Further tags

Όρος που χρησιμοποιείται για ανθρώπους είτε πολύ αντιπαθείς άρα όμοιους με τις κενώσεις μιας μύγας, είτε για πολύ μικροκαμωμένους που θυμίζουν πάλι τις κενώσεις μιας μύγας, ως προς το μέγεθος αυτή τη φορά.

(Για γνωστή καθηγήτρια αγγλικών στα Νότια Προάστια - 1,20 με χέρια σε ανάταση & αντιπαθέστατη-)
«Δεν μπορώ να σου πω τώρα, mygokourado is watching us...!»

(από Vrastaman, 09/11/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι θαμώνες της πλατείας Ν. Σμύρνης και συνεκδοχικά οι φίλαθλοι του Πανιωνίου -κυρίως οι μπασκετικοί- που συχνάζουν σε αυτήν.

Οι «Πάνθηρες» και οι λοιποί Πλαταιείς είχαν ανοίξει πόλεμο με τον Μπέο (από την ιστοσελίδα του sportime).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο εκτελών χρέη ψυχολόγου / λογοθεραπευτή, συνοδού και security, χωρίς να της ακουμπάει ούτε το χεράκι όμως. Συνήθως γλοιώδης τύπος που τον εκμεταλλεύεται κάποια γυναίκα προκειμένου να της ανορθώνει το ηθικό της και να αποδείξει ότι την προτιμούν οι άντρες.

Και τι έγινε που συνοδεύεται ρε, δεν τον βλέπεις, γκομενοφύλακας είναι ο μαλάκας, όρμα την στ' αυτιά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γρήγορος, φορτσάτος, όταν κάνει κάτι «τακ τακ».

-Θα πάμε μέχρι του Βάγγου;
-Άντε, πάμε τακτόβιοι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο χοντρός άνθρωπος, που εκτός από ατσούμπαλος , είναι βλάκας αλλά και λεφτάς! Προτιμάται από γκόμενες-«σκυλιά» λόγω βαθειάς τσέπης.
Σύνηθες μεταφορικό μέσο: Jeep μεγάλου κυβισμού.

- Δες ρε με τι ροκοφλόκο κυκλοφορεί το μουνί. - Θα του τα φάει όλα , ψίχουλο δεν θα του αφήσει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βγαίνει από τις δύο αγγλικές λέξεις fuck + run. Αυτός που πηδάει από δω κι από κει, αφού παραμυθιάζει τον ηλίθιο κόσμο με αγάπες και λουλούδια, κι όταν κάνει την δουλειά του εξαφανίζεται τυχαία επειδή ξέχασε τον θερμοσίφωνα ανοιχτό ή επειδή ο αδελφός του δεν έχει κλειδιά να μπει στο σπίτι κλπ.

Τι φακράνας ήταν αυτός ο χθεσινός! Ούτε πώς με λένε δεν ρώτησε όταν τελειώσαμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πολύ ωραία γκόμενα που είναι σκύλα και σε φτύνει και που συνήθως είναι ανοργασμικιά ή εργασιομανής ή λεσβία ή top model.

- Η Kate Moss είναι πολύ παγόμουνο.

(από Galadriel, 28/02/09)Ήλιος χειμωνιάτικος ψυχρός (από Dirty Talking, 20/03/09)

βλ. και κρυομούνα, ice queen

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μαλάκας. Τόσο πολύ όμως που... έχει καταντήσει να τη βροντάει (τη χτυπάει δυνατά... χάμω ή οπουδήποτε αλλού!!!).

Ρε μαλάκα τι κάνεις κλεισμένος σπίτι; Ψωλοβροντάς όλη μέρα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλλιώς = φουντούκια. Βλέπε ημοκοράς, μόνο που για να το προσδιορίσουμε καλύτερα είναι οι τύποι, τύπισσες που τα μαλλιά τους συνήθως είναι σγουρά ή κατσαρά και δεν τους κάθονται όπως θα ήθελαν και, προσοχή, ποτέ δεν κυκλοφορούν μόνοι τους. Να σημειωθεί ότι ο όρος χρησιμοποιούταν και πριν την ύπαρξη του όρου ημοκόρος για τους brit – popάδες που σύχναζαν στο decadence και στο pop. Γενικά οι alternative, εναλλακτικοί τύποι.

- Αυτή δίπλα είναι η παρέα με τους κεφτέδες που τους πετυχαίνουμε όλο στο booze;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο φλώρος, το μαμμόθρεφτο.

Άντε ρε μαλακομπούκωμα από 'δώ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified