Χιουμοριστικός όρος για κάποιον που κάνει μπανιστήρι, συνήθως μικρής (σχολικής) ηλικίας. Έγινε γνωστό από παλαιότερη χιουμοριστική εκπομπή του Μάρκου Σεφερλή.

(ο μικρός Νικολάκης παίρνει μάτι τους γείτονες να βγάζουν τα μάτια τους)
- Επ Νικολάκη, τί κάνεις εδώ πονηρούλη; Τον μικρό τυμπανιστηρτζή;

(από Khan, 05/02/11)(από Khan, 01/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράφραση της γνωστής λέξης μπανιστήρι, αναφέρεται στην ακοή. Σημαίνει κρυφακούω, επί το πλείστον ερωτικές περιπτύξεις.

- Χθες όλο το βράδυ οι διπλανοί δεν με άφησαν να κλείσω μάτι. Πόσο καιρό είχαν να το κάνουν...
- Άσε ρε γκρινιάρη... Έκανες και δωρεάν ακουστήρι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά σημαίνει ελεύθερο καμπινγκ. Η φράση αυτή χρησιμοποιείται επίσης όταν θέλουμε να αναφερθούμε χιουμοριστικά στο bungee jumping.

  1. - Έχετε κανονίσει διαμονή για τις διακοπές;
    - Δεν παίζουν λεφτά ρε, θα τη βγάλουμε με τζάμπα κάμπινγκ.

  2. - Τάσο λες να δοκιμάσω bungee jumping στην Πούντα;
    - Ρε δεν πας να κάνεις και τζάμπα κάμπινγκ... Tι μου το λες;!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη που δηλώνει το μεγάλο μέγεθος του γυναικείου στήθους, σε μέγεθος πεπονιού.

Ρε συ, τι πεπονάτες βυζάρες έχει η γκόμενα;! Δες τα πως κουνιούνται!

Got a better definition? Add it!

Published

  1. Στην έκφραση την κάνω Λάκης, σημαίνει πως κάποιος φεύγει γρήγορα, συνήθως όταν προκύπτει μια δύσκολη κατάσταση. Συνώνυμο με το την κάνω Λούης.
  1. - Τι έγινε ο Θανάσης; Βγήκε με αυτήν που γνώρισε στο chat;
    - Πήγε, και μόλις είδε τι σαύρα ήταν, την έκανε Λάκης επιτόπου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται για προϊόντα μιας άγνωστης προς πολλούς μάρκας, τα οποία όμως συνήθως είναι και χαμηλής ποιότητας, ή φοβούμαστε πως θα είναι τέτοια (καθότι έχουμε άγνοια για την μάρκα).

- Αγόρασα ένα νέο DVD players χθες!
- Ναι; Τί μάρκα;
- Μάρκα μ' έκαψες, αλλά ήταν πάμφθηνο. Ελπίζω να τη βγάλει μερικούς μήνες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτολεξεί σημαίνει φτιαγμένο στην Κίνα. Χρησιμοποιείται συνήθως για προϊόντα που είναι χαμηλής ποιότητας, πολλές φορές μαϊμού. Έχει παρεμφερή σημασία με το μάρκα μ' έκαψες.

- Καλά χθες αγόρασα το κασετόφωνο, κιόλας χάλασε το κουμπί;
- Μέιντ ιν Τσάινα είναι, 15 ευρώ πράγμα, τι περίμενες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κλανιά που είναι τόσο δυνατή, που ξεσκίζει σώβρακο. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι να έχει το μέγιστο της έντασης! Πολύ συχνά φέρνει παρενέργειες, όπως το φρενάρισμα, αλλά άπειρα μπινελίκια από όσους μοιράζονται τον ίδιο χώρο με αυτόν που την έκανε.

(τρομακτικός θόρυβος)
- Ο Χριστός και η μάνα του! Τι σωβρακοξεσκίστρα ήταν αυτή!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έχει 2 κύριους ορισμούς :

  1. Ίδιο με τη φράση «παίρνω τον πούλο»
  2. Ίδιο με τη φράση «Την πουλεύω, την κάνω»

Προέρχεται από την διακωμώδηση του ονόματος γνωστού πολιτικού προσώπου.

  1. - Δεν την παλεύω με το κρύο εδώ έξω. Τομπούλογλου!

  2. - Τι έπαιξε χθες με τη Ρένα; Έγινε τίποτα;
    - Τομπούλογλου, με το πουλί στο χέρι έμεινα!

Τομπούλογλου (από panos1962, 29/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified