζεται ζωντανά (κυρίως) ή ηχογραφημένα το κομμάτι αυτό, φροντίζοντας παράλληλα να τονίζω στις σωστές στιγμές έτσι ώστε τα παραπάνω να είναι και να ακούγονται ξεκάθαρα.

Η συνολική λειτουργία της τήρησης ρυθμού και ταχύτητας ονομάζεται τεμπάρισμα.

Οι δύο αυτές μονάδες της μουσικής ιδιολέκτου ακούγονται αρκετά στους χώρους της παραδοσιακής/λαϊκής μουσικής, αν και συχνά αναφέρονται και από οργανοπαίκτες ή επαγγελματίες άλλων μουσικών ιδιωμάτων. Οι απόψεις για τον ορθό τρόπο τεμπαρίσματος (στακάτο/ μονότονο ή πιο ελεύθερο, με ή χωρίς γεμίσματα κλπ.) εξακολουθεί (και θα συνεχίσει) να αποτελεί αντικείμενο διαφωνίας μεταξύ των μουσικών/ κριτικών/ ακροατών, συχνά επηρεαζόμενο περισσότερο από την προσωπικότητα και τον εγωισμό του εκάστοτε μουσικού, και λιγότερο από το επίπεδο τεχνικής επάρκειας και/ ή μουσικής γνώσης του. Σε πιο ακραία δε κατάσταση, μπορεί να οδηγήσει σε ασυμφωνίες, αλληλοσκεπάσματα, διαφωνίες, ενίοτε και σε ταβερνόξυλο ανάμεσα στους συντελεστές ενός μουσικού σχήματος.

Από το τέμπο (<ιταλ. tempo).

  1. Επίσης πέρα από τις μεθόδους αυτές, ο μαθητής πρέπει να αρχίσει ένα κομμάτι της υ΄λης του πιάνου BEYER/CΖΕRΝΥ/HANON/BACH.. θεωρώ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ τη μελέτη αυτών των βιβλίων ακόμα και στο αρμόνιο για να βελτιώσουμε τη τεχνική των δαχτύλων μας σε κάθε επίπεδο... θέλω να επισημάνω ότι ο μάθητής πρέπει να ξεφύγει μετά από κάποιο σημείο από την ευκολία των STYLES και να μάθει να συνοδεύει τον ευατό του τεμπάροντας με το αριστερό του... Εκμάθηση δεξιοτεχνικων κομματιών υψηλού επιπέδου... (Εδώ)

  2. Φίλε χρειάζεσαι δουλίτσα !

  3. Πρώτα πρέπει να μάθεις καλά να τεμπάρεις. Δηλαδή ανεξάρτητα χέρια. Ότι ήχο και να βάλεις, χωρίς βάση, (μπάσο κιθάρα) θα σκάει κούφια!!
  4. Πρέπει να ξέρεις πέρα από τα δικά σου μέρη, και τις μελωδίες. Έτσι θα κάνεις δεύτερες ,για να γεμίζει η όλη μουσική παρουσία, και αν κολλήσει το σολιστικό όργανο κάπου, δεν θα φανεί.
  5. ΠΟΤΕ δεν παίζουμε πάνω στη φωνή. Στην δική σου φάση, θα σου πρότεινα ένα καλό αρμόνιο . Τα έχεις όλα έτοιμα. Αλλά και εδώ πάλι, θέλει δουλίτσα, για τις γρήγορες εναλλαγές. Πιστεύω έτσι θα έχεις γρηγορότερα, και καλυτέρα αποτελέσματα. (Εκεί)

  6. H εκτέλεση των μουσικών μερών κάποιου οργάνου «βασίζεται». ρυθμικά (groove timing - «τεμπάρισμα») ή εντασιακά (layering - «συνήχηση») στην αντίστοιχη δράση κάποιου άλλου οργάνου (ή οργάνων) του οποίου και θα πρέπει η ένταση να πριμοδοτηθεί ανάλογα στο monitor mix του πρώτου (κλασικό παράδειγμα, η άρρηκτη σχέση drums - μπάσου όπου το λανθασμένο monitor mix οδηγεί σε «φλαμάρισμα»). (Παραπέρα)

(από Mr. Cadmus, 16/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά το Πονηρόσκυλο, αυτό που κάνουν οι μοτοσυκλέτες στην μία ρόδα, και τα σκυλιά στα δύο πόδια (κάτι παραπάνω θα ξέρει). Επίσης: Το να στέκεται κάποιος ακίνητος μπροστά σε κάποιον (συνήθως ιεραρχικά ανώτερο) και να δείχνει απόλυτη πειθαρχία και φόβο.

Ετυμολογία: σούζα < ιταλικό suso < λατινικό επίρρημα su(r)sum = κίνηση από κάτω προς τα πάνω < subversum (σουπίνο) < subvertere = αναστρέφω, ανατρέπω < sub (= υπό) + vertere στρέφω, τέρπω.

Να μην συγχέεται με το τσούζει Σούζη;. Ή μήπως να συγχέεται;

Η πεθερά τους έχει όλους σούζα στο σπίτι! Δεν τολμά κανείς να της φέρει αντίρρηση!

John Philip Susa / Washington Post (από panos1962, 30/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified