Ο Μπάμπης μας πληροφορεί ότι η πουτάνα ετυμολογείται εκ του λατινικού putidus, τουτέστιν: σάπιος, ρυπαρός και δύσοσμος.
Πριν όμως οι Λατίνοι ανακαλύψουν τις μαράκες, στα μέρη μας η εταίρα Φρύνη προσέφερε δωρεάν φραπέ στο Διογένη επειδή θαύμαζε το μυαλό του, η δε ιερόδουλη Διοτίμα έδινε τον απόλυτο ορισμό του έρωτα στο κάθε άλλο παρά πλατωνικό Συμπόσιο.
Βρωμιάρες λοιπόν ή καθαρές, αγαπάμε πουτανίτσες και ξέρουμε και να τις στολίζουμε:
- αδερφή του ελέους
 - αδήλωτη
 - ακουσμένη
 - ακριβοπουτάνα
 - αλανιάρα
 - αλητόμουνο
 - αμαρτωλή
 - αμαρτωλό
 - ἀνασεισίφαλλος
 - απ’ αυτές
 - αρτίστα
 - αρχιπουτάνα
 - αρχιπουτανάρα
 - αρχιπούτανος
 - ατιμασμένη
 - αὐλητρὶς
 - αχλαδομουνοπατσαβούρα
 - βακέττα
 - βιζιτού
 - γεβεντισμένη
 - γελασμένη
 - γιαουρτομούνα
 - γκαζοχωρίτισσα
 - γκομενοφάση
 - γκουφουέ
 - γκοντώστρα
 - γυναίκα της περιπατητικής σχολής
 - γυναίκα του δρόμου
 - γυναίκα του ημίκοσμου
 - δηλωμένη
 - δημόσια
 - δημόσιο
 - διαβολογητεύτρα
 - δρομάς
 - εκδιδόμενη
 - ελευθεριάζουσα
 - ελευθέρων ηθών
 - επαγγελματίας
 - επιλήψιμου διαγωγής
 - έπιπλο
 - e-πούτανος
 - εργαζόμουνα
 - έσκορτ
 - εσκορτίδιο
 - εταίρα
 - ζιγκολέτ
 - η Άντα που κάνει τα πάντα
 - η Λόλα που τα κάνει όλα
 - ημιπαρθένος
 - Θαΐς
 - ιερόδουλος
 - ἱπποπόρνος
 - καθαρή
 - καλοπλυμένη
 - καλντεριμιτζού
 - καλντερίμω
 - καλτάκα
 - καμπαρετζού
 - καρακαλτάκα
 - καρακαχπές
 - καραμουτζού
 - καραμπιτσαριώ
 - καραπουτάνα
 - καραπουτανάρα
 - καραπουταναριό
 - καραπούτανος
 - καραρουσπού
 - καριόλα
 - καριολάϊν
 - καριολίνα
 - καριολοτσιμπουκογλείφτρα
 - κασαλβάς
 - κασσωρίς
 - καταπιοσπερμιόλα
 - καχπές
 - κικαρού
 - κοινή
 - κοκότα
 - κομμώτρια
 - κοντοπούτανος
 - κορίτσι
 - κορίτσι της χαράς
 - κορίτσι για σπίτι
 - κότα
 - κουβεντιασμένη
 - κουνίστρα
 - κουρκουλετζού
 - κουρτεζάνα
 - κόφα
 - κούρβα
 - κουφάλα
 - κρυφή
 - κρυφοπουτάνα
 - κρυφοπούτανος
 - κυρία Καριολίδου
 - κωλοκουνίστρα
 - κωλοπετσωμένη
 - Λαΐς
 - Λάουρα
 - λεγάμενη
 - λεγόμενη
 - λεωφόρος
 - λικνιτζού
 - λινάτσα
 - λουλούδα
 - Λυδία
 - Μαγδαληνή
 - μαντενούδα
 - μαντετούτα
 - μαντινούδα
 - μαντιτούτα
 - μαντονέτα
 - μεγαλοκυρά
 - μεσσαλίνα
 - μετρέσα
 - μιαμόρ
 - μιξοπαρθένα
 - μισοπαρθένα
 - μισότριβη
 - μοντέλο
 - μορόζα
 - μουνόσκυλο
 - νανά
 - νίτσα
 - ντάνα
 - ντροπιασμένη
 - νυχτολουλούδα
 - νυχτοπόρτισα
 - ξεβγαλμένη
 - ξεκωλιάρα
 - ξέκωλο
 - ξεκωλοπουτανόμουνο
 - ξελόντζα
 - ξεμπούρδελο
 - ξεπατωμένη
 - ξεσκισμένη
 - ξετσίπωτη
 - ξεψώλι
 - όργανο ηδονής
 - παλιογύναικο
 - παλιοθήλυκο
 - παλιοκόριτσο
 - παλιοσκρόφα
 - παλλακίδα
 - παλλακίς
 - πάνδημος
 - παξιμάδα
 - παξιμαδοκλέφτρα
 - παπαδοξηλώτρα
 - παξιμάδω
 - παραστρατημένη
 - παρδαλή
 - πασιπόρνη
 - παστρικιά
 - πατσαβούρα
 - πεταλούδα
 - πεταλούδα της νύχτας
 - πηδιόλα
 - πινεζοπούτανο
 - πλανεμένη
 - πλύμα
 - πολιτική
 - πολιτικιά
 - πομπεμένη
 - πόπη
 - πόρνη
 - πόρνη πολυτελείας
 - πορνίδιο
 - ποττάνα
 - πουλημένη
 - πουσουέ
 - πουτανάκι
 - πουταναριό
 - πουτανέλι
 - πουτανίδιον
 - πουτανικός
 - πουτανίτσα
 - πουτάννα
 - πουτανοθήλυκο
 - πουτανοθήλυκο του ανέμου
 - πούτανος
 - πουτανογκαβλιάρα
 - πουτανόθρεμμα
 - πουτολένη
 - πουτσαρπάχτρα
 - πουτσοπόρνη
 - πουττάνα
 - putz Frau
 - πτωχελένη
 - πωροπούτανο
 - ρουσπού
 - ρουφιάνα
 - σιφιλιάρα
 - σκεύος ηδονής
 - σκρόφα
 - σκύλα
 - σκύλλη
 - σοκακού
 - σουρλουλού
 - σουρτούκω
 - σπιτικιά
 - σπιτωμένη
 - συνοδός
 - τάνα
 - την έχει καπατμά
 - της αρέσουν τα ξινά
 - του γλυκού νερού
 - του δρόμου
 - τουρίστρια
 - τραμπαλέτα
 - τροτέζα
 - τρύπερ
 - τσαπερδόνα
 - τσαπερδονοκωλοσφυρίχτρα
 - τσούλα
 - τσουλάκι
 - τσουλί
 - φακλάνα
 - φθηνή γυναίκα
 - φραπεδιάρα
 - Φρύνη
 - φτηνή πουτάνα
 - φτηνοπουτάνα
 - χαζοπουτάνα
 - χαμαιτύπη
 - χαμούρα
 - χανιώλα
 - χαλκιδῖτις
 - χαρχάλα
 - χορεύτρια
 - χορηγούμενη
 - χωνί
 - ψυχικάρα
 - ψυχοπουτάνα
 - ψωλαρπάχτρα
 - ψωλομαζεύτρα
 




