Στην καθομιλουμένη και ειδικότερα στη μαθηματική, τρύπα σε μία απόδειξη είναι κάθε λάθρα αναπόδεικτος ισχυρισμός, δηλαδή μία συνεπαγωγή που σε προσεκτική εξέταση δεν φαίνεται να εξηγείται με ικανοποιητική σαφήνεια και πληρότητα, άρα δεν πείθει εντελώς και εγείρει αμφιβολίες γύρω από το έγκυρό της. Όταν μία απόδειξη έχει τρύπες λέμε επίσης ότι η απόδειξη μπάζει.

Χωρίς καμιά υπερβολή, μπορεί κανείς να πει ότι οι τρύπες είναι το αντικείμενο της καθημερινής δουλειάς του μαθηματικού. Καταρχήν, κάθε επίδοξο θεώρημα –δηλαδή κάθε ισχυρισμός για απόδειξη– είναι το ίδιο μια μεγάλη τρύπα. Ύστερα, η περιβόητη διαδικασία της απόδειξης συνίσταται στο σταδιακό βούλωμα της μεγάλης τρύπας με απώτερο στόχο είτε να στεγανοποιηθεί το όλο πράμα, είτε οι τρυπούλες που θα παραμείνουν κόντρα σε κάθε ανθρώπινη προσπάθεια να είναι τόσο μικρές που δεν θα τις διακρίνει ούτε ο πιο εξονυχιστικά λεπτολόγος ρεφερής.

Γιά πάμε λοιπόν όλοι μαζί: Τι σκατά τελικά κάνει ένας ερευνητής μαθηματικός μέρα μπαίνει μέρα βγαίνει; Τη βουλώνει την τρύπα...

  1. Οι 5 τρύπες στις αποδείξεις του κ. Αλογοσκούφη (τίτλος άρθρου στον τύπο)

  2. Δε συμφωνώ με το σκεπτικό σου. Μια μαθηματική διατύπωση είναι λάθος μόνο όταν υπάρχει «τρύπα» στην απόδειξη. (από φόρουμ)

  3. — Τί θα γίνει ρε ρεμπεσκέ, θα το τελειώσεις καμιά φορά το ρημάδι το δικτατορικό;
    — Άσε ρε, πάω να τρελαθώ. Τρία χρόνια η ίδια ιστορία, μιά τρύπα κλείνω, δυό ανοίγουν. Σωστή λερναία ύδρα.
    — Ακόμα ρε με την ίδια 'πόδειξη τραβιέσαι;
    — Τί να πώ ρε φίλε. Η μάλλον, ένα έχω να πώ: κατάλαβα επιτέλους πώς τόσοι μαθηματικοί το γυρνάν στην ενθεΐα.
    — Παρακαλώ;!...
    — Λέω, έχω καταφύγει στην υπέρτατη μέθοδο απόδειξης: κομποσκοίνι, προσευχή και κεράκι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μέλος του παλιού σαλονικιώτικου ροκ συγκροτήματος Τρύπες.

  1. Κιθάρα στους Θλιμμένους παίζει ο Μιχάλης Κανατίδης (παλιά τρύπα). (από τη σελίδα της Άνω Κάτω Ρέκορντς)

  2. Στις 18 Σεπτεμβρίου η μεγαλύτερη «τρύπα» της Ελληνικής Ροκ σκηνής θα εμφανιστεί για μια μόνο συναυλία (εκεί) μαζί με τον Ψαραντώνη και τον τσελίστα Νίκο Βελιώτη για να παρουσιάσουν το νέο άλμπουμ της ανεξάρτητης εταιρίας «all together now». Για όσους δεν κατάλαβαν... αναφέρομαι στον Γιάννη Αγγελάκα, πρωτομάστορα του συγκροτήματος «Τρύπες» που αποτελεί ακόμα και σήμερα, αρκετά χρόνια από την διάλυση του, μοντέλο ροκ συγκροτήματος. (από ιστολόγιο)

Θα έλεγα αφιερωμένο στον πέο μου αλλά έχει παλιώσει το αστείο... (από knasos, 25/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από τις σεξιστικότερες ύβρεις, σύμφωνα με την οποία το γυναικείο αιδοίο (και κατ' επέκταση η γυναίκα που το φέρει) παρομοιάζεται και εξομοιώνεται με μια απλή, νέτη σκέτη Τρύπα. Στο μυαλό αυτών που το λένε (διαβεβαιώ τον Τζίζας που πρότεινε τον όρο πως το λεν αρκετοί) η λέξη αυτή είναι ακόμα υβριστικότερη από το μουνί, μουνότρυπα και τα συναφή, καθότι υποβιβάζεται πλήρως η αξία του στη μη αξία μιας τρύπας η οποία, στην καλύτερη περίπτωση να βουλώσει και τίποτ' άλλο. Απαθής, αμέτοχη και αδιάφορη για τους πάντες τρύπα, αυτό είναι η γυναίκα στο μυαλό όσων τις αποκαλούν έτσι. Μάλλον έχουν τους προσωπικούς τους λόγους και δεν έχει να κάνει με το ποιόν της γυναίκας που υφίσταται αυτή την επίθεση.

Υπάρχουν και γυναίκες που το λένε προς τις ομόφυλές τους και τότε έχει μεγαλύτερο μένος η βρισιά. Τώρα αν λέγεται και σε αδελφές, ουκ οίδα. Μεταξύ τους, υποθέτω πως ναι, το λένε.

- Αχ συγνώμη κύριε, δεν το είδα το στοπ...
- Ουστ μωρή τρύπα, μιλάς κι από πάνω...

(από ironick, 22/11/08)

Βλ. και καυλόμουνο, αμαρτωλό, ξεψώλι.

Λέξεις για τους όρχεις και τα αντρικά γεννητικά όργανα συνολικά: αρχίδια, ζουβάχια, καλαμπαλίκια, καμπανέλια, καρύδες, κοκόβια, κοχόνια, κρεμαντζόλια, λιμπά, λυμπά, μπομπόλια, οικογένεια, παπάρια, τζοχανταραίοι. Ειδικά για συνώνυμα του πέους δες πέος.

Λέξεις για τα γυναικεία γεννητικά όργανα: γατάκι, κουτί, μουνί, μουτζό, μύδι, νιμού, πιπί, πουτί, πράμα, τρύπα, ψωλότσεπη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified