Στην κωδικοποίηση των στρατιωτικών γευμάτων είναι το μεγάλο και προφ αφόρητα σκληρό κομμάτι παστίτσ(ι)ο.
- Πάλι τούβλο έχει, θα σπάσω κανά δόντι και θα πάρω αναβολή...
Στην κωδικοποίηση των στρατιωτικών γευμάτων είναι το μεγάλο και προφ αφόρητα σκληρό κομμάτι παστίτσ(ι)ο.
- Πάλι τούβλο έχει, θα σπάσω κανά δόντι και θα πάρω αναβολή...
Got a better definition? Add it!
Στο μπάσκετ είναι το πολύ άστοχο σουτ. Κυρίως λέγεται έτσι το σουτ που πετυχαίνει μόνο ταμπλό και καθόλου στεφάνι.
Έτσι τα σουτ διακρίνονται ως εξής:
αερόμπαλα : Έξω χωρίς να ακουμπήσει τίποτα.
Το τούβλο πιθανολογώ ότι λέγεται έτσι επειδή καθώς πέφτει με δύναμη πάνω στην μασίφ επιφάνεια του ταμπλό, παράγει έναν δυνατό υπόκωφο ήχο σαν να ρίχνεις τούβλο σε συμπαγή επιφάνεια. Ίσως και να σημαίνει ότι αυτός που τό 'ριξε είναι τούβλο και δεν αξίζει τα τούβλα από γιούρια που παίρνει. Πολλά δυνατά τούβλα ρίχνονται όταν τελειώνει ο χρόνος, είτε της επίθεσης είτε, κυρίως, της περιόδου, οπότε ο παίκτης βαράει από του διαόλου το μπαμπά.
Πρβλ. και τούβλοβιτς.
- Διαμαντίδης από το κέντρο... [Διακοπή, κράτημα της ανάσας]. Με ένα τούβλο θα τελειώσει το ημίχρονο.
Got a better definition? Add it!
Το πολύ μεγάλο και βαρύ βιβλίο, στη γλώσσα των μαθητών και φοιτητών.
- Ρε συ, είδες το βιβλίο της Φυσικής που μας δώσανε; Είναι και πολύ τούβλο!
Got a better definition? Add it!
Επί δραχμής, το πακέτο του ενός εκατομμυρίου σε πεντοχίλιαρα. Διακόσια πετσετάκια κολαριστά είναι λογαριαμός και παραπέμπουν από πλευράς όγκου και βάρους σε τούβλο, εξ ου και η ονομασία.
— Τα μέτρησατε κύριε Παμπλουτίδη τα χρήματα;
— Τι να μετρήσω παιδί μου; Τρία τούβλα είναι. Ίσα που μας βγάζουν το Σαββατοκύριακο...
Got a better definition? Add it!
Ο βλάκας, κυρίως με την έννοια του ανεπίδεκτου μαθήσεως.
Η κοτσάνα, η βλακώδης κουβέντα.
Η Νατάσα, μεγάλο τούβλο. Οι γονείς της έχουν ξοδέψει μια περιουσία σε ιδιαίτερα και σε φροντιστήρια, αλλά δίνει τρίτη φορά εξετάσεις και δεν περνά...
Και κει που συζητούσαμε σοβαρά, άρχισε να μου πετάει κάτι τούβλα, την χέσαμε τελείως την κουβέντα, πάει.
βλ. και μπετόβεργα, στόκος, γκασμάς
Got a better definition? Add it!
Υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες ηλεκτρονικών τούβλων:
Αγγλιστί: brick.
Xperia X10 mini pro σε κατασταση "τούβλο" Έχω το Xperia x10 mini pro και χθές, σε μία αποτυχιμένη προσπάθεια να του περάσω άλλο android το κινητό "πέθανε". Ακομα και αν συνδέσω φορτιστή δεν ανάβει τίποτα. Κανένα σημάδι ζωής. (εδώ)
Got a better definition? Add it!