Παιδιά, μόλις αποκαλύφθηκε ότι υπάρχει σέρβικο τραγούδι, που χορεύεται, και που παραφθορά του είναι τα ντουνεράκια και τα ντουρνεράκια.
Idi kući, očešljaj se,
lele, dunje ranke.
Dunje ranke, dunje ranke,
kruške karamanke.
Που σημαίνει κάτι σαν :
χτενίσου και ντύσου,
φρέσκο κυδώνι, φρεσκο κυδώνι
και αχλάδι καραμάνκε.(είδος αχλαδιού)
Δείτε εδώ:
http://sarantakos.wordpress.com/2010/10/18/axladi/#comment-46515
Ανασταίνω το νήμα για να επιβεβαιώσω ότι το φαερόπ ή φάεροπ είναι πράγματι της ναυτικής γλώσσας, από το αγγλ. fire up.
Μου κάνει έκπληξη ότι έχει ελάχιστες γκουγκλιές, διότι, αν δεν κάνω λάθος, είναι και σε στίχο του Σαββόπουλου (αλλά είναι στην ξεχασμένη Μαύρη Θάλασσα)
Λεξιπλασία της στιγμής δεν είναι το «πορτοκαλίζω» και ο «πορτοκαλισμός», ούτε όμως είναι και καθιερωμένο· κάτι ανάμεσα. Η παρομοίωση των ελληναράδων ετυμολόγων με τον Γκας Πορτοκάλος είναι αρκετά διαδεδομένη και όχι μόνο στο ιστολόγιό μου αλλά και σε άρθρα εφημερίδων κτλ. Εμείς είχαμε σκεφτεί έναν καιρό να καθιερώσουμε βραβεία Γκας Πορτοκάλος για τις πιο τραβηγμένες ελληνετυμολογήσεις.
Παρέμπ, στο ιστολόγιο έχουμε καθιερώσει κι άλλες λέξεις, όπως «μπεντροβάτος», «λεκανός» = καληνύχτα κτλ. Ούτε ατομικές λεξιπλασίες είναι, ούτε έχουν καθιερωθεί ευρύτερα.
Ευρύτερα, μόνο το λερναίο.
@Λιοντάρι: υπάρχουν κι άλλες λέξεις που αρχιζαν από t και τις πήραμε στα ελληνικά και αρχίζουν από «ντ». Παράδειγμα: ντομάτα, ντορβάς, νταρντάνα, ντελβές, όπου η αρχική λέξη στην ξένη γλώσσα άρχιζε από t.
Από μπ είναι ακόμα περισσότερες (που να έχουν p στην αρχική ξένη λέξη).
Υπάρχουν επίσης πολλές λέξεις που αρχίζουν από ντ αλλά δεν είναι ξενόφερτες: ντόπιος, ντύνομαι κτλ.
Το καρακόλι πράγματι είναι από τα τούρκικα, αλλά αυτό με το μαύρο χέρι πρέπει να είναι παρετυμολογία, η λέξη είναι αραβικής προέλευσης.
Τα Los Caracoles στη Βαρκελώνα, ενώ μου είχαν αρέσει πολύ πριν από 20 χρόνια, με απογοήτευσαν το καλοκαίρι που ξαναπήγα. Ίσως εγώ μεγάλωσα :)
Vikar, σ' ευχαριστώ για τη... ρεκλάμα. Η πατρότητα του ηλε- ανήκει στον Γιάννη Χάρη αλλά ο ίδιος δεν έχει δείξει μεγάλο ζήλο στην προώθησή του ενώ εγώ το χρησιμοποιώ με επιμονή. Ωστόσο, δεν ήξερα τη σελίδα της ΕΕ, σ' αυτήν είμαι αμέτοχος, σ' ευχαριστώ πολύ που το εντόπισες.
Επίσης υπέρ του ηλε- έχει ταχθεί ο Νίκος ο Λίγγρης στο lexilogia.gr, ενώ το χρησιμοποιούμε και στο ιστολόγιό μου, όπου ένας από τους καλούς φίλους έχει διαλέξει το παρατσούκλι Ηλεφούφουτος.
Χαλικούτη, μερσί για τη ρεκλάμα, αλλά όχι Γιώργος Σαραντάκος! Νίκος, παρακαλώ.
Με αφορμή μια συζήτηση στο ιστολόγιό μου, το λήμμα αυτό αναδημοσιεύτηκε στο μεταφραστικό φόρουμ Λεξιλογία και χαρακτηρίστηκε, δίκαια πιστεύω, «υποδειγματικό»:
http://www.lexilogia.gr/forum/showthread.php?t=3310
Φουρφούρια έχω δει να λένε και τις ανεμογεννήτριες. Και το πιθανότερο είναι ηχοποίητη λέξη.
Η εξήγηση που δίνεται (για τον αβγουλά ονόματι Ντερζίνη κτλ.) προέρχεται από τις «Λέξεις και φράσεις παροιμιώδεις» του Νατσούλη, αλλά καθόλου σίγουρη δεν είναι. Το 90% των εξηγήσεων που παραπέμπουν σε ένα ιστορικό γεγονός, πρόσωπο κτλ. είναι κατασκευασμένες εκ των υστέρων, λέει η πείρα.
Μάλιστα, τώρα που το κοιτάζω, είναι βέβαιο πως η εξήγηση του Νατσούλη είναι μούφα. Διότι η παροιμία περιέχεται στη συλλογή του Βάρνερ. Ήταν δε ο Βάρνερ ένας λόγιος Ολλανδός, ελληνομαθής, ο πρώτος που μάζεψε παροιμίες ελληνικές. Και επειδή ο Βάρνερ πέθανε το 1660 είναι κομμάτι δύσκολο να περιλαμβάνει στη συλλογή του μια φράση που τάχαμου γεννήθηκε το 1688. Λόγιος ήταν, όχι προφήτης!
Παιδιά, συγνώμη που έχω μήνες να πατήσω και συγνώμη για τη ρεκλάμα, αλλά μόλις ανέβασα ένα κομμάτι που έχει πολλά και ενδιαφέροντα για το φελέκι:
http://www.sarantakos.com/language/feleki.htm
ή
http://sarantakos.wordpress.com/2009/02/18/feleki/
Βρίσκω την έκφραση στο διήγημα «Ο Ούζος» του Γιάννη Σκαρίμπα, γραμμένο το 1931. Μάλιστα, εκεί γράφεται με ενωτικό: σε τα-μας.
Πάντως το φυρί φυρί δεν είναι από το θυρί και γι' αυτό γράφεται με ι, φιρί. Είναι απο τα τούρκικα, firil firil.
Ίσως η έκφραση είναι «βγάζω γούστα».
Όσοι παρακολουθούσαν στο sport.gr τον Μίλτο τον νταλικιέρη, θα θυμούνται για τον Μαλεζά του ΠΑΟΚ που έβγαζε γούστα (στο γήπεδο, για να μην παρεξηγηθούμε)
Το διαφημιστικό σλόγκαν ήταν «τα έχει όλα και συμφέρει» και ήταν από μαγαζί (Κλαουδάτος;)
Υπάρχει και κτγμ (κατά τη γνωμη μου) όταν δεν είναι ταπεινή, αντίστοιχο του αγγλικού ΙΜΟ.
Σόρι, τώρα το βλέπω. Ρεντχάουζ είναι το λεξικό του Redhouse, που είναι το παλιό, καλό και έγκυρο τουρκοαγγλικό λεξικό.
<κακία>Ενα πράμα σαν το λεξικό Μπαμπινιώτη, με τη διαφορά πως του Μπαμπινιώτη δεν είναι παλιό, καλό και έγκυρο</κακία>
Στον Ομηρο είναι Αλκίνοος, αλλά αλλού παραδίδεται Αλκίνους. Το όνομα έχει δύο τύπους. Αλλωστε και το απόσπασμα της ραψωδίας ι που παράθεσα ονομάζεται «Αλκίνου απόλογοι» (όχι από τον Ομηρο αλλά από μεταγενέστερους αρχαίους φιλολόγους)
Κάποιος πνευματώδης (ίσως ο Σακελλάριος, ίσως άλλος) όταν τον είχαν ρωτήσει, γέρο πια, πώς πάει το ηθικό, απάντησε «Αχ φίλε μου, το ηθικό μου πάει μια χαρά. Το ανήθικο δεν πάει καλά».
Ναι, σχετίζεται. Βασικά, στα επτανησιακά η λέξη πρέπει να έφτασε από τα βενετικά, όπου είναι το ρήμα cogionar και το ουσιαστικό cogion, που σημαίνει αφενός όρχις και αφετέρου ανόητος, αγαθιάρης.
Να σημειωθεί πως σε κεφαλλονίτικο γλωσσάρι που κυκλοφορεί στο ιντερνέτι υπάρχει ήδη η σημασία «κογιόνι = κορόιδο».
Κι εμένα μ' αρέσει το κρυψίνος. Δεν το είχα σκεφτεί, αλλά είναι ομαλή λύση. Ο Εφταλιώτης και ο Σιδέρης στη μετάφραση της Οδύσσειας τον Αλκίνοο τον κάνουν Αλκίνο, οπότε έχουμε κι ένα προηγούμενο:
http://www.sarantakos.com/language/par-alkinos.html
Ο όρος έγινε δημοφιλής απο τη σχετική παρλάτα «υπαρξιακής αναζήτησης» του Χάρι Κλιν στη δεκ. 1980, που κατέληγε (στο ερώτημα 'ποιος είμαι;'): είμαι το σεντερμπάκ και θα δένω τα κορδόνια μου στη σέντρα.
Όμως, δεν είναι σωστό ότι το δέσιμο των κορδονιών γίνεται για να μην κόψει τον αντίπαλο. Το δέσιμο των κορδονιών στη σέντρα γίνεται μία φορά στην αρχή, για να δώσει σήμα ότι εντάξει, έγινε η δουλειά, είμαι πιασμένος.
Συγνώμη, αλλά υπάρχει πρόβλημα ορολογίας. Καταρχάς, ο κούκος μονός είναι κατ' εμέ η κύρια ονομασία της λέξης. Ποτέ δεν έχω ακούσει να λέγεται «παζ α βολοντέ» για τον μονό. Ο μονός είναι το κατεξοχήν παιχνίδι, δεν μπορεί να ονοματίζεται σαν παράγωγο κάποιου άλλου!
Δεύτερον, ο διπλός κούκος δεν είναι αναγκαστικά α βολοντέ. Α βολοντέ γίνεται ο κούκος αν/όταν δοθεί δυνατότητα αλλαγής στο τρίτο φύλλο, δηλ. ή είσαι σερβί και παίρνεις ένα φύλλο ή δίνεις το ένα από τα δύο που πήρες αρχικά και παίρνεις δύο φύλλα.
Κατά σατανική σύμπτωση υπάρχει και εγγλέζικο tyro ή tiro (που βέβαια προφέρεται τάιρο) που σημαίνει αρχάριος, ατζαμής στο σκάκι (μαζέτας) ή στο μπριτζ κτλ.
Εντύπωσή μου είναι πως η λέξη, αρχικά τουλάχιστο, ήταν βορειοελλαδίτικη. Ο Ρεντχάουζ λέει πως το gaile είναι αραβικό. Βέβαια, θα μπορούσε η αραβική λέξη να έχει ελληνική αρχή, από καΐλα, αλλά δεν το βρίσκω κάπου.
Μερικά για το μούσι, εδώ:
http://www.sarantakos.com/language/mousanta2.html
Το μπαμ τρελελέ το είχε, μεταξύ άλλων, ο Ναπολέων Γ' και προς τιμή του ονομάστηκε l'imperiale. Από αυτό το «μπαρμπ εμπεριάλ» ή «λεμπεριάλ» θα μπορούσε να έρχεται το δικό μας μπαμ τρελελέ:
'Εκανα μια έρευνα για τη λέξη μουσαντένιος και άλλες συναφείς, και τη δημοσιεύω εδώ:
http://www.sarantakos.com/language/mousanta2.html
Και σε γιουτουμπάκι:
http://www.youtube.com/watch?v=JVSlrjo-3vI