Ρήμα: μένω πάκης

Είναι η στάση που κράτησε ο πρόεδρας (πλέον) της Δημοκρατίας σε σειρά ζητημάτων όπως,
1) στο επεισόδιο στην ΑΝΤ τιβί μεταξύ των Κανέλλη, Δούρου, Κασιδιάρη, 2) στα γεγονότα μετά τη δολοφονία Γρηγορόπουλου, που κάηκε το κέντρο της Αθήνας και καταστράφηκαν χιλιάδες επιχειρήσεις, 3) στο επεισόδιο στη βουλή με τον Μεϊμαράκη, που περιλάμβανε και τον πούτσο του τελευταίου, που ως γνωστόν είναι ο πιο ωραίος.

Έτσι γεννήθηκαν τα σε ευρύτατη χρήση, μένω Παυλόπουλος, μένω Προκόπης, μένω Πάκης, ώσπου προέκυψε -ήταν αναμενόμενο- το λιτό και συμπυκνωμένο, στάση Πάκη, στάση που σημειωτέον επιβραβεύτηκε στον ύψιστο βαθμό από την Πρώτη φορά τόσο Αριστερά κυβέρνηση.

Μη γίνει και στάση τρόλεϊ στο τέλος, ή μετρό...

- Γιάνης Πανούσης πλέον. Κορυφαίος υπουργός
- Ωχ... Τι είπε πάλι;
- από χθες που είπε ότι με την στάση του Παυλόπουλου δεν είχαμε νεκρό στη νομική
- στάση Πάκη

● Μας χαλάει να αντικαταστήσουμε το «χαλλαρά» στην Θεσσαλονίκη με το «μένω πάκης». Βασικά δεν έχει Λάμδα!

● άρχισαν τα όργανα σήκω απ την θέση σου -πάκη σου μιλάνε

● Επειδή σταμάτησε η βροχή, τον Πάκη τον πότισε κανείς σήμερα;

-Ωραία γαρδένια. Στην ορκωμοσία του Πάκη. -Ο Πάκης είναι

Πρ.Παυλόπουλος: Απεχθή τα φαινόμενα ξενοφοβίας και ρατσισμού Δημοσιογραφος: Κ πως τα αντιμετωπιζετε κυρ Πακη μου;; Πακης: Κοκκαλώνοντας!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αντίστροφα προς το «φασούλι το φασούλι, γεμίζει το σακούλι», η παροιμία αυτή δείχνει ότι από μικρές διαρροές σε μια κοινοβουλευτική ομάδα μπορεί και να πέσει η κυβέρνηση. Εκφράζει το άγχος κομμάτων που έχουν ισχνή αυτοδυναμία και δεν έχουν περιθώριο να τιμωρούν «αντάρτες» βουλευτές με αυτονομία λόγου και δράσης, αλλά πρέπει και να τους γλείφουν κιόλας. Αν πάλι καρατομηθούν, τότε αρχίζουν να ζώνουν τα φίδια. Ο λόγος βέβαια για τον βουλευτή Αρκαδίας Πέτρο Τατούλη, την κριτική του στον Καραμανλή και την μοίρα του.

Σλανγκασίστ: Hank.

  1. «Ελεύθερη Ώρα»: Τατούλη το... Τατούλη αδειάζει το σακούλι και ο Αρκάς βουλευτής καρατομήθηκε, γιατί όπως θα έλεγε κι ο Καζαντζάκης... Ήθελε λέει, νάταν λεύτερος... διαγράψτε τον.

  2. «Big Roads TV»: Αν ήταν όλοι οι επαναστάτες σαν τον Τατούλη, θα είχαμε ακόμα Τουρκοκρατία» είπε ο μπαμπάς μου και μετά άρχισε τραγουδάει : «Τατούλη τον Τατούλη / Αδειάζει το σακούλι» και τότε πετάχτηκε σαν πορδοβούλωμα η αρδεφή μου η Ευγενία και του είπε : «Θα ήθελες να ήσουνα κι εσύ σαν τον Τατούλη; Εκτός που τον έβγαλε στην εκπομπή του ο Λαζόπουλος, λένε πως θα του δώσει λεφτά η κυρία Γιάννα Αγγελοπούλου να κάνει δικό του κόμμα ! Κι εσύ, αντί να κάνεις κάτι, δουλεύεις και το απόγευμα ντελιβεράς σε πιτσαρία για τρείς κι εξήντα. Κακομοίρη !».

Πέτρος Τατούλης (από Dirty Talking, 19/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ευχαριστώ κατ' αρχήν το Χαλικούτη γι' αυτό το swinging από λήμματα που κάναμε (αντιδάνειο βέβαια το δικό μου προτεινόμενο). Ευχαριστώ και τον Ιησού, ο λόγος του οποίου γίνεται πάντα προσεκτός από τους έχοντες ώτα, όπως και τα θαύματα - λήμματά του.

Λοιπόν, το «κουλτούρα να φύγουμε» είναι ατάκα του Χάρρυ Κλυνν από τον δίσκο «Έθνος Ανάδελφον» το 1985. Ανήκε σε μια σειρά από νούμερα που σατίριζε την (κατά την γνώμη μου αξιόθαυμαστη) προσπάθεια της αείμνηστης Μελίνας Μερκούρη να αναβαθμίσει την πολιτιστική ζωή της Αθήνας. Πλην ο Χάρρυ Κλυνν σατίρισε ένα σχετικό σύνδρομο υπερκουλτουρίασης που κατείχε τους Έλληνες. Και τις τραγελαφικές καταστάσεις που δημιουργήθηκαν. Λ.χ. η «κυρία»-γκόμενα (στον δίσκο) πάει τον Βασίλη (κύριο χαρρυκλυννικό ήρωα) στο Ηρώδειο, κι αυτός νομίζει πως βρίσκεται σε κέντρο με την Ρίτα (Σακελλαρίου) και τον Γιαννάκη (Πάριο). Ή ο γιος πάει την ηλικιωμένη μάνα του στο Ηρώδειο, κι αυτή κάνει πολύ αστείες ερωτήσεις.

Θα αρχίσω κατ΄ανάγκη απ' το τέλος. Το «κουλτούρα να φύγουμε» είναι το άσμα που κλείνει όλο αυτό το αφιέρωμα στην Μελίνα. Προφανώς, το λογοπαίγνιο είναι ανάμεσα στο «κουλτούρα» και το «κατούρα». Αυτό φαίνεται από το σύνολο τετράστιχο, που είναι ως εξής:

«Κουλτούρα να φύγουμε, κουλτούρα να φύγουμε,
και τίναξέ την να πέσει, και η τελευταία σταγών,
κουλτούρα να φύγουμε, κουλτούρα να φύγουμε,
με Μπρεχτ και τσιφτετέλια, θα δικαιωθεί ο αγών!».

Εννοείται ο αγών της Μελίνας Μερκούρη και των Ελλήνων που συντονίστηκαν με το όραμά της. Οπότε την έκφραση την λέμε, όταν δεν έχουμε καταφέρει να αντέξουμε ένα υπερκουλτουριάρικο έργο, όσα αντισώματα υπερκουλτουρίασης κι αν διαθέτουμε. Λ.χ. βλέπεις τον «Αντρέι Ρουμπλιόφ» του Ταρκόφσκι στην ορίτζιναλ βερσιόν των 4,5 ωρών. Ε, κάποτε μετά την τρίτη ώρα, δεν θα πεις το «κουλτούρα να φύγουμε» και θα σηκωθείς να φύγεις; Η παρομοίωση είναι με το ότι κατουράς πριν κάνεις κάποιο εγχείρημα, ας πούμε κατουράς πριν μπεις στο αυτοκίνητο για να πας κάπου, μια εκδρομή, κτλ.

Στο παράρτημα οι υπόλοιπες λεπτομέρειες.

Με πήγε η Μαριλού να δούμε την τελευταία ταινία του Θόδωρου Αγγελόπουλου. Ε, λοιπόν, ρε πούστη μου, όση ώρα ήθελε ένας αντάρτης να κατέβει από το βουνό στην πραγματικότητα, άλλο τόσο ήθελε και στην ταινία! Τέσσερις ώρες θες να κατέβεις απ' τα Καλάβρυτα; Τόσο έκανε κι ο αντάρτης στην ταινία! Της το πα και της Μαριλούς και τι μου απαντά! «Όχι κάνεις λάθος, στην ταινία θέλει περισσότερο. Είναι η τεχνική της επιβράδυνσης. Αυτό είναι το μεγάλο μυστικό του Αγγελόπουλου που κάνει τις ταινίες του μοναδικές!». Ε, τέλος πάντων, κάπου στην τέταρτη ώρα είπα στην Μαριλού «κουλτούρα να φύγουμε» και την κάναμε για μπουζούκια!

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΧΑΡΡΥΚΛΥΝΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ

Το τραγούδι έχει ως εξής:

(Πρώτη στροφή ποπ)

Στο Σχιστό, στο Κερατσίνι,
διευθύνει ο Μαντσίνι,
κι η Γλυφάδα ξεφαντώνει
με Μπεζάρ και Κηλαηδόνη.

(μετά λαϊκά)

Στα Νταμάρια, στην Πεντέλη,
Ντάριο Φο και τσιφτετέλι,
και στο Ρέμα Χαλανδρίου,
οι γυμνόστηθες του Ρίου.

Εσκιμώοι, Εσκιμώοι και Κινέζοι,
Λάπωνες, Λάπωνες και Γιαπωνέζοι.
μωρ' και στου Βά- και στου Βάρβουλα τον λάκκο,
παίζουν Μπρεχτ, παίζουν Μπρεχτ και Μπακαλάκο.

Στο πρώτο μισό δείχνει την παρεξήγηση του Βασίλη με την γκόμενά του. Αυτή του λέει «πάμε να δούμε την »Κάρμεν« (του Μπιζέ), θα είναι και η Μελίνα». Κι αυτός σκέφτεται «δεν μπορεί δυο τραγουδιάρες, Κάρμεν-Μελίνα, καλό μαγαζάκι θα είναι!». Και ρωτάει «έχει η Κάρμεν κανά τραγουδάκι δικό της ή λέει της Ρίτας και του Γιαννάκη κι αυτή;». Μόλις φτάνουν, το Ηρώδειο αρέσει στον Βασίλη και λέει «ωραίο, ρουστίκ με τα κολωνάκια του!». Κι όταν βγάζει την φωνάρα η σοπράνο, λέει ο Βασίλης «Πω πω φωνάρα, κοίτα να δεις, ταλεντάρες και να τραγουδάνε στα νταμάρια! Χαθήκανε ρε παιδί μου τα καλά τα μαγαζά;».

Μετά η σκηνή πάει σε γιο και μάνα του, με την περίφημη ατάκα του την έδοκε του Ορέστη. Και «πω πω τις κάλτσες του έπαιξε ο άνθρωπος. Όταν βγαίνει η πρωταγωνίστρια, η μάνα λέει »πάμε να φύγουμε παιδάκι μου, θα μας φάει η μαϊμού!«. Ο γιος στην αρχή διαμαρτύρεται: »Ποια μαϊμού ρε μάνα, η πρωταγωνίστρια είναι!«. Αλλά μετά συναινεί με το »'ντάξει ρε μάνα, κουλτούρα να φύγουμε, άμα λάχει ναούμ« μετά το οποίο αρχίζει το ομώνυμο άσμα, όπερ παραπάνω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified