Υπόλειμμα της στυλιστικής και κυρίως ενδυματολογικής λαίλαπας των 80'ς, ένα εν τω μέσω μυριάδων που στοιχειώνουν τη συλλογική μνήμη και αμαυρώνουν την όποια θετική εικόνα του παρόντος, είναι η άσπρη κάλτσα, ενίοτε δε και μπουρνουζέ με την ένδειξη Tennis Club.
Ο εκτελών το εγκληματικό αυτό faux pas, χαρακτηρίζεται ως «ασπροκάλτσας» αφού η συγκεκριμένη ιδιότητα είναι προφανώς σημαντικότερη από οποιαδήποτε άλλη τυγχάνει να κατέχει ο εν λόγω δυστυχής και στην τελική ας πρόσεχε.
Η άσπρη κάλτσα έχει μεν μία ενδυματολογική αποστολή αλλά πραξικοπηματικά την έχει ξεπεράσει προ πολλού και σε μεγάλο βαθμό. Η απλή λευκή κάλτσα μπορεί να φορεθεί ΜΟΝΟ αν κάποιος πρέπει να ντυθεί στ' άσπρα (σσ: αν δεν είναι παγωτατζής, δεν ξέρω γιατί να πρέπει να το κάνει, ας το ψάξει ο ΚΧ στις Πύλες). Η άσπρη κάλτσα ΔΕΝ φοριέται με μαύρο παπούτσι λουστρίνι και ΔΕΝ φοριέται με πέδιλο (όπως και καμία κάλτσα άλλωστε). Η δε άσπρη μπουρνουζέ κάλτσα φοριέται ΜΟΝΟ κατά τη διάρκεια άθλησης με αντίστοιχο παπούτσι.
Στην εύλογη ερώτηση του ανυποψίαστου αναγνώστη «και καλά ρε μάστορα, τι σε κόφτει αφού τα ρημάδια τα 80'ς μας τελείωσαν», χαμογελώ στοργικά μπροστά στην ευλογημένη άγνοια, την παιδική αφέλεια και εν τέλει την θανάσιμη για τον ίδιο και τους προστατευόμενούς του απροσεξία και εξηγώ: Η ΑΣΠΡΗ ΚΑΛΤΣΑ ΕΙΝΑΙ ΑΚΟΜΗ ΕΔΩ. Ευδοκιμεί παραδόξως και παρά τις άοκνες προσπάθειες του διεθνούς lifestyle-set σε βορειότερα κλίματα (κεντρική και βόρεια Ευρώπη, βόρεια Αμερική) και παρουσιάζεται στη χώρα μας το καλοκαίρι μεταμφιεσμένη σε άκακο τουρίστα. Ορδές ασπροκαλτσάδων ξεχύνονται στην στυλιστικά avant-garde πατρίδα μας απειλώντας ό,τι πολυτιμότερο έχουμε πετύχει ως έθνος τα τελευταία χρόνια, ξυπνώντας μνήμες, διεγείροντας το υποσυνείδητο. Άσ' τα να παν...
1
- Ρε Χάρη, θα σε πω κάτι ρε μαλάκα, αλλά μην το πάρεις στραβά. Από αγάπη θα σ' το πω.
- Τι 'ναι ρε Μήτσο, λέγε άφοβα.
- Δε θα σταυρώσεις μουνί έτσι ρε Χάρη και τη χαλάς και για μας τους υπόλοιπους.
- Πώς έτσι δηλαδή ρε δερβίση, για να καταλάβω κιόλας...
- Σκας μύτη ρε μαλάκα στην καφετέρια ασπροκάλτσας κι έτσι και τα γκομενάκια γίνονται μπουχός. Άσπρη μπουρνουζέ ρε μαλάκα; Απ' το γυμνάσιο την έχεις;
2
Αγαπητή μου σκέψη,
Δεν έχω απάντηση, προς το παρόν, στο ερώτημα που σε βασανίζει. Φαίνεται πολλοί παράγοντες να υπεισέρχονται σε αυτό κι άλλοι τόσοι να βρίσκονται πέρα από κάθε υποψία. Μένω, λοιπόν, με τη διαπίστωση: Όσο πιο βόρεια πας, τόσες πιο πολλές άσπρες κάλτσες θα συναντήσεις.
Τι το διαχρονικό υπάρχει στην άσπρη κάλτσα και τόσα χρόνια, παρά τις αδιάκοπες οργανωμένες επιθέσεις - Vogue, Elle, Marie Claire, fashionistas, εστέτ και τόσοι άλλοι που λυσσαλέα την καταδιώκουν - παραμένει τοπ στις προτιμήσεις; Τι προσφέρει μια άσπρη κάλτσα και τόσοι συνάνθρωποι γύρω μας δεν την προδίδουν; Να 'ναι το «αυτήν ξέρετε, αυτήν επιλέγετε»; Να 'ναι η ασφάλεια της «πρώτης σας αγάπης και παντοτινής»;
Ό,τι και να'ναι, φαίνεται να συσχετίζεται με κάποιον ύπουλο τρόπο με το γεωγραφικό πλάτος και μήκος. Αρχίζεις και σκαρφαλώνεις τον κόσμο. Πηδάς απέναντι, όλα καλά. Ανηφορίζεις λίγο, κάτι παίρνει το μάτι σου, αλλά ακόμα δε σου'ρχεται, αυθόρμητα, να το βγάλεις. Συνεχίζεις την πορεία σου, αρχίζεις και νιώθεις ότι ξεχωρίζεις, κοιτάς τα πόδια σου με συστολή και περπατάς γρήγορα, μπορεί να καταλάβουν ότι δεν είσαι από 'δω. Όταν, πλέον, ξαναβλέπεις θάλασσα, διαισθάνεσαι τα μιλιούνια απέναντι να σε περιμένουν αγριεμένα. Σκέψου το πριν περάσεις - εδώ είναι η έδρα τους και παίζουν σκληρά. Μέσα από μοκασίνια, loafers, γόβες, σταράκια, peeptoe, μπαλαρίνες, ιστιοπλοϊκά, πέδιλα, σαγιονάρες, η Άσπρη Κάλτσα είναι εδώ και σε κοιτά ειρωνικά.
Κάτι κλονίζεται μέσα σου. Αυτό που νόμιζες ελεύθερη επιλογή, το ροκανίζει σιγά σιγά μια σκέψη: μωρέ, λες να 'ναι θέμα κουλτούρας;
Κι αρχίζεις τους συλλογισμούς: τι κοινωνικο-πολιτικο-οικονομικο-ιστορικοί παράγοντες μπορεί να συνετέλεσαν στο πέρασμα των αιώνων στη διατήρηση αυτής της, ας το πω, πρακτικής; τι είδος εξέλιξης και φυσικής επιλογής να υπεισέρχεται στην επιβίωση αυτής της, ας το πω, συνήθειας; τι υπόγειες κοινωνικές δομές μπορεί να συντηρεί ένα κομμάτι ύφασμα; τι - υπερφυσική - δύναμη, τέλος πάντων, έχει μια άσπρη κάλτσα;
- Τίποτα, λες και ξαναλές. Τί-πο-τα! Κάποιος πρέπει να 'χει τα πρωτεία στην κακογουστιά.
- Έλα τώρα, που θα βγάλεις την κακογουστιά κοινωνικό φαινόμενο. Τι απέγιναν η προσωπική αισθητική, η καλλιέργεια, η εκλέπτυνση, η φινέτσα, αυτή η έρμη η παγκοσμιοποίηση που έφερε τις επιλογές σε κάθε ψαροχώρι της Ευρώπης;
- Τις πήρε παραμάζωμα η βολή, η συνήθεια κι αυτή η άθλια, οκνηρή, τεμπέλα, ράθυμη πρόταση: «είναι πρακτικό».
Κι εδώ με αποστομώνεις. Ποιο είναι το πρακτικό ο-ε-ο;
Αγαπητή μου σκέψη,
Έχεις έρθει κι άλλες φορές στο μυαλό μου και πάντα κατάφερνα να σε διώξω. Τώρα καταλαβαίνω, απλώς σε κοίμιζα. Κι έχεις ξυπνήσει από τη χειμερία νάρκη και πεινάς για απαντήσεις.
Συνιστώ υπομονή. Καλοκαίρι έρχεται, πού θα πάει, θα τις βγάλουν, το ματάκι σου λίγο θα στανιάρει, οι ερωτήσεις θα αποκοιμηθούν στην παραλία, οι σκέψεις θα ζαλιστούν από τον ήλιο, θα πιεις κανένα τσίπουρο, ίσως και να ξεχάσεις το όλο θέμα αν είσαι τυχερή και δεν πετύχεις τουρίστα στη Γαύδο.
Από Χειμώνα με το καλό, τα ξαναλέμε.
(από το διαδίκτυο - μεγάλο, το ξέρω, αλλά τέτοιος πόνος, τέτοια εσωτερική πάλη νομίζω ότι έπρεπε να βρει διέξοδο και στην παρούσα ιστΙοσελίδα)