Further tags

Ένας ακόμη νεολογισμός γιά το facebook, λογοπαικτικός και μάλλον απαξιωτικού χαρακτήρος, όπως υπαινίσσεται το δεύτερο συνθετικό του.

Μ' έχει φάει η κόρη μου να μπώ στο φατσιμπούκι. Εγώ όμως βράχος. Προτιμώ να συναγελάζομαι διαδικτυακώς με ανθρώπους «της ημετέρας Κ.Α.Β.Λ.Α.ς μετέχοντας», ήγουν με λεξίκαυλους. Όχι να βγάζω τα σώψυχά μου στον πάσα ένα, έτσι τουρλού και ως έτυχε.

O tempora o mores (από Khan, 01/04/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το χεντίδι ή αλλιώς headshot προέρχεται από το Counter Stike, Call of Duty και λοιπά παιχνίδια που βρήκαν αποδοχή στα νετ καφέ, και επιτυγχάνεται όταν καταφέρνεις και πυροβολάς τον άλλον στο κεφάλι (head).

Με τον καιρό εξαπλώθηκε και στην αληθινή ζωή, και αφορά τις περιπτώσεις που πετυχαίνεις με κάποιο αντικείμενο τον άλλον στο κεφάλι, όπως γόμες, φρούτα, κλειδιά, μπάλες, ή οτιδήποτε άλλο που αξίζει να ενθουσιαστείς.

  1. Ρε πού ήταν κρυμμένος, μου έσκασε χεντίδι από το πουθενά.

  2. Την ώρα που παίζαμε νεραντζοπόλεμο, ο Γιακουμής μου έριξε ένα νεράντζι κατευθείαν χεντίδι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράγωγο του μπλογκόσφαιρα. Είναι το σύνολο των εκφράσεων που περιέχουν μαλακίες, καθώς και όσοι τις χρησιμοποιούν. Η λέξη ενίοτε χρησιμοποιείται και από κάποιον που τρολάρεται ή πιστεύει ότι ακούει παπαριές.

Εφευρέτης της λέξης ήταν ο βουλευτής Κωνσταντίνος Αϊβαλιώτης του Λάος στις 24 Απριλίου 2012 και χρησιμοποιείται ευρέως τόσο απ' τον ίδιο όσο κι απ' τον δημοσιογράφο Γιώργο Λιάγκα

- Γιώργο, ένας ακροατής στέλνει μήνυμα και λέει: «Τι να μας πεις κι εσύ ρε Πασόκε, που μαζί με τη Φαίη το παίζετε αριστεροί και κάποτε ψηφίζατε Γιωργάκη».
- Ώχουυυ, αρχίσαμε τη μαλακόσφαιρα πάλι.

(από HardcoreGR, 30/04/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στη γλώσσα των υπολογιστών, το φορμάτ (απ' το αγγλικό «format» που σημαίνει διαμόρφωση) σημαίνει την οριστική διαγραφή δεδομένων από έναν σκληρό δίσκο. Στην περίπτωσή μας, η ίδια έκφραση ισχύει και για την διαγραφή ανθρώπων, πραγμάτων ή καταστάσεων, απ' τον εγκέφαλο κάποιου/κάποιας, που διενεργείται υποσυνείδητα όταν η γνωριμία έχει γίνει κάτω από γρήγορες συνθήκες.

Στα πλαίσια μιας γνωριμίας, το φορμάτ μπορεί να επιτευχθεί ακόμα και μετά από φάσωμα ή σεξ, ανάλογα με την ψυχοσύνθεση του ατόμου που θέλει να κάνει το φορμάτ και την κατάσταση στην οποία βρίσκεται.

- Είδα ότι πήρες τηλέφωνο απ' τη μικρή το Σάββατο. Έκανες τίποτα;
- Ούτε καν. Δύο φορές την πήρα και δεν το σήκωσε. Στάνταρ έχει κάνει ήδη φορμάτ.

(από HardcoreGR, 26/03/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλος ένας όρος, προερχόμενος από παιχνίδια MMO και RPG, όπου ένας από μία ομάδα παιχτών παίρνει για τον εαυτό του κάποιο μαγικό αντικείμενο, το οποίο βρέθηκε μετά από πολύωρη μάχη και κάψιμο, χωρίς να το δικαιούται και αμέσως εξαφανίζεται από την ομάδα, προκαλώντας την οργή των συμπαιχτών του. Συχνά, τέτοιοι παίχτες (γνωστοί και ως ninja- looters), αφού νιντζάρουν ένα αντικείμενο, αλλάζουν την εμφάνιση και το όνομα του χαρακτήρα τους για να μην γίνονται αντιληπτοί και από άλλους παίχτες.

Λίγο αργότερα, ο όρος επικράτησε και στην καθημερινή μας γλώσσα με τη σημασία: κλέβω, παίρνω κάτι στα μουλωχτά χωρίς να με πάρουν είδηση οι υπόλοιποι, ωστόσο, τα αποτελέσματα γίνονται αντιληπτά πολύ αργότερα, όταν θα έχω ήδη εξαφανιστεί, εφαρμόζοντας την αλάνθαστη τεχνική των νίντζα.

Άλλη μία αρκετά γνωστή ερμηνεία είναι η εξής: μαχαιρώνω (μεταφορικά πάντα) ή χτυπάω κάποιον πισώπλατα, χωρίς να καταλάβει από πού του ήρθε.

  1. απο δουλεια τπτ...
    σημερα θα μιλησω με μια ιδιωτικη κλινικη παλι...
    αν δεν βρεθει τπτ το κοβω να νιντζαρω κανα 2000 χιλιαρικα απο τους δικους μου και να την κανω εξω... (από εδώ)

  2. Εσυ κ455λοπαιδι, που τα τακίμιασες με τον Ντόλη, κοίτα να μαζέψεις την γλώσσα σου γιατι θα σε τραμπουκίσω και θα σε νιντζάρω. (από εδώ)

  3. Ο El σηκώθηκε να μου ρίξει τις άμυνες αφού ανακοίνωσε τον πόλεμο αλλά δεν είχε δει ποτέ του τον στόλο μου και δεν ήτανε δυνατό φυσικά να σιμάρει,έτσι έστειλε στο πρώτο κύμα τα μεγάλα σκάφη και στο 2ο τα 200000 ελαφριά με άλλα καλούδια που δεν θα μπορούσα με τίποτα να νιντζάρω... (από εδώ)

(από Mr. Cadmus, 19/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από τα αρχικά «Away From Keyboard». Το αναφέρουμε για συντομία την ώρα του chat, όταν πρέπει να απομακρυνθούμε από το PC για λόγους ανάγκης (βλέπε τουαλέτα, φαγητό, νερό, τηλέφωνο, πόρτα κι όλα τα συναφή που μας σπάνε τις μπάλες).

(Στο Facebook:)
- Έλα man, είσαι εκεί να σου πω κάτι;
- Ναι ρε, απλά μισό να πάω afk 2 λεπτά να ρίξω ένα κατούρημα κι έρχομαι.

(από HardcoreGR, 30/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν αναφερόμεθα σε παλαιούς υπολογιστές ή σίδερα για ανακύκλωση, στις εκπομπές της Κλανίτας Πάνια ή στην μουσική του Justin Bieber.

Ψηφιακά σκουπίδια αποκαλούνται τα παράσιτα ή ξυσίματα που εμφανίζουν τα ψηφιακά μέσα αναπαραγωγής ήχου ή εικόνας λόγω κακού σήματος ή βλάβης. Πρόκειται για τα χιόνια νέας κοπής, για να καταλαβαίνουμε και οι παλαιότεροι, την Digea μου μέσα.

- Τεχνουργήματα :p, ή απλούστερα, ψηφιακά σκουπίδια: τετραγωνάκια στην εικόνα, παγώματα στο video, κοψίματα στον ήχο κλπ.
(εδώ)

- Εκει μπορει να μην εχει τα λεγόμενα χιονια, αλλα καμια φορα σπαει η κίνηση στα pxels και βγάζει σκουπίδια. (εκεί)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπαμπαδισμός για το «η τηλεφωνική γραμμή είναι κατειλημμένη». Επειδή όταν μιλάμε (και δεν έχουμε αναμονή), κάνει αυτό το μονότονο μπιπ μπιπ μπιπ που θυμίζει και καλά βουητό.

Χρησιμοποιείται απρόσωπα. Όταν λέμε «βουίζει» δεν εννοούμε ο ομιλητής, αλλά η γραμμή, «το τηλέφωνο».

Συνώνυμο: «μιλάει» (απρόσωπο πάλι)

  1. - Μίλησες με τη μικρή; Τι σου είπε;
    - Δεν τα κατάφερα, το έχει καβαλήσει, βουίζει.

  2. Προσπαθώ εδώ και 2 εβδομάδες να επικοινωνήσω με την επιθεώρηση εργασίας για να κάνω μερικές ερωτήσεις. Όλη την ημέρα βουίζει το τηλ τους και μετά τη 13.30 δεν το σηκώνουν. (από το νετ)

  3. η ιστοσελίδα του ΑΣΕΠ είναι για κλάμματα. Γενικά η αναζήτηση με κριτήρια δεν παίζει πουθενά, σε λίγες μόνο περιπτώσεις.
    Επίσης το τηλέφωνο του ΑΣΕΠ 2131319100 ΠΑΝΤΑ ΒΟΥΙΖΕΙ....
    (από το νετ)

Got a better definition? Add it!

Published

Χρήση του μεταβατικού ρήματος καίω που οφείλεται στην ιδιοφυΐα του καμένου χιούμορ (παν ιντέντεντ άριστον) που βάφτισε το πρόγραμμα Nero το οποίο γράφει ψδ.

Δύναται να προκαλέσει σύγχυση, καθώς κατά τα κλασσικά, ένα ψδ που χαλάει κατά την εγγραφή επίσης καίγεται, αλλά πλέον η φωνή του ρήματος είναι μέση δαχτυλίδι και ντιβιντί βερύκοκο, ρίκο-ρίκο-πουέρτο ρίκο-κο, ρίγκο-ρίγκο στάρ.

Punαγία μου, όλο μαλακίες γράφω σήμερα.

- Γαμεί η πλέυλιστ σου. Πολύ λάουντζ.
- Θα σου κάψω ένα δωδ.

Kostakis burning Greece. (από patsis, 28/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published

Με ακουστικά στα αυτιά, βρίσκομαι σε απευθείας σύνδεση με κάποιο κινητό ή mp3 player συνδέοντας με Κάιρο βαρετά στιγμιότυπα της καθημερινότητας, όπως π.χ. το πήγαινε-έλα στη δουλειά. Ο νεκρός αυτός χρόνος είναι ό,τι πρέπει για να μιλήσεις με κάποιον στο κινητό, ενώ άμα σου πετύχει το μουσικό πρόγραμμα στο mp3 και μερακλώσεις κιόλας (φαίνεται στους άλλους και από το ρυθμικό κούνημα του κεφαλιού πάνω-κάτω) έχεις μεταφερθεί σε εντελώς διαφορετική διάσταση, οπότε η άφιξη στη δουλειά είναι μια αβάσταχτη απογοήτευση...

  1. (από εδώ)
    «Εδώ στην Αθήνα είναι η εκμετάλευση.Ζούμε σαν τρελοί,αυτό είναι το μόνο σίγουρο.Όλοι μες τα νεύρα.Καλωδιώνομαι όλη μέρα με τα ακουστικά,ακούω μουσική και περπατάω στο δρόμο,βαρέθηκα να ακούω τσακωμούς,κορναρίσματα,και βρισίδια.»

  2. (από εδώ)
    «Α, εγώ έχω βρει τη λύση με CD player..καλωδιώνομαι (μιλάω για το γραφείο και τις συγκοινωνίες) και τους αφήνω να τραγουδάνε.»

Κλασική περίπτωση καλωδιωμένου νεανία. (από Cunning Linguist, 23/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified