Το αντρικό γενετικό μόριο. Συνήθως λέγεται για να δείξει υπερβολή ώς προς το μέγεθος.
- Πάω τη μαλαπέρδα μου στη γυναίκα σου να απλώσει τις κουβέρτες, ρε καραγκιόζη...
Το αντρικό γενετικό μόριο. Συνήθως λέγεται για να δείξει υπερβολή ώς προς το μέγεθος.
- Πάω τη μαλαπέρδα μου στη γυναίκα σου να απλώσει τις κουβέρτες, ρε καραγκιόζη...
Λέξεις για τους όρχεις και τα αντρικά γεννητικά όργανα συνολικά: αρχίδια, ζουβάχια, καλαμπαλίκια, καμπανέλια, καρύδες, κοκόβια, κοχόνια, κρεμαντζόλια, λιμπά, λυμπά, μπομπόλια, οικογένεια, παπάρια, τζοχανταραίοι. Ειδικά για συνώνυμα του πέους δες πέος.
Λέξεις για τα γυναικεία γεννητικά όργανα: γατάκι, κουτί, μουνί, μουτζό, μύδι, νιμού, πιπί, πουτί, πράμα, τρύπα, ψωλότσεπη.
Got a better definition? Add it!
Ευμέγεθες πέος, συνώνυμο με τη λέξη κρεατόβεργα.
- Και ενώ οι υπόλοιποι κολυμπούσαν, ξαφνικά ο Μάρκος έσκασε μύτη από τη σκηνή κραδαίνοντας το κρεατομάτσουκο.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η ευπαρουσίαστη κοπέλα, η όμορφη και σέξυ.
- Πωπω, η Κατερίνα από το σχολείο είναι αυτή ρε; Που ήταν γεμάτη σπυράκια και σώμα σαν άντρας; Πώς έγινε έτσι τούμπανο ρε;
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Αν την δεις θα καταλάβεις τι εννοώ. Η κοντή γεματούλα, χωρίς το γνώθι σεαυτόν, που μου φοράει το μίνι, καλτσόν δίχτυ και μπότα μαύρη.
Κοίτα, κοίτα τον μπόγο, την χιονόμπαλα, λύγισμα και κούνημα και αυτοπεποίθηση το κοντοπούτανο! Με τρελή πίπα θα τον κρατάει τον άλλον τον χάφτα δίπλα της.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Το πέος. Έκφραση που χρησιμοποιείται για να δοθεί έμφαση στο στοιχείο του ανδρισμού εν μέσω απαξιωτικού διαλόγου.
Δεν πα να βρήκε άλλους δέκα... στο κλαρί μου. Δε δίνω μία για την πατσαβούρα.
Βλ. και κλάρα
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η εύπιστη κοπέλα.
– Καλά, η Κατερίνα το πίστεψε όταν της είπα ότι είμαι ερωτευμένος μαζί της και τώρα μου έχει γίνει τσιμπούρι!
– Εγώ σου το 'χα πει ότι είναι αγαθομούνα...
Η καημένη μωρέ, είναι τόσο αγαθομούνα που πίστεψε ότι ο Χρήστος την έχει ερωτευθεί…
Got a better definition? Add it!
Το μπάζο, η γκόμενα χόμπιτ που δεν βλέπεται για κανένα λόγο, δεν πάει μαζί της ούτε ο Κουασιμόδος.
- ...και μου δίνει msn, στελνεί ολόσωμη photo και τι να δώ ρε μλκ; Μια φιλτρομπαζούκα με τρίχες! Άσ' τα να πάνε και νόμιζα οτι θα μηδενίσω το κοντέρ να φύγουν επιτέλους οι flintstones!
Got a better definition? Add it!
Οτιδήποτε το γαμάτο, υπέροχο, που γαμεί μανούλες και τέτοια. Επίσης χρησιμοποιείται και για τις σέξι και όμορφες γυναίκες.
- Πω μαλάκα, δες μηχανή. Kawasaki Zephyr μονταρισμένο στα 1300cc.
- Μιλάμε για το απόλυτο τούμπανο.
- Πω πω, τι τούμπανο είσαι εσύ μωρό μου!
- Άει στο διάολο, βλαμμένε!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Το άτομο που γενικά θυμίζει το μόριο του άντρα σε μορφή, συμπεριφορά ή συνήθειες.
- Στ' αρχίδια μου!
- Πουλιλόμορφος είσαι, τι θα έλεγες;
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η γκόμενα που έχει σκυλόφατσα και μοιάζει εντελώς καμμένη/κατεστραμμένη. Πολλές φορές η εν λόγω γκόμενα έχει επιπλέον μπάσα φωνή ή/και μιλάει σαν νταλικέρης.
Παρόλα αυτά τα σκυλιά μπορεί να έχουν ωραίο σώμα, οπότε η πλειοψηφία των ανδρών είναι (όπως πάντα) έτοιμη να παραβλέψει τα ανωτέρω γαβγιστερά χαρακτηριστικά και να ρίξει έναν πούτσο αν του κάτσει κανένα...
(Σχόλια παρευρισκόμενων ανδρών)
- Ω ρε ένα κοπρόσκυλο...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified