Τα χρήματα.
Έχει πολλή πρασινάδα. Για αυτό όλοι τον έχουν από κοντά.
Τα χρήματα.
Έχει πολλή πρασινάδα. Για αυτό όλοι τον έχουν από κοντά.
Got a better definition? Add it!
Το γκομενάκι εκ του αγγλικού chick (<chicken = κοτόπουλο).
Παίζει κάνα καλό τσικ στο πάρτι;
Got a better definition? Add it!
Η γκομενίτσα από το αγγλικό chick (<chicken= κοτόπουλο).
Θα παίζει και κάνα τσικιό στην παρέα;
Got a better definition? Add it!
Ο παχύς και μαλθακός άνθρωπος, ο μούσχαρος, το μοσχάρι.
Άντε να βγει να δουλέψει λίγο το δαμάλι που κάθεται και τρώει όλη μέρα!
Got a better definition? Add it!
Ο παχύς άνθρωπος.
Βαρέλι έχεις γίνει, κόψε τη μασαμπούκα!
Got a better definition? Add it!
Ο χοντρός και ογκώδης άνθρωπος, μεταφορά από το ερπυστριοφόρο τρακτέρ.
Κυκλοφορεί με ένα κατερπίλαρ που τον έχει σαν μπράβο.
Got a better definition? Add it!
Η γκομενίτσα εκ του αγγλικού chick (<chicken = κοτόπουλο).
Τόνι, πώς μπορώ να γίνω το τσικάκι σου; (Εδώ).
Got a better definition? Add it!
Η οικογένεια από το αγγλικό family σε κομμέ εκδοχή.
Είναι χόμι από τη φαμ.
Got a better definition? Add it!
Τα δύο λακκάκια στην οσφύ σε σέξι αδύνατα σώματα, μεταφορά από το dual analog controller.
Έχει αυτό το dual analog που με τρελαίνει!
Got a better definition? Add it!
Ο γκραφιτάς που ασκεί την τέχνη του σε τρένα και σε συρμούς του μετρό.
Δεν κάνει γκράφιτι σε σπίτια, είναι τρενάς.
Got a better definition? Add it!