Further tags

Προκαλώ αλλεπάλληλες υπερστροφές με οπισθοκίνητο όχημα χάριν παιδείας.

Ιδανικό όχημα η παλιά BMW σειράς 3.

- Να μπω να σκουπίσω;
- Ναι, αλλά πρόσεχε τον κρουνό!

(από Galadriel, 31/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που κανονικά χρησιμοποιείται από τους καυλοτίμονους, δηλούσα την πρόθεση του ομιλούντος να μην ισιώσει για κανένα λόγο. Ή θα πηγαίνω με τις πόρτες, ή δε θα πηγαίνω καθόλου.

Από μη καυλοτίμονους, αλλά καυλοτιμονίζοντες ή/και καυλοτιμονίσαντες κατά την εφηβική ηλικία, χρησιμοποιείται ως συνώνυμο του «μέχρι τελικής πτώσεως», «ώς το τέρμα» και άλλα τέτοια ευφυή.

- Σιγά μην πιάσω δουλειά ρε και σιγά μην πάω στρατό. Μάστερ, διδακτορικό, σπουδές με το πλάι κι όσο πάει.
- Στρατό να πας, για να έχεις να κάνεις λήμματα στο σλανγκ τζηάρ. Τι τουτού έχεις;
- Ντεσεβό, γιατί;;
- ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η διακοπή παροχής καυσίμου στον κινητήρα όταν αυτός λειτουργεί σε πολύ υψηλές στροφές για την προστασία του.
Γενικότερα η λειτουργία στα όρια ενός συστήματος.

  1. - Πώς οδηγάει έτσι αυτός;
    - Δεν το βλέπεις, το πάει στον κόφτη.

  2. - Πώς πάει το διάβασμα;
    - Χτυπάω κόφτη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έχω διακοπτόμενη λειτουργία του εγκεφάλου είτε λόγω δυσλειτουργικής διάταξης των σχετικών νευρώνων είτε λόγω κάποιου σκουρδουμπλούκου που μου 'χει κάτσει, είτε γιατί τόσο μου κόβει ρε παιδάκι μου.

Συνήθως αναφέρεται και σε περιπτώσεις όπου το δυστυχές υποκείμενο είναι τόσο μπερδεμένο που αντιμετωπίζει και προβλήματα στην ομιλία του και κομπιάζει, θυμίζοντας αυτοκίνητο που έχει τραβήξει σκουπιδάκια στη μηχανή. Δράμα δηλαδή και μη γελάει κανείς με τον πόνο του συνανθρώπου του. Ντροπής πράγματα...

- Εεεε, δηλαδή, εννοώ ότι...
- Τι ρε Νώντα;
- Ρε παιδί μου, αφού... Δηλαδή... Έεε...
- Εξ και ξερός ρε μαλάκα. Ρετάρεις και μας έχεις γκαστρώσει. Βγάλτο να τελειώνουμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε κατάσταση αναμονής, αργά-αργά, χαλαρά.

- Δεν σε βλέπω και πολύ καλά...
- Είμαι λίγο στο ρελαντί, αλλά θα πάρω μπρος, πού θα πάει...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο των κουλάρω, ηρεμώ, χαλαρώνω κλπ

Όπα, ρε ξεπάρκαρε. Μην τρελαίνεσαι. Όλα θα φτιάξουν.

Αυτή πάει να ξεπαρκάρει κυριολεκτικά - οι υπόλοιποι χρειάζονται να ξεπαρκάρουν σλαγκικά. (από Galadriel, 27/02/09)Ξεπάρκαρε ρε φίλε (από Galadriel, 28/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γρήγορα.

Με το που είδα τα μπατσόνια την έκανα με τις μπάντες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από την εταιρεία Peugeot, αναφέρεται σε διαδρομή με τα (δύο) πόδια.

- Με ποιο αυτοκίνητο θα πάμε;
- Με πεζό δύο. Έχει πολλή κίνηση ρε 'συ.

Πεζώ με καλές ζάντες. (από Galadriel, 31/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πέρασμα με αυτοκίνητο από στροφή με μεγάλη ταχύτητα, με αποτέλεσμα πλαγιολίσθηση. Αλλιώς λέγεται και «με τις πόρτες».

Τον είδες; Μπήκε στη στροφή φέτα! (ή φέτες)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ημι-μάγκικη έκφραση η οποία σημαίνει ότι έχω πετύχει την μέγιστη δυνατή ταχύτητα του οχήματός μου και συνεχίζω ακάθεκτος. Παρομοίως: το σανιδώνω, πάω με τα χίλια, πάω γαμιώντας.

-Ρε Μήτσο, κάνε λίγο άκρη τη νταλίκα να κατέβω μισό... κατουριέμαι...
-Αδέρφι, δε ξέρω αν το 'χεις καταλάβει, αλλά έχουμε πιάσει τελικές εδώ πέρα...

Βλ. και φουλάρω, τελικιάζω, κομμάτια, πηγαίνω, τέζα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified