Η διάσημη μάρκα τσιγάρων Malboro για τους μη αγγλομαθείς.
Η διάσημη μάρκα τσιγάρων Malboro για τους μη αγγλομαθείς.
βλ. και καύλορο
Got a better definition? Add it!
Λατέρνατιβ. Ο σύγχρονος νέος που υποτίθεται ότι πάει κόντρα στο μουσικό, ενδυματολογικό και κοινωνικό κατεστημένο. Στην ουσία ένας επαναστάτης του κώλου, ένας μαλάκας του γλυκού νερού.
Ένας λατέρνατιβ τύπος:
Στην ουσία ο λατέρνατιβ είναι ένας πολύ δυστυχισμένος άνθρωπος. Από μέσα του νιώθει ότι θέλει να σκίσει τα επιμελώς ατημέλητα trendy ρούχα του, να φορέσει το ριγέ σακάκι του το διπλοσταυροκουμπωτό, το καναρινί πουκάμισο, το άσπρο παντελόνι και το φούξια καστόρινο μοκασίνι του και να τα σπάσει στα μπουζούκια, ολοκληρώνοντας με έναν απίστευτο οργασμό χυδαίου τσιφτετελιού πάνω σε έναν δίμετρο λόφο από γαρίφαλα, στην πίστα της Στέλλας Μπεζαντάκου.
Κάθε φορά που βλέπει διαφήμιση του derti fm, μπορεί να δείχνει ότι το σιχαίνεται, μέσα του όμως ένας μικρός μπουζουκόβιος κλαίει, με τα δάκρυα να κυλάνε και να χάνονται στο δασύτριχο στήθος του. Το όνειρο ζωής του είναι να τον δείξουν οι ειδήσεις του Star και να δει live την Έφη Θώδη.
Αυτά όμως πρέπει να τα ξεχάσει, γιατί τώρα η Ελλάδα είναι Ευρώπη, πρέπει να εκσυγχρονιστούμε, να γίνουμε ξεχωριστοί και μοντέρνοι. Είναι χειρότερος από έναν απλό μπουζουκόβιο, γιατί δεν έχει τα αρχίδια να παραδεχτεί αυτό που του αρέσει και να είναι αυτός που πραγματικά θέλει.
...
Βλ. και εντεχνindie
Got a better definition? Add it!
Διευκρινίζεται οτι η έκφραση δεν έχει απολύτως καμία σχέση με τον ηρωικό αγωνιστή του 1821 στον οποίο ενδεχομένως παραπέμπει το άκουσμά της. Απλά αποτελεί μια άλλη εκδοχή για το τηλεκοντρόλ (telecontrol). Δηλαδή το ασύρματο (η μη) τηλεχειριστήριο ηλεκτρικών συσκευών, όπως τηλεοράσεις, δορυφορικοί δέκτες, κλιματιστικές συσκευές κλπ.
Η έκφραση αποδίδεται σε άτομο ελληνικής καταγωγής ηλικίας περίπου 3 ετών, όπου για λόγους προστασίας της ανηλικότητας δεν αναφέρονται τα στοιχεία του. Παρατηρήστε ότι η έκφραση ως ευηχεστέρα (μπαρδόν για το κακέμφατον) της αυθεντικής, δύναται να την αντικαταστήσει στη καθημερινή χρήση.
Μπαμπά, που είναι το κολοκοτόν; θέλω να δω την «Πέπα το γουρουνάκι».
Got a better definition? Add it!