Και συχνά στον πληθυντικό: σκυλόσκατα. Ναι, είναι αυτό που νομίζεις: Τα σκατά του σκύλου.

  1. Ο εχθρός Number#1 δεν είναι αυτοί που δεν θέλουν σκύλους. Είναι οι σκυλάδες με τα σκυλόσκατα, γιατί τελικά αυτοί ευθύνονται για: - Το σκυλορατσισμό. - Τις φόλες. Είναι εξίσου υπαίτιοι όσο και οι φολορίχτες. (Dogforum).
  2. Λοιπόν προτείνω να ιδρυθεί Δημοτική Αστυνομία Σκύλων. Θα είναι ράμπο που θα κυκλοφορούν στους δρόμους με γκλομπς και μπλοκάκια για να κόβουν κλήσεις και θα παρακολουθούν αυτούς που βγάζουν βόλτα τα σκυλιά τους. Το πρόστιμο θα κόβεται στο όνομα του ιδιοκτήτη του σκύλου....και όχι βέβαια της φιλιππινέζας που το βγάζει βόλτα...... [...] Τα γκλομπς θα χρησιμεύουν για τους ζόρικους ιδιοκτήτες του τύπου: "Δεν ειναι σκυλόσκατα του δικού μου ...το δικό μου τρώει κροκέτες κοτόπουλου και έχουν άλλο χρώμα ή το δικό μου ειναι μικρόσωμο και τα σκυλόσκατα αυτά δεν αντιστοιχουν στο μέγεθός του"... και άλλες τέτοιες μαλακίες του Αθηναίου. (Διά την πάταξιν των σκυλόσκατων).

Μεγαλύτερο ενδιαφέρον, πάντως, έχει η χρήση του όρου για να χαρακτηρίσει μια πολύ άσχημη κατάσταση, μια σκατάσταση.

Σκυλόσκατα η κατάσταση, εν γένει... (Εδώ).

Ή έναν άνθρωπο που είναι μηδαμινής αξίας, ουτιδανός, ξευτίλας, σκατιάρης. Έχω την εντύπωση ότι στις μεταφορικές αυτές χρήσεις λανθάνει επίδραση από το αγγλικάνικο dogshit.

Στο πέρασμα χτες απο το ELYSIUM είχε τρείς Αλβανίδες της κακιάς συμφοράς και μια Ρουμάνα προμίλφ με καστανόξανθα μαλλιά και με μαύρο κολάν που επιδείκνυε τον κώλο της στους περαστικούς. Λίγο πιο πάνω Σωκράτους και Σατωβριάνδου ήταν δύο Βούλγαροι τραβεστί της κακιάς ώρας που κυριολεκτικά κάποιος πρέπει να είναι πολύ σάπιος να πληρώσει αυτά τα σκυλόσκατα να έχει σεξουαλικές περιπτύξεις μαζί τους. (Από μπουρδελοσάιτ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το αγγλικό shit-posting, σημαίνει τη συστηματική ανάρτηση ποστ με εντελώς ηλίθιο και σαχλό περιεχόμενο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

  1. Σιτποστάρισμα μπάτσελορ μέχει να παγώσει ο ήλιος! (Phorum).
  2. Φέρνουμε νέα εποχή στο σιτποστάρισμα.

Got a better definition? Add it!

Published

Από το αγγλικό shitposting, σημαίνει τη συστηματική ανάρτηση στο διαδίκτυο ποστ με σαχλό, ηλίθιο ή προκλητικό και τρολαριστικό περιεχόμενο, προκειμένου μεταξύ άλλων να προκληθούν αντιδράσεις, όπως χαβαλές ή και πολιτικά αποτελέσματα.

  1. Πολιτικό σιτπόστινγκ. (Εδώ).
  2. Σιτπόστινγκ σελίδα που θα παρατήσουμε σε μια βδομάδα. (Φέισμπουκ).
  3. Υπάρχει λόγος που δεν το κάνουμε, εγώ ειμαι εδώ για το σιτποστινγκ, τα memes και τα post του Light. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Συνώνυμο του σκατοποστάρω, από το αγγλικό shitposting, σημαίνει τη συστηματική ανάρτηση στο διαδίκτυο ποστ με σαχλό, ηλίθιο ή προκλητικό και τρολ περιεχόμενο, προκειμένου μεταξύ άλλων να προκληθούν αντιδράσεις, όπως χαβαλές ή και πολιτικά αποτελέσματα.

Σιτποστάρω ακούγοντας μπλίνκ και βλέποντας αμέρικαν πάι. (Φέισμπουκ).

Got a better definition? Add it!

Published