Τρέπεται έτσι μειωτικά το όνομα του κόμματος ΣΥνασπισμός ΡΙΖοσπαστικής Αριστεράς, ΣΥ.ΡΙΖ.Α., άκα ΣφΥΡΙΖΑ. Το αντικείμενο της ειρωνικής τροπής είναι η έφεση του συγκεκριμένου κόμματος στον καταγγελτικό λόγο και την διαμαρτυρία, τα οποία εκλαμβάνονται από αντιπάλους του ως απλή τσυρίδα (με ύψιλον μπαμπουινιστί εκ του συρίζω).

  1. Σκίζουν τα στριγκάκια τους στον τΣΥΡΙΖΑ για τους «Τούρκους» (Εδώ).

  2. Η ματαιοπονία του ΤΣΥΡΙΖΑ...
    Η σύμπτυξη των απόμαχων της ανανεωτικής κομμουνιστικής αριστεράς, των ανθρώπων (και αγωνιστών), που έχουν περάσει προ πολλού την κλιμακτήριο της ιδεολογικής και πολιτικής παραγωγικότητας, δημιούργησε το ΣΥΡΙΖΑ.
    Στην κύρια... συνιστώσα του, το Συνασπισμό, η απόπειρα να παντρευτούν η, ανεξίτηλη, ΚΝίτικη κουτοπονηριά, με το σύγχρονο life style, οδήγησε στην επιλογή του …Αλέξη. ( Είναι, περίπου, σίγουρο πως αν τον έλεγαν …Βρασίδα, δεν θα επιλέγονταν !...).
    Για μια σειρά λόγους – δεν είναι απαραίτητη η ανάλυσή τους σ΄ αυτό το σημείωμα – η λέξη και η μεταφορική έννοια «φούσκα», βρήκε σημείο αναφοράς της, εκτός από το χρηματιστήριο και στο όνομα Τσίπρας… (Εδώ).

  3. Κι ἐσὺ τέκνον Τσίριζα;
    syriza watch
    Τελικὰ δὲν εἶναι/ἦταν προνόμιο καὶ τακτικὴ ἀγῶνος μόνον τῶν τεταρτοδιεθνιστῶν! Ἀκροδεξιοὶ προφανῶς, ἔχουν μπουκάρει καὶ στὰ σεπτὰ μετερίζια τῆς Συριζᾶ.
    Διότι... δὲν ἐξηγεῖται ἀλλιῶς...
    Ποιὸς φασίστας ἐνεπνεύσθη τὴν ἀφίσσα αὐτὴ καὶ δὲν ἔβαλε κἄνα σκοῦρο χρωματάκι σὲ (κάποιο ἀπὸ τὰ) προσώπατα τῶν ἀνθρωπακίων-ψηφοφόρωνε; Ποιὸς ῥατσίστας τοὺς ἔκανε ὅλους λευκούς; Ποιὸς ἀποκλείει τοὺς ἀφροαφρικανούς, ἔγχρωμους, χαλκόχρωμους,ἐρυθρόδερμους, κίτρινους ἀπὸ τὸ γίγνεσθαι τῆς χώρας μας ἡ ὁποία τόσα χρωστᾷ σὲ αὐτούς; Ποιὸς προκρίνει τὴν πολιτικὴ γκετοποιήσης; Γιατὶ ἐνθαρρύνονται τέτοια σκοταδιστικὰ φαινόμενα ἐντὸς μάλιστα τοῦ τεμένους τῆς ἀνοχῆς τοῦ διαφορετικοῦ, τοῦ πολυχρονεμένου μας συριζᾶ; (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος που χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράφει κινητήρες πετρελαίου που κροταλίζουν περισσότερο από το κανονικό. Ενδεικτικό είτε αρρύθμιστου κινητήρα, είτε σοβαρότερης βλάβης.

Έχει να κάνει με τον τενεκεδένιο ήχο που κάνει το καπάκι στις φθηνές παλαιές κατσαρόλες, όταν αυτό χτυπάει επάνω της όταν βράζει το νερό / φαγητό.


Ο ίδιος όρος επίσης χρησιμοποιείται και για τα «απρόσωπα» αυτοκίνητα, δηλαδή εκείνα που έχουν φτιαχτεί κυρίως για να εξυπηρετούν απλώς τις ανάγκες μεταφοράς από ένα σημείο στο άλλο και όχι για, ή και για οδηγική απόλαυση.

Έχει να κάνει με το ότι μία κατσαρόλα είναι ένα απλό χρηστικό αντικείμενο που υπάρχει απλά και μόνον για να κάνει την δουλειά του και όχι για να προσφέρει διασκέδαση, απόλαυση ή χαρά (το φαγητό που μαγειρεύεται μέσα στην κατσαρόλα είναι άλλη ιστορία βέβαια...).

  1. Σαν κατσαρόλα ακούγεται το μοτέρ σου...

  2. Αυτό το αυτοκίνητο δεν έχει «ψυχή», σκέτη κατσαρόλα είναι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η τσιρίδα που ακούγεται σε τηλεοπτικά παραθύρια ή από τηλεντελάληδες που διαλαλούν την όποια πραμάτεια τους, μετατρέποντας την τηλεόραση σε άλλο τσιριδοκούτι. Αυτός που συνηθίζει την τηλετσιρίδα χαρακτηρίζεται ως τηλετσιρίδας με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα τον πολιτικό Άδωνη Γεωργιάδη.

1. Σ´ έχουν πάρει κοντά τα κολλεγιόπαιδα ως τηλετσιρίδα και ενδεχομένως για να σπάνε πλάκα. Κατέβασε λίγο τον αμανέ.

2. Με τον τηλετσιρίδα υπουργό η υγεία μας είναι εξασφαλισμένη ανεξάρτητα από τη χρήση της τεχνολογίας. η κάλπη μίλησε ο λαός ψήφισε

(από Khan, 11/12/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μπάσο τύμπανο (αγγλικά: bass drum), επίσης γνωστό ως μπότα ή κάσα (προερχόμενο από το ιταλικό cassa), είναι το μεγαλύτερο τύμπανο του συνόλου και χρησιμοποιείται για την παραγωγή βαθύφωνων τόνων. Η κάσα στην καθομιλουμένη των ντράμερ ή γενικότερα μουσικών κρουστών λέγεται και γκρανκάσα.

Συχνά γκρανκάσα λέμε μια γριά ή τουλάχιστον λέγαν οι παλαιότεροι (μπαμπαδισμός). Λογική δεν υπάρχει. Ίσως το γεγονός πως η λέξη είναι παλαιά ιταλική από την περίοδο της προκλασικής μουσικής και το συγκεκριμένο όργανο είναι μεγάλο, βαρύ και θορυβώδες, έφερε στο μυαλό των Νεοελλήνων παλαιοτέρων δεκαετιών που λίγη σχέση είχαν με μουσική παιδεία την εικόνα μιας άσχημης και γκρινιάρας ''μέγαιρας'' γριάς γυναίκας.

- Βρε την γκρανκάσα όλη μέρα γκρινιάζει.
- Πούτσο θέλει η πουτανόγρια...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified