Οι κεφτέδες αρχαϊστί.

- Τι θα φάμε σήμερα;
- Τηγανητά κρεατοσφαιρίδια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι σχέσεις που δημιουργούνται από άτομα που είναι εντελώς ανίκανα να συνάψουν δημόσιες σχέσεις και που οι επικοινωνιακές προσεγγίσεις τους καταλήγουν σε παρεξηγήσεις και καυγάδες.

- Ρε τι κάνει ο Πέτρος; Πάλι τσακώνεται;
- E το άτομο είναι ειδικό στις δημόσιες χέσεις. Δεν περνάει μέρα που να μην τσακωθεί με κάποιον.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η εκθαμβωτική, προκλητική, ψηλή πολυκάμπυλη μακρυμάλλα γκομενάρα που τερματίζει τα λιμπιντόμετρα στο πέρασμα της, προκαλώντας: αύξηση των καρδιακών παλμών των αρσενικών που συναντά στο διάβα της, αύξηση των επιπέδων της τεστοστερόνης και πεοφλεβίτη ένεκα της πεοορθοστασίας που προκαλεί. Όσο πιο αργά και προκλητικά κινείται και κοζάρει τόσο πιο έντονα είναι τα αποτελέσματα.

- Ρε δικέ μου κοίτα εκείνο το αφηνιασμένο άτι που 'ρχεται κατά δω.
- Αν αυτή είναι άτι, έχω και εγώ Βουκεφάλα. Δεν βλέπω την ώρα να τον αφήσω ξέφρενο να ιππεύσει το άτι.
- Μαλάκα όλο λόγια είσαι. ήδη μας προσπέρασε και πάει για αλλού. Γι 'αυτό λέω: άσε το άτι και πιάσε το ραχάτι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καλή επιτυχία (στις εξετάσεις, στο καμάκι, οπουδήποτε). Η έκφραση παραπέμπει στην αξιοποίηση της προσπάθειας και μάλλον προέρχεται από την εποχή της Τουρκοκρατίας όπου η επιτυχία μετριόταν σε νεκρούς Τούρκους στη μονάδα του χρόνου και τα βόλια ήταν δυσεύρετα και επομένως έπρεπε να αξιοποιηθούν, κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Οι εποχές αλλάζουν, οι στόχοι αλλάζουν, αλλά ο κοινός παρονομαστής είναι η επίτευξη της επιτυχίας.

- Πάω στο μπαράκι για να χτυπήσω κανα ξεκώλι.
- Καλό βόλι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από παραφθορά της λέξης μπακαλορεά (γαλλικό πτυχίο) και σημαίνει τον τίτλο τιμής που σχετίζεται με τα μπάχαλα (άτομα, εταιρείες κλπ).

- Η εταιρεία όπου δουλεύεις έχει iso;
- Τέτοιο μπάχαλο και iso; Η εταιρεία μου έχει πιστοποίηση Μπαχαλορεά. Δεν είμαστε τυχαίοι φίλε μου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Θέτοντας αυτή την κατάληξη θα μπορούσαμε να δώσουμε έμφαση σε έναν χώρο μιας εταιρείας ή κάποιου άλλου κοινωνικού συνόλου που λόγω ιδιαιτέρων συνθηκών αποστασιοποιείται από το περιβάλλον του (ιδιορρυθμία ατόμου που εργάζεται εκεί, χώρος ερμητικά κλειστός στον οποίο λειτουργούν υπερευαίσθητα και πανάκριβα μηχανήματα, χώρος φύλαξης υπερεμπιστευτικών εγγράφων, κλπ). Μιλάμε για έναν χώρο δηλαδή που βρίσκεται εντός ενός ευρύτερου χώρου, που λειτουργεί όμως σαν αυτόνομη οντότητα, σαν ψευδοκράτος ας πούμε.

Δύο υπάλληλοι εταιρείας του δημοσίου, θέλοντας κάπου να λουφάρουν το πρωί για να πιουν τον καφέ τους, σκέφτονται έναν χώρο όπου ξέρουν πως δε θα επισκεφτεί εύκολα κανείς για να τους ψάξει
Βασίλης: - Πάμε στον χώρο του Μάκαλη;
Δημήτρης: - Καλή ιδέα! Το Μακαλιστάν είναι ιδανικός χώρος, απομονωμένος, λόγω των υπερευαίσθητων μηχανημάτων που υπάρχουν εκεί. Είμαστε και φίλοι με τον αρχηγό του ψευδοκράτους τον Μάκαλη. Άριστη ιδέα φιλαράκι. Ο κατάλληλος τόπος για καφεποσία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Θέτοντας αυτή την κατάληξη παρουσιάζουμε με τριτοκοσμικά χρώματα την εικόνα ενός κράτους, μιας εταιρίας, κλπ

Ενας υπάλληλος της εταιρείας ΛΕΒ, που τη θεωρεί ένα τεράστιο μπάχαλο, μιλά σε συνάδελφο του.
- Καλά ... μόνο άν ο ήλιος βγει απ' τη δύση θα δει προκοπή το Λεβιστάν.

(από σφυρίζων, 30/07/13)Λετσοτουριστάν: Εθνικό αυτοφαυλιστικό του Δημήτρη Ψαθά για την Ελλάδα ως τουριστικό προορισμό λέτσων υπαρ-ξυστών, χίπηδων και γιεγιέδων. (από Khan, 16/01/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που έχει πιει τόσο πολύ ώστε άγει και φέρεται ωθούμενος όχι από το αίμα, αλλά από το οινόπνευμα που τρέχει στις φλέβες του.

Δυο φίλοι συντρώγουν σε ταβέρνα. Ο ένας (Πέτρος) είναι νηφάλιος, ο άλλος(Κώστας) είναι σκνίπα στο μεθύσι.
Κώστας: Κάτι θες να πεις... αλλά δε σε πιά...νω.
Πέτρος: Φυσικό και επόμενο ρε Κώστα. Τόση ώρα σου μιλάω με πνεύμα, αλλά που να με πιάσεις, έτσι σωστό οινόπνευμα που 'χεις καταντήσει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπερεπάρκεια μορίων στο διαγωνισμό του ΑΣΕΠ.

- Έμαθα πως ο Δημήτρης πέρασε μέσω των διαγωνισμών του ΑΣΕΠ στη ΔΕΗ και είχε και καλή σειρά μάλιστα.
- Εμ... με τέτοιο μοριακό βάρος που έχει ο άνθρωπος... αναμενόμενο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο εγκέφαλος κάποιου, ανεξαρτήτως μεγέθους σασί (διαστάσεις κρανίου) έχει χαμηλή περιεκτικότητα σε φαιά ουσία. Άρα το ειδικό βάρος του αξιοποιήσιμου εγκεφαλικού υγρού του είναι λειψό.

- Απορώ πώς μαζεύτηκε τόση μαλακία σε ένα κεφάλι...
- Μην απορείς. Έχει λειψό ειδικό βάρος ο τύπος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified