Η ξενέρωτη γκόμενα. Ντεκαβλέ. Ψυχρή συναισθηματικά και ερωτικά, και συνεπώς άπαρτη.

Βλ. -μούνα.

Από το νέτι:

-Καμια κρυομουνα ξενερωτη ψευτοσεμνοτυφη γκομενα θα εισαι! Απο μπροστα παρθενα και απο πισω μπαινουν τρενα! Αντε και γαμησου ρε τσολι ...

-Η καλεσμένη Σπεράντζα Βρανά χαρακτήρισε ανύπαντρη 35άρα τηλεθέατρια που επί 5 χρόνια δεν είχε σχέση, «κρυομούνα».

-Ποιο να'ναι το αντιστοιχο του «μαλακοκαυλης»για τις γυναικες; Υποθετω«κρυομουνα»;

Η πιο κρυομούνα από τα Bond girls. (από Khan, 28/11/12)

βλ. και παγόμουνο, ice queen

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στις χειμωνιάτικες μέρες που έξω βρέχει ή χιονίζει και κάνει κρύο, το ζευγάρι δένεται περισσότερο μέσα στην ζέστη του σπιτιού (όσοι έχουν θέρμανση) και κάνουν διάφορα πράγματα.

- Πάμε κανά σινεμά τσιμπητέ;
- Πού να τρέχουμε μέσα στην καταιγίδα; Θα κάτσουμε μέσα με την Λούλα. Κάνει παγωνιά, καιρός για εξήντα εννιά!

Σχετικοάσχετο (από Khan, 26/01/14)

Καιροί για έρωτες: κάνει κρύο, καιρός για δύο, κάνει κρύο, καιρός για τρίο, κάνει παγωνιά, καιρός για εξήντα εννιά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified