Από τη λέξη υπερπαραγωγή (hyper production στα εγγλέζικα). Χρησιμοποιείται για γκόμενα που εκτός του ότι είναι αλάβαστρο και τοπαδούρι συνδυασμός, το φοράει όλο το σύνολο από underwear μέχρι shoewear, μαλλί και make-up πολύ σωστά έτσι ώστε να μοιάζει με υπερπαραγωγή του Ηollywood, ενώ μια άλλη μοιάζει με παραγωγή ουζμπεκιστανού σκηνοθέτη με αφιέρωμα στους αρκουδο-entertainers.

- Πω τι σκάει. Χάιπερ προντάξιον!!!
- Ναι ρε yo. Πού πάει η γκομενα "τρέμουν τα πεζοδρόμια".
- Tοπαδούρ μαλάκα.
- Χάιπερ... Χάιπερ προντάξιον!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπερτούμπανο γκόμενα, τοπαδούρ, που χύνεις και μόνο με το τσεκερά. Συνηθίζεται για πιπινάκι νεαρής ηλικίας, αλλά ενίοτε μπορείς να το πεις και για μεγαλύτερη, ειδικά αν έχεις θέμα με τους flintstones. Αρκετά ποιητική και εύηχη λέξη όπως ταιριάζει στα νιαμού τέτοιου τύπου.

Προφανώς προέρχεται από την χαρακτηριστική ομορφιά που διακρίνει τα αντικείμενα που είναι κατασκευασμένα από αλάβαστρο.

-Μαν άσε το γιουφ και τσεκέραρε τι σκάει!!!
-Πωπωπω! Τι 'ναι αυτο το μωρό ρε συ! Άκου πως θα την χτυπήσω να μαθαίνεις κι εσύ ρε άμπαλε!
ΜΑΝΙΤΣΑ ΜΟΥ! ΤΙ 'ΣΑΙ ΣΥ;! ΑΛΑΒΑΣΤΡΟ!!!! ΑΛΑΒΑΣΤΡΟ ΣΟΥ ΛΕΩ!!!

(Πραγματικός διάλογος από πλατεία Ψυρρή)

Got a better definition? Add it!

Published

Νέουρας, ποντικαράς, στραβάδι ή στραβόγιαννο στο Πολεμικό Ναυτικό με ΕΣΣΟ μετά την Α 06.

Πλωτάρχης Witherspoon: - Τι σειρά είσαι νέος;
Νέοπας: - Ευπειθώς Α07. ΠW: - Πρόσεχε μην πατήσεις την ουρά σου, ποντικαρά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατάσταση που παραπέμπει σε αδυναμία περαιτέρω προσπάθειας διεκπεραίωσης κάποιας εργασίας διανοητικής ή χειρωνακτικής.

- Λες να πάμε Ν. Μάκρη για πούτσισμα σήμερα;
- Δεν λέει, κουράσεις...

Got a better definition? Add it!

Published

Ειδική διάταξη με την οποία μπορεί κανείς να αυξήσει την απόδοσή του.

- Είδες τον καινούριο γκόμενο της Λούλας;
- Ναι, έχει ειδικό μοντούλ στον αυχένα.
(και εννοεί χαίτη)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παρατεταμένη χαίτη, σχεδόν σαν του Μάικλ Νάιτ.
Την διαθέτουν πολλά είδη υπάνθρωπου όπως Μπανιάνοι (Ινδοί), Τούρκοι, Αλβανοί και Πακιστάνια.
Την χρησιμοποιούν για να βγάλουν γκόμενα.

- Κουρέψου ρε έχεις αρχίσει να αφήνεις ψευτο-Μάλετ...
- Άντε γαμήσου, ρε...

Λέξεις για τη χαίτη: (μαλλί-)λασπωτήρας, μάλετ, μουλέτι, χαιτικό, δες και χαιταίος

Σε άλλες γλώσσες: mullet (αγγλικά), nuque longue (γαλλικά), Vokuhila (γερμανικά), svenskerhår (δανέζικα), czeski piłkarz (πολωνικά), hockeyfrilla (σουηδικά), takatukka (φινλανδικά)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καραγκιόζης που σκάει με πουκαμισάκι και φλώρικο παπουτσάκι, να γαμήσει.

- Ωραίο μαγαζί αυτό...
- Ναι, αλλά τι τον έφερες τον τάκουνα μαζί ρε Σούζυ;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ιστορική φιγούρα της Αναγέννησης. Σωματοφύλακας του Βασιλιά που για όπλο φέρει mullet (τη χαίτη του)!

-Φύγε από εδώ ρε Mulleteer...
-Άντε γαμήσου ρε!

Βλ. και μουλέτι, χαιτικό, μάλετ.

Got a better definition? Add it!

Published

Ανθρωποειδές που υστερεί σε ύψος. Πετιέται εύκολα από κανόνι ή και γίγαντα. Βελτιστοποιημένο όν στο να ψάχνει στο γκαζόν.

- Γαμώτο, δε φτάνω το μπόλ...
- Αφού είσαι Midget...

Got a better definition? Add it!

Published

Υπερήρωας (superhero) της Επανάστασης... Δυστυχώς δεν είχε υπερφυσικές δυνάμεις όπως η catwoman, και ούτε ανήκε στην marvel.

- Πού πας ρε καραγκιόζη;
- Της μάνας σου...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified