Further tags

Πίνω αρκετές ποσότητες αλκοόλ.

- Γκλαγκανίσαμε το πρώτο μπουκάλι και μετά χτυπήσαμε και δεύτερο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Χαρακτηρισμός για άτομο που μετά από υπερβολική κατανάλωση αλκοολούχων ποτών έχει οδηγηθεί σε μέθη.

  2. Χαρακτηρισμός για άτομο που κλαίει για τη γκόμενα που έχασε.

  3. Χελώνα αφού επιχείρησε να περάσει την εθνική οδό.

  1. Κοίτα τον! Πάλι πίτα είναι!

  2. Τον καημένο τον Μάκη! Από τότε που τον άφησε η Γιάννα έχει γίνει πίτα!

  3. Μπαμπά κοίτα την χελώνα! Είναι τελείως πίτα !

Δες και λιάρδα, λιώμα, κωλίδι, κόκκαλο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δηλώνει την κατάσταση που βρίσκεται κάποιος μετά από μεγάλη κατανάλωση αλκοόλ η οποία συνήθως είναι ένα βήμα πριν το νοσοκομείο!

Άσε, χθες το πρωί που γυρίσαμε από το κλαμπ είχαμε γίνει όλοι αλοιφή! Μάλλον θα ήταν μπόμπα τα ποτά.

Για συνώνυμα δες λιάρδα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γίνομαι / έγινα γκολ: έχω λιώσει στο μεθύσι.

Άστα δικέ μου, ήπιαμε τα ξύδια μας χθες και γίναμε γκολ.

Δες και λιάρδα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ ή ναρκωτικών ουσιών με αποτέλεσμα να υπολειτουργείς.

Σχετικά λήμματα: μπαφοκατάσταση, άραγμα.

-Θα μαζευτούμε απόψε το βράδυ να δούμε τον αγώνα και να λιώσουμε. Είσαι μέσα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βρίσκομαι σε πολύ άσχημη κατάσταση λόγω υπερβολικής κατανάλωσης αλκοόλ, ναρκωτικών ή λόγω φόβου.

-'Ασε, εχθές ήπια 20 μπύρες και έκλασα μπιφτέκια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν την έχεις ακούσει πολύ με ναρκωτικά ή αλκοόλ και είσαι «αλλού».

Ένα μπουκάλι έχω πιει μόνος μου και έχω κλάσει μέντες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified