Πές τα ρε μπέτα γαμώτο μου. Πόσες φορές μ' εχουνε στήσει, ξεχνώντας οτι δέν διαθέτω κινητό...
Δέ χρειάζεται να πάμε στα παλιά ελληνικά· το πάρε-δώσε, ή και παρεδώσε, έχει όλες τις σημασίες του ορισμού.
Τί λέ' ρε σαχλαμάρα, που βάζ' απόστροφ' όπου βρώ λεει... (γρρρρρρρ-γάβ!)
Ο αίαντας δυστυχώς αραίωσε τους τελευταίους μήνες.
Για πολυτονικό, μπορείς να δείς εδώ.
Ωραίος!...
Λογικά, όλο και κάποια σκηνή με σαλταδόρο θα παίζει στο «Ξυπόλυτο τάγμα» (για όποιον έχει χρόνο, εδώ).
Ναί ρε σαλίνα!... Και πρόσφατα μού 'λεγε γερμανιδούλα οτι τρώει παγωτό όταν της πονάει ο λαιμός(!), με τη λογική βάλε πάγο στο οίδημα... Άλλες κουλτούρες (πάρ' τη μιά και βάρα την άλλη βασικά, αλλα τέλος πάντων).
Χάν και Χότζας, νά 'στε καλά. Μ' έχει απασχολήσει κι' εμένα η φράση, ως φράση και ώς σημασία, και τη θεωρούσα αμερικάνικη --και ακόμα τη θεωρώ, τουλάχιστον όσο αφορά την προέλευσή της ως έχει στα ελληνικά: παλιότερα λέγαμε μόνο «γιατ' έτσι γουστάρω» ή απλά «γιατί έτσι», έχω την εντύπωση, και αυτές οι δυό εκφράσεις, ώς προς τις προεκτάσεις τους ανάλογα με όσα είπατε επάνω, απέχουν ριζικά απ' το λήμμα.
Άν εύρω χρόνο, θα πέσει και σοβαρό φίντμπακ.
Σ' όση απ' τη Δύση γνωρίζω κι' εγώ, επαυξάνω. Να βλέπαν οι ελληνίδες μανάδες τις δυτικές να βγάζουν βόλτα το μωρό μές στην παγωνιά και μάλιστα για να καταλήξουν στην καφετέρια (ακόμη και πρό καπναπαγόρευσης), δέ μπορεί, κάτι θα πάθαιναν.
Το φακλάνα ποτέ δεν τό 'χω ακούσει θετικά, να πώ την αμαρτία μου. Μόνο με την έννοια πάνω-κάτω του ορισμού του τσντίνου.
Στα ίδια, αλλα πιό έμμεσο, και το ε ή μιλάμε ή κλάνουμε.
Αυτό για την προέλευση ωραίο, γιατι έχω ακούσει πολλές φορές το γομάρι να προφέρεται χομάρι.
Βέβαια, δέν νομίζω νά 'χει να κάνει με τη συγκεκριμένη ετυμολογία, αφού συχνά το γάμμα αποηχηροποιείται σε χί, και σε περιπτώσεις βρισιδιού μάλιστα και εσκεμμένα καμιά φορά: «Βρε άι χχαμήσου», «χχάιδαρε»... Δίνει ένα φλέιβορ σιχχχαμάρας κατα την εκστόμιση, χάρη ίσως στη συγγένεια του φθόγγου με τη γνωστή μας κι' αγαπητή αποχλέπιση.
'Ντάξει, φαουλάκι, άλλο στους ώμους, άλλο στην πλάτη. Καί τα δύο για καβάλα τά 'χω πάντως. Χμ.
Ωραίο λημματάκι που μού 'χε ξεφύγει, και ωραία σχόλια. Εγώ θα το έλεγα απλά καβάλα (τυπικότερα, στους ώμους), κάτι πιό περίεργο δέν θυμάμαι νά 'χω ακούσει.
Τί να πείς τώρα για το Βέγγο, εντάξει. Απλά, ρε μάγκες, είπαμε να λείψουμε απο ελλάδα λιγάκι (γκχ-γκχ), και μας έχετε φάει Ρασούλη, Παπάζογλου και Βέγγο μές σε δυό-τρεις μήνες να πούμε... Ε ούτ' ο θεός δε τα θέλει αυτά.
Να πώ οτι εγώ τουλάχιστον, τα τελευταία πέντε-δέκα χρόνια κατάλαβα τι παίζει με τον τύπο. Απο μιά ηλικία και πέρα μου φαίνετ' άκυρο να βλέπει κανείς Βέγγο για να «χαχανίσει», που λέει ο τζόνι επάνω --για χάχανα υπάρχουν και οι σεφερλήδες (που δέ 'ν' κακοί, αλλα άλλο πράμα). Και δέ μπορώ να πώ οτι ταυτίζω τον εαυτό μου με την κινηματογραφική περσόνα του Βέγγου, αλλα την κοινωνία στην οποία μεγάλωσα με το κινηματογραφικό του σύμπαν... έ, ναί. Σε καραφλιαστικό βαθμό.
Τεράστιος ήταν ο μπαγάσας. Όλα στις ταινίες του χαρτί και καλαμάρι. Όπως λέει κι' ο ανιψιός βασικά: απέραντο σέβας.
Σε ταινία του Ογδοντατρία, με το Βέγγο, εδώ.
Απ' τα λήμματα που θέλουν οπωσδήποτε ήχο. Άμα δέν την έχεις ακούσει λάιβ, δύσκολα να πιάσεις το σωστό επιτονισμό. (Τελικά δέν έχουμε κάναν ηθοποιό στην παρέα ρε παιδιά; Γεμάτο ασκήσεις είναι το σάιτ...)
Φίλε κιολαλή, κάτσε γιατι μας την είπες άσχημα τώρα!... Τη φράση ντάγκαρ' μάγκαρ' που λές, την έχω ακούσει στα πέριξ Θεσσαλονίκης ως τζάντζαλα μάντζαλα, και αναρωτιέμαι μόλις πόση σχέση υπάρχει με το κλασικό ποιματάκι της μακριάς γαϊδούρας: «τσάνταλίνα μάνταλίνα, καί στον κώλο μιά σωλήνα, πόσα είν' αυτά;»
Πέρ' απ' ότι λέει ο Τριαντάφυλλος εδώ και ότι παρατίθεται στο σλανγκολήμμα που δίνω επάνω (στα σχόλια), με πρόχειρη αναζήτηση στο διαδίκτυο βρίσκω αυτό το σχετικό σχόλιο, το οποίο δείτε σε συνδυασμό με αυτό, Τριανταφυλλίδης πάλι.
Τό 'χω ακούσει κι' εγώ στη Θεσσαλονίκη, απο παλιούς, ως χαρακτηρισμό για κάποιον που είναι λέρα. Μάλιστα, την είχα για βαριά κουβέντα. Παλιά λέξη (ίσως και πρίν το εβδομήντα), και τείνει να εκλείψει νομίζω.
Πολύ ωραίος.
Σά' να λέμε δηλαδή, φανμποϊλίκι ίσον οπαδιλίκι (αλλέως και κοπαδιλίκι);... Απ' την άλλη, το οπαδός, ακόμα κι' όταν χρησιμοποιείται έξω απο αθλητικά ή κομματικά συμφραζόμενα, σπάνια λέγεται με αρνητική σημασία... Χμ.
Πειρατίνα, πολύ γουστάρω τα ξεκάρφωτα καμπάκ σου. :-)
Ε λοιπόν, πάει κι' αυτός.
Μαθήματα εφαρμοσμένου τουκανισμού:
Dupont asked, «Have you ever loaned pictures of your girlfriend to your brother and gotten them back all covered with stains;» [...] He did not wait for a reply but rather handed me a stack of Polaroids wherein a washed-out, naked, and bored-looking white woman posed upon a brown corduroy sofa, clutching a variety of household objects in her vagina: a flashlight, a hairbrush, a family-sized tube of toothpaste, and what looked to be a bottle of either shampoo or dish detergent. «That's my girl!» Dupont said proudly. It was his hope to get the pictures published in what he referred to as «one of the magazines.» Toward the bottom of the stack were portraits of Dupont, sitting on a rattan throne and wearing nothing but pale blue socks and a pair of aviator sunglasses. His face was twisted into a sneer, and he was leaning forward, propping his chin upon the handle of a cane carved to resemble the head of an angry lion.
In situations like this I tend to comment on the details that might allow me to walk away as quietly as possible. «That's some chair,» I said. «Where did you get that picture you've got hanging on the wall there; It always cheers me up to see a kitten sleeping in any kind of basket.»
David Sedaris, «Something for everyone», Naked, Back Bay Books, 1997
Ο οποίος προφέρεται Τζά. Αυτό λέγεται και στην ελλάδα δηλαδή;
Σωστόοοοοοος!
Άλλη μία «αλλαγή προσήμου», βλέπε ο χειρότερος, βρωμερή, και άλλα.
Ά, φιλενάδα, άμα θές καβγά ν' απευθυνθείς σε κάναν τζόνι. Εγώ δέν κάνω τέτοια. Τά 'χω μ' όλους καλά, είμαι άοσμος, άχρους και άλλα ά, προσηνής, ευπροσήγορος, καταδεκτικός, συγκαταβατικός και τα τοιαύτα βαρετά... Βασικά, άμα έχεις βρεί εραστή, είμαι άνθρωπος για να παντρευτείς. Αλήθεια.
[γκχ-γκχ...]
Αυτά τα τρίγκερ, να πώ την αμαρτία μου, δέν τα ξέρω, ούτε τά 'χω ακούσει. Οπωσδήποτε ν' ανέβουν.
Γατοκόπτης.
Μπαρδόν;...