Αμφίβολης (βασικά κακής) ποιότητας σεξιστικό λολοπαίγνιο που σημαίνει τον παθητικό ομοφυλόφιλο που του αξίζει χρυσό μετάλλιο για τα ρεκόρ στις επιδόσεις του ή τον ολυμπιονίκη με χαμηλό επίπεδο (του κώλου).

Βρήκε τον εαυτό του στην ενόργανη γυμναστική και έγινε ο πρώτος κωλυμπιονίκης.

Got a better definition? Add it!

Published

Μειωτικός χαρακτηρισμός ή βρισιά για παθητικό ομοφυλόφιλο ή για θεωρούμενο ως τέτοιο. Επίσης και τρυπιοκώλα για γυναίκα. (Λες και των άλλων δεν είναι τρύπες οι κωλότρυπες αλλά τέσπα). Βλ. και τρύπιος, τρύπια, κωλοτρυπάτος.

  1. Αυτά μόνον στην Ελλάδα με τα βαλκανικά σύνδρομα λεγόντουσαν. Ότι ο μεν είναι φούστης, ο δε κωλόμπα. Στην πραγματικότητα και οι δύο είναι ομο, άσε ότι πάνω στο παιχνίδι, πάνω στο βογκητό, επειδή η απόσταση της τρύπας είναι μόλις δυο πόντους από το μπροστινό εργαλείο, επιτόπου μπορεί να γίνει το μπέρδεμα. Και ο τρυπιοκώλης να τον φερμάρει στον άντρα τον πολλά βαρύ και μετά, αν γίνει γυριστή και στο αλλοιώς η δουλειά, ο «ενεργητικός» να βρεθεί με το λουκάνικο στο στόμα. Ανάμεσα σε κοπτήρα και φρονιμίτη και σίγουρα δεν θα τον λοιώσει με τα δόντια. (Διερωτήσεις από τον Αποδυτηριάκια).
  2. τρυπιοκωλης ειναι και οταν ερθει στο χαριλαου θα του τον καρφώσουμε για τα καλα... (Η συνέχεια της συζήτησης από το παράδειγμα στο λεβεντόπουστας).
  3. Πάλι πελάτες ψαρεύεις μωρή τρυπιοκώλα σκρόφα; (Αλλού στο μπουρδελοφόρουμ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ιδίωμα που προέκυψε από εκπομπή του συμπαθεστάτου Γιώργου Γεωργίου ο οποίος την χρησιμοποιούσε αναφερόμενος σε διάφορες προσωπικότητες όπως Καπουτζίδης, Γαβαλάς κτλ. Σημαίνει ακριβώς το ίδιο με την σούφρα, δηλαδή σφιγκτήρας, κωλοτρυπίδα κτλ., απλά φτιάχτηκε προφανώς για να μην δημιουργηθεί πρόβλημα με το Εθνικό Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο.

- Ο Φουρθιώτης δεν ήταν αυτός;
- Άλλη σούφρα-φρα κι αυτή!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified