Further tags

Ίνμποξ δόκιμα (όχι σλανγκ) αποκαλείται το κουτί, ανοιχτό από πάνω, όπου μπαίνουν τα εισερχόμενα έγγραφα σε ένα γραφείο. Το νόημα της λέξης αυτής επεκτάθηκε και στον φάκελο των εισερχόμενων της ηλεκτρονικής αλληλογραφίας (email inbox). Και τώρα με το facebook, που έχει και αυτό ίνμποξ (χωρίς φακέλους, ούτε θέμα όμως, για να μην μπερδεύονται οι χρήστες - καταναλωτές), έχει αρχίσει πια να λέγεται ίνμποξ και το ίδιο το μήνυμα στο facebook: αυτή είναι και η slang έννοια της λέξης.

- Σου έστειλα τη διεύθυνσή μου σε ίνμποξ.

- Στείλε μου ίνμποξ το τηλέφωνό σου.

- Έχεις ίνμποξ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για όρο που προέκυψε από το internet. Χρησιμοποιείται όταν κάποιος μπαίνει σε μια διαδικτυακή συζήτηση και μπερδεύει τους υπολοίπους. Το μυστικό στο σωστό τρολάρισμα δεν είναι απλά να λες άσχετα ή φανταστικά πράγματα, γιατί τότε ο διαχειριστής της συζήτησης (admin) θα σε διώξει, αλλά να λες άσχετα με σοβαρό τρόπο.

Το καλύτερο είναι να παριστάνεις κάποιον που δεν είσαι. Το τρολ απλά βγάζει γέλιο σε βάρος των υπολοίπων που προσπαθούν να καταλάβουν μάταια τι εννοεί. Η πρακτική αυτή μεταφέρεται συχνά και σε συζητήσεις στην πραγματική ζωή.

ΠΡΟΣΟΧΗ: το τρολάρω είναι διαφορετικό από το τρολιάζω. Τρολιάζω σημαίνει ότι απλά λέω ό,τι να 'ναι με καθόλου έξυπνο τρόπο.

Μπήκα σε ένα φόρουμ για αμάξια τις προάλλες και για πόση ώρα προσπαθούσα να τους πείσω ότι κατασκευάστηκε το πρώτο αμάξι που πετάει! Άσε! Τους τρόλαρα κανονικά!

(από Khan, 29/01/12)Να τρολάρουμε την Ιστορία (από Khan, 28/04/12)

βλ. και τρολ, τρολιά, τρολιάζω

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλος ένας όρος, προερχόμενος από παιχνίδια MMO και RPG, όπου ένας από μία ομάδα παιχτών παίρνει για τον εαυτό του κάποιο μαγικό αντικείμενο, το οποίο βρέθηκε μετά από πολύωρη μάχη και κάψιμο, χωρίς να το δικαιούται και αμέσως εξαφανίζεται από την ομάδα, προκαλώντας την οργή των συμπαιχτών του. Συχνά, τέτοιοι παίχτες (γνωστοί και ως ninja- looters), αφού νιντζάρουν ένα αντικείμενο, αλλάζουν την εμφάνιση και το όνομα του χαρακτήρα τους για να μην γίνονται αντιληπτοί και από άλλους παίχτες.

Λίγο αργότερα, ο όρος επικράτησε και στην καθημερινή μας γλώσσα με τη σημασία: κλέβω, παίρνω κάτι στα μουλωχτά χωρίς να με πάρουν είδηση οι υπόλοιποι, ωστόσο, τα αποτελέσματα γίνονται αντιληπτά πολύ αργότερα, όταν θα έχω ήδη εξαφανιστεί, εφαρμόζοντας την αλάνθαστη τεχνική των νίντζα.

Άλλη μία αρκετά γνωστή ερμηνεία είναι η εξής: μαχαιρώνω (μεταφορικά πάντα) ή χτυπάω κάποιον πισώπλατα, χωρίς να καταλάβει από πού του ήρθε.

  1. απο δουλεια τπτ...
    σημερα θα μιλησω με μια ιδιωτικη κλινικη παλι...
    αν δεν βρεθει τπτ το κοβω να νιντζαρω κανα 2000 χιλιαρικα απο τους δικους μου και να την κανω εξω... (από εδώ)

  2. Εσυ κ455λοπαιδι, που τα τακίμιασες με τον Ντόλη, κοίτα να μαζέψεις την γλώσσα σου γιατι θα σε τραμπουκίσω και θα σε νιντζάρω. (από εδώ)

  3. Ο El σηκώθηκε να μου ρίξει τις άμυνες αφού ανακοίνωσε τον πόλεμο αλλά δεν είχε δει ποτέ του τον στόλο μου και δεν ήτανε δυνατό φυσικά να σιμάρει,έτσι έστειλε στο πρώτο κύμα τα μεγάλα σκάφη και στο 2ο τα 200000 ελαφριά με άλλα καλούδια που δεν θα μπορούσα με τίποτα να νιντζάρω... (από εδώ)

(από Mr. Cadmus, 19/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ban, ο αποκλεισμός από μια online κοινότητα. Ο όρος βγήκε μάλλον από την ομοιότητα στην γραφή που έχει η αγγλική λέξη ban αν γραφτεί ελληνικά (μπαν), με το λήμμα, και επίσης από το ότι ηχούν το ίδιο.

(Διάλογος μεταξύ moderators σε ένα φόρουμ):

- Τι έκανες με το χθεσινό τρολ;
- Τον έστειλα για μπάνιο.

Βλ. και μπανάκι, μπανάνα / banάνα, μπανιστάν

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα επανειλημμένα σχόλια ή μηνύματα είτε με μορφή e-mail, είτε με μορφή σχολίων ή δημοσιεύσεων στον τοίχο κάποιου ατόμου στο Facebook. Το άτομο το οποίο κάνει τα σχόλια ή στέλνει τα e-mail ονομάζεται σπάμερ (spammer) και η πράξη αυτή ονομάζεται σπάμινγκ (spamming).

- Πω πω ρε συ...χτες στο Facebook τσάντισα τον Αλέξανδρο το χάκερ και μου γέμισε τον τοίχο ο κωλο-σπάμερ!

- Φιλαράκο πρέπει να έχω κολλήσει ιό στον υπολογιστή, γιατί το e-mail μου έχει γεμίσει από σπαμ...

@dino ;) (από jesus, 24/02/12)

Φυσικά το σπαμ δεν περιορίζεται στο Φατσοβιβλίο. Βλ. και σπαμαρχίδας, σπαμάρω, Spamστικός.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έχω βγει σε MMORPG και κάνω farming, δηλαδή σκοτώνω τέρατα για να πάρω gold, αντικείμενα κτλ.

- Που τα βρήκες τα 100.000 gold ρε νουμπά;
- Τα αγόρασα από κινέζο.
- Άμα βαριέσαι να φαρμάρεις ρε όρνιο τι το θέλεις το WoW; Παίξε καμιά πασιέντζα καλύτερα.

(από HardcoreGR, 06/03/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ψέμα στην διάλεκτο των gamers, ή αλλιώς κατά κόσμο γνωστούς ως πωρωμένα, είναι κάτι το απρόσμενο, που δεν βασίζεται στην λογική του παιχνιδιού, ή δεν υπολογίζεις στο να γίνει. Μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί και στην καθημερινή μας γλώσσα για να υποδείξει κάτι το οποίο συμβαίνει με πιθανότητες 1 στις 100 και μας εκπλήσσει δυσάρεστα. Χρησιμοποιείται και στον πληθυντικό.

Χρησιμοποιείται ως εξής:
1) Τι ψέμα είναι αυτό;
2) Πού γίνονται αυτά τα ψέματα;

  1. Εδώ κοίτα, χάλασε το αυτοκίνητο και τελείωσε και η μπαταρία από το κινητό, και εσύ δεν έχεις σήμα. Τι ψέματα είναι αυτά...

  2. Δεύτερη φορά κολλάει στο ίδιο σημείο και δεν μπορώ να κάνω save... Πού γίνονται αυτά τα ψέματα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στη γλώσσα των υπολογιστών, το φορμάτ (απ' το αγγλικό «format» που σημαίνει διαμόρφωση) σημαίνει την οριστική διαγραφή δεδομένων από έναν σκληρό δίσκο. Στην περίπτωσή μας, η ίδια έκφραση ισχύει και για την διαγραφή ανθρώπων, πραγμάτων ή καταστάσεων, απ' τον εγκέφαλο κάποιου/κάποιας, που διενεργείται υποσυνείδητα όταν η γνωριμία έχει γίνει κάτω από γρήγορες συνθήκες.

Στα πλαίσια μιας γνωριμίας, το φορμάτ μπορεί να επιτευχθεί ακόμα και μετά από φάσωμα ή σεξ, ανάλογα με την ψυχοσύνθεση του ατόμου που θέλει να κάνει το φορμάτ και την κατάσταση στην οποία βρίσκεται.

- Είδα ότι πήρες τηλέφωνο απ' τη μικρή το Σάββατο. Έκανες τίποτα;
- Ούτε καν. Δύο φορές την πήρα και δεν το σήκωσε. Στάνταρ έχει κάνει ήδη φορμάτ.

(από HardcoreGR, 26/03/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράγωγο του μπλογκόσφαιρα. Είναι το σύνολο των εκφράσεων που περιέχουν μαλακίες, καθώς και όσοι τις χρησιμοποιούν. Η λέξη ενίοτε χρησιμοποιείται και από κάποιον που τρολάρεται ή πιστεύει ότι ακούει παπαριές.

Εφευρέτης της λέξης ήταν ο βουλευτής Κωνσταντίνος Αϊβαλιώτης του Λάος στις 24 Απριλίου 2012 και χρησιμοποιείται ευρέως τόσο απ' τον ίδιο όσο κι απ' τον δημοσιογράφο Γιώργο Λιάγκα

- Γιώργο, ένας ακροατής στέλνει μήνυμα και λέει: «Τι να μας πεις κι εσύ ρε Πασόκε, που μαζί με τη Φαίη το παίζετε αριστεροί και κάποτε ψηφίζατε Γιωργάκη».
- Ώχουυυ, αρχίσαμε τη μαλακόσφαιρα πάλι.

(από HardcoreGR, 30/04/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν ατάκες, διαφημίσεις, γιουτουμπάκια, γαμήδια, κ.ταλ. εξαπλώνονται αστραπιαία δίκην ιογενών μιμηδίωνε μέσω κοινωνικών δικτύων, μουμουέ, ή από στόμα σε στόμα.

Πρόκειται για συνηθισμένο μηχανισμό εξάπλωσης σλανγκικών νοσημάτων.

Αγγλιστί: to go viral. Βλ. επίσης, viral marketing.

- Το πολυσυζητημένο βιντεάκι της «I am Hellene» έγινε αυτή τη βδομάδα το πιο πρόσφατο ελληνικό βάιραλ με πάνω από 1.000.000 χτυπήματα...
(εδώ)

- ...ιιιι χωρίς πλάκα έχει γίνει βάιραλ!
(Galadriel, αναφερόμενη στην μουνίδα)

- Τράτζικ!
(Μπένι, φορέας σχετικού βάϊρους, προς παιδαριογέροντα Τσίπρα, εκεί)

Κάνε μου βάιραλ (από Vrastaman, 07/05/12)Βάϊραλ απάντηση στην ιογενή Hellene. (από Vrastaman, 07/05/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified