Τα εδέσματα από αμνοερίφια.

Προσλαμβάνονται σε μεγάλες ποσότητες, ιδίως κατά την εαρινή περίοδο μετά την κατανυκτική ατμόσφαιρα της σαρακοστιανής νηστείας.

Προφέρεται με υποψία βελάσματος.

- Καλά, δεν σου είπε ο γιατρός να κόψεις τα πολλά πολλά;
- Πάψε συ, δεν ξέρεις, τα παϊδάκια είναι υγιεινή διατροφή. Είναι όλο βιταμίνη μπεεεεε!

(από σφυρίζων, 21/05/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

O Επενδύτης εκστρατείας M65, κοινώς τζάκετ.

Παρότι κάποιοι τυχάρπαστοι στρατοί ανά τον κόσμο χορηγούν υλικά τεχνολογίας Gore-tex στους στρατευμένους τους, ο ΕΣ προτιμά
υλικά τεχνολογίας Ve-tex.

Ως γνωστό το βετέξ διακρίνεται δια την υδατοαπορροφητική του ικανότητα, όπως και το Μ65.

- Πάω να αλλάξω τον Παντελίδη!
- Πάρε και το βετέξ, ρε όρνιο! Ξυρίζει στα καύσιμα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μερίδα ουίσκι σε καφενείο της υπαίθρου. συνήθως Ballantines, VAT 69, Canadian Club, ή στην καλύτερη περίπτωση J.Walker Red Label.

Αμύητοι (όπως ο υπογράφων) το μπερδεύουν με το τσίπουρο.

- Βάιε, πίασε ένα αγροτικό!
- Ιφτασεεεεεέ!

Got a better definition? Add it!

Published

Ο λύκος (Canis lupus) είναι θηλαστικό της τάξης των Σαρκοφάγων (Carnivora).

Σε ειδικές περιπτώσεις ο λύκος αποτελεί συνθηματικό κοινωνικοποίησης για ειδικές ομάδες του πληθυσμού της χώρας μας.

Εντάξει, δεν είναι ακριβώς slang, φοβάμαι όμως μήπως, με την αναπόφευκτο βιολογική φθορά των αυτόπτων μαρτύρων, χαθεί για πάντα μια επική στιγμή της ελληνικής τηλεόρασης και μια απροσδόκητη νίκη της περιφέρειας απέναντι στον ολοκληρωτισμό των αθηνέζικων.

Το πλαίσιο ήτο το τηλεπαιχνίδι Ρουκ Ζουκ με παρουσιάστρια την Μαίρη Μηλιαρέση (τι να γίνεται άραγε; μάνα έγινε;). Στο πλατώ είναι ομάδα από την Κοζάνη και παίζειμε την λέξη λύκος. Η συνέχεια στο παράδειγμα...

Έκτοτε χρησιμοποιείται από τους μυημένους σαν εξήγηση πακέτο για κάθε δυσνόητο λογισμό.

Αρχικό:
ΜΜ: Λοιπόν παίζουμε με την λέξη λύκος, πάμε
1ος παίκτης: Ντου!
2ος παίκτης: Λύκος!
....
2ος παίκτης: Νασφάει!
3ος παίκτης: Λύκος!
....
3ος παίκτης: Τς Ιβγένως!
4ος παίκτης: Λύκος!
Ντζζζζζζζζζζζζζζζζζζ! Η ομάδα έχει «τελείωσει» σε 4' και η ΜΜ προσπαθεί να καταλάβει τι έγινε.

Σύγχρονο:
- .... και έτσι με τα put options ξαναρχόμαστε στα λεφτά μας, κατάλαβες;
- Λύκος!
- Ωραία, συνεχίζουμε...

Για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νέοι. Εγώ λοιπόν έμαθα. (από Galadriel, 01/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ΦορειοΦόρο όχημα, συνήθως επί Μερσεντέ GD 290 3/4τ του ενδόξου ΕΣ.

Πού 'σαι, στείλε και μια φουφού στα παπάκια μην γλιστρήσει κανείς και έχουμε ντράβαλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κλασική περίπτωση πασιφανούς συγκυρίας ή ακολουθίας αιτίας-αιτιατού όπου η διατύπωση αντιρρήσεων και επιφυλάξεων θεωρείται αθέμιτη και περιττή.

Εκ του ποδοσφαίρου, πέρασε και σε άλλους χώρους.

  1. – Δεν μπορείς να αποδίδεις κατηγόριες δεξιά-αριστερά φίλος. Όπως έδειξε και η εξεταστική επιτροπή της Βουλής, δεν αποδείχτηκε ότι ο Τσοχατζό...
    Χέσε με ρε λοβοτομημένε, κλασική περίπτωση πέναλτι είναι το πράμα και συ αγορεύεις περί όνου σκιάς!

  2. – Μπουκάρει που λες η κυρα-Σοφία στο γραφείο και πιάνει τον κυρ-Θεόφιλο αγκαλιά με το Τζενάκι.
    – Και πώς τα μπαλώσανε;
    – Ε τι να μπαλώσουνε καημένε, κλασική περίπτωση πέναλτι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Το ταμτιριρί της μάνας σου», στην αρουμάνικη σλανγκ.

Ένας πιο εύσχημος τρόπος να βρίσεις σκαιότατα κάποιον και να εκτονωθείς, χωρίς να γίνεις αντιληπτός, π.χ. εάν ο συνομιλητής είναι γκρέκος, αρβανίτης για αούτος.

Εάν έπεσες βέβαια σε αρμάνο, τον ήπιες.

  1. (περίπτωση αστειάτορα)
    - Ρizza li mana έχετε;
    - Εχμ, ό,τι έχει ο κατάλογος, ζαμπόν-τυρί, απ΄όλα...
    - (χοχοχο)

  2. (Περίπτωση τσαντίλας)
    - Θα μας φέρετε και μία βεβαίωση ασφαλιστικής και φορολογικής ενημερότητας...
    - Καλά, χθες που σας πήρα τηλέφωνο, γιατί δεν μου το είπατε;
    - Μα δεν μιλήσατε μαζί μου, μήπως σας εξυπηρέτησε ο κ. Σκορδομπούτσογλου;
    - Αέι pizza li mana και σεις τώρα…
    - Πώς είπατε;
    - Τίποτε, τίποτε, κάτι άλλο θα χρειαστώ;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πολύ κοντό, έως και εν χρω κούρεμα.

Συχνά τελεστής είναι ο νίντζα!

Σχετικά απηρχαιωμένο.

- Ώπα, Χρηστάκη, πού πήγε το μαλλί;
- Χειροβομβίδα δικέ μου!
- 'Ενα μπούγιο θα σ'το ρίξουμε!

Βλ. και στο ΙΚΑ κουρεύεσαι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η οχληρή συνάθροιση.

- Ρε σεις, αραιώστε λίγο, μην γίνεστε μπούγιο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το από θέση ευθύνης καθαιρεθέν και πλέον ανυπόληπτο στέλεχος οργανισμού ή εταιρείας.

Λογοπαίγνιο με τις λέξεις πρώην και προϊστάμενος.

- Ήρθε ο Δημητρίου και ζήτησε αναφορά μέχρι την Παρασκευή για τις νέες συμβάσεις και φώναζε.
- Ποιος καλέ, ο κ. πρωηνστάμενος, άστον να λέει. Δεν είδες το καινούργιο οργανόγραμμα στο ΣουΔουΠού;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified