Ακόμη ένας τρόπος για να δηλώσεις πως αισθάνεσαι τόσο πολύ άβολα με κάτι ώστε να ανθρωπομορφοποιήσεις τμήμα των γεννητικών οργάνων σου για να νιώθουν ζαλάδα. Από τη μια ευχάριστο η σλανγκ να εμπλουτίζεται συνεχώς με νέες λέξεις από την άλλη δυσάρεστο να έχουν τέτοιο νόημα.

- Κι έτσι που λες φίλε ο μαλάκας.
- Ποιος μαλάκας;
- Τι ποιος μαλάκας ρε Τάκη; Τι σου λέω εδώ και 204 συνεχόμενα λεπτά; Το αφεντικό μου! Δες εδώ, μου έχει ζαλίσει τα αρχίδια.
- Όχι εσύ δες εδώ για να καταλάβεις ότι η ζαλαρχίδα είναι μεταδοτική.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ιστορική φράση παρμένη από ιστορικό σύνθημα των 80ιζ μετά από ιστορικές μάχες του εν λόγω ιστορικού ποδοσφαιριστή με τελικό προορισμό την ιστορική κατάκτηση του πρωταθλήματος από την ΑΕΛ το 1988, ομάδα στην οποία ο ίδιος ήταν αρχηγός. Ο ποδοσφαιριστής υπήρξε μπαλαδότερος των μπαλαδοτέρων και χάρη στην υψηλή, αέρινη σχεδόν τεχνική του κατατάχθηκε ανάμεσα στους αγαπημένους της κερκίδας οι οποίοι τον έκαναν σύνθημα. Και κανονικά έπρεπε να λεχθεί πως «οι οπαδοί με καλλιτεχνικές φλέβες τον έκαναν σύνθημα», αλλά σιγά την πρωτότυπη ρίμα που εμπνεύστηκαν εδώ που τα λέμε.

Από τότε το εύληπτο αυτό σύνθημα ξεπέρασε τα στενά (πολύ στενά όπως με ενημερώνει ένας φίλος μου Βολιώτης) όρια των οπαδών της Λάρισας και έγινε σύνθημα στα στόματα όλων («ούλων» όπως μου θύμισε ένας φίλος Λαρισαίος ότι είπε ο Βολιώτης). Και φυσικά οι υπόλοιποι χρήστες της έκφρασης δεν την χρησιμοποιούσαν οπαδικά αλλά για χίλιες τρεις άλλες χρήσεις που τις αφήνω για τους μάστερς των λιστών.

Για να δώκω όμως ένα γενικό πλάνο χρησιμοποιείται μόνο όταν πρόκειται να ακολουθήσουν μεγάλες στιγμές για κάποιον/την ανθρωπότητα/μέρος της ανθρωπότητας:

  • Προ χεσίματος γιατί ο τύπος παραλίγο να σκάσει/ο τύπος είναι ιδιοφυΐα και θα ανακαλύψει φτηνές πηγές ενέργειας/ο τύπος έχει τρελάνει τους δίπλα του στο κλάσιμο.
  • Προ μεγάλης απόφασης που πρέπει να λάβει κάποιος γιατί δεν γίνεται να είναι συνέχεια καληνυχτάκιας/γιατί είναι ο πλανητάρχης και δεν δέχεται χυλόπιτες/γιατί έχει ζαλίσει τα αρχίδια στην παρέα του για την Κικίτσα που δεν-είναι-σαν-τα-άλλα-τα-κορίτσα.
  • Προ πράξης που ανέβαλλε συνεχώς αλλά κάποτε έπρεπε να γίνει γιατί δεν γίνεται να αποφεύγει για πάντα την περίεργη μαγειρική/γιατί είναι πρέσβης της Γης σε ειρηνευτική αποστολή στον πλανήτη Γκρουνξτς και πρέπει να δοκιμάσει τοπικές γεύσεις/γιατί οι γεύσεις είναι τα υπόλοιπα μέλη της αποστολής.

- Ήρθε η ώρα του Γιάννη Βαλαώρα.
Λέει ο ΕΠΟΠ με κατεύθυνση τις τουαλέτες.
- Ήρθε η ώρα του Γιάννη Βαλαώρα.
Λένε οι φαντάροι σε ακτίνα 5 μέτρων από τις τουαλέτες που δεν είναι συναχωμένοι, φεύγοντας.
- Ήρθε η ώρα του Γιάννη Βαλαώρα.
Λένε τα πουστόνεα που έχουν αγγαρεία τουαλέτες.
- Ήρθε η ώρα του Γιάννη Βαλαώρα.
Λέει ο λέλουρας που καταλαβαίνει πότε πρέπει να καταχωρίσει τι στο slang.gr

Το παράδειγμα-τα παστάκια-η ασκημούλα-το παστάκι στη μέση-το φτηνό τηλεπαιχνίδι στο μέγκα-τα χαρτομάντηλά μου-που είναι; (από knasos, 22/09/10)(από Khan, 23/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη-έκφραση πασπαρτού που με μιας διαγράφει ό,τι κακό έχουμε προηγουμένως πει είτε είναι μειωτικό για κάποιον άλλο, που τις περισσότερες φορές είναι, είτε ασεβές και δεν αρμόζει στην αγωγή αυτού που το λέει. Η χρήση της έκφρασης αποδεικνύει περίτρανα πως ακόμη υπάρχουν άνθρωποι που πιστεύουν στις τεχνικές της στρουθοκαμήλου. Βέβαια, η λέξη τείνει να γίνει λεκτικό πάσο για να ξεστομίζει κανείς ό,τι μαλακία του έρθει στο κεφάλι και μετά να βγαίνει λάδι ζητώντας συγχώρεση. Λογικό είναι μετά ο σοφός εκείνος άνδρας να εμπνευστεί το «Από τότε που βρέθηκε η συγνώμη χάθηκε το φιλότιμο».

Συνήθως ακούγεται από τύποις θεούσες που παραγγέλνουν με χωρίς γάλα τον καφέ σε περίοδο νηστείας δυνατά για να τις ακούσουν όλοι, από κουτσομπόλες που κρατούν τεφτέρι με το τι-και-πώς της γειτονιάς, του τετραγώνου, του δήμου κτλ, από τύπους με χαλαρό ηθικό υπόβαθρο σαν αντίδοτο στις τύψεις και από άλλους γκραν γαμάω τύπους που έχουν ψιλομπερδέψει την έννοια της συγχώρεσης με αυτή της «κάνω την παπαριά μου και μόνο ο Θεός είναι κριτής μου». Όλα τα παραπάνω ισχύουν και για το αντίθετο φύλο, αλλάξτε απλά τις καταλήξεις.

(Δύο θύαινες συζητούν αμέσως μετά την περιφορά του Επιταφίου)

- Αχ Κούλα, τι αγαλλίαση κι αυτή.
- Ναι βρε Τούλα, ο καημένος ο Χριστούλης πήρε τις αμαρτίες μας.
- Ναι, ναι. Κι εμείς οι αχάριστοι τίποτα δεν δίνουμε πίσω. Οι τελευταίοι των τελευταίων είμαστε.
- Ά, να γεια σου. Σαν την Μαριγώ την παστρικιά! Με καλσόν δίχτυ ήρθε η άτιμη.
- Αμ η Βαγγελιώ του χασάπη; Για εκκλησία ήρθες μαρή για για βίζιτα, θεμουσχώραμε. Η φούστα εσώρουχο ήταν θαρρώ!
- Άσε άσε, φωτιά θα ρίξει ο Θεός να μας κάψει...
- Που να έβγαζα καταρράχτη και Αϊζενάουερ μια ώρα αρχύτερα να γλίτωνα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως καινούρια ανιψούλα ορίζεται η εικοσάρα (εικοσιδυάρα το πάρα πολύ), ξανθιά κατά προτίμηση, χαζογκόμενα που πλαισιώνει πενηντάρη και άνω. Η έκφραση χρησιμοποιείται κατά κόρον από τους -αντάρηδες που θέλουν να δικαιολογήσουν την ύπαρξη μιας τέτοιου είδους κορασίδας στο πλευρό τους, όσο και από πολλούς που θέλουν να ειρωνευτούν τον τυπάκο που την γυροφέρνει με περηφάνια αλλά «προσπαθεί να το κρύψει» . Αποτελεί το όνειρο κάθε άντρα που φτάνει σε τέτοια ηλικία όσο και αντρών μικρότερων ηλικιών που δουλεύουν από το πρωί ως το βράδυ (της επόμενης μέρας) με την προοπτική καριέρας που θα τους επιτρέψει να διαθέτουν κάποτε ένα τέτοιο νυμφίδιο.

Από το άλλο πλευρό (που δεν κοιμάσαι), το να είναι κάποια καινούρια ανιψούλα αποτελεί και την πρώτη προτεραιότητα γιατί διαθέτει πολλά πακέτα που αναζητούν οι γυναίκες σε ένα: Επαγγελματική αποκατάσταση, σεξουαλική ικανοποίηση (από ένα μικρό μπλε χαπάκι που χρειάζεται άνδρα για να ενεργήσει), ξεπορτίσματα (γιατί οι μπίζνες δεν επιτρέπουν στον άνδρα να είναι συχνά εκεί) και πρόκληση ζήλειας-σκάσιμου από το κακό φιλενάδων που σπουδάζουν ή είναι πωλήτριες ή κομμώτριες. Ωσεκτουτού αποτελεί τη Νο. 1 επιλογή εργασίας για τις κοπέλες και αφήστε τις μαλακίες για τα παιδαγωγικά, τις φιλοσοφικές και τις γυναίκες καριέρας.

Προέρχεται από την αλησμόνητη πρώτη διαφήμιση του Τζόκερ που μέρος της αναλύεται στο παράδειγμα. Τώρα γιατί ανιψούλα; Δεν ξέρω ακριβώς αλλά μάλλον είναι η πιο κοντινή στην πραγματικότητα δικαιολογία. Η πιο κοντινή συγγενής που επιτρέπει συχνές συναντήσεις, κάθισμα στα γόνατα, οικειότητα ανησυχητική και δικαιολογεί και την διαφορά ηλικίας.

(Ένας τυπάκος που δουλεύει χρόνια σε ένα γραφείο 2Χ2 τύπου κλουβιού βλέπει ότι κέρδισε το Τζόκερ και κατευθύνεται σούμπιτος στο γραφείο του προϊσταμένου που έχει μια κοπελιά στα πόδια του)

- Ώπα, τι βλέπω εδώ Χρηστάκο; Καινούριο χαλί για το γραφείο;
- Σας παρακαλώ κ. Αλεξιαδοπουλίδη, πως μπαίνετε χωρίς να χτυπήσετε;
- Λέω να χτυπήσω το κεφάλι σου καλύτερα! Αλλά λυπάμαι την κοπελιά. Ποια είναι αυτή ρε συ; Καινούρια ανιψούλα; Μπαγάσακο!
- Θα αναγκαστώ να σας απολύσω κ. Αλεξιαδοπουλίδη!
- Όχι φιλαράκο μου, θα παραιτηθώ, θα αγοράσω την εταιρεία και εγώ θα απολύσω εσένα ρε λαμόγιο!
- Σιγά ρε Αλεξιαδοπουλίδη! Το Τζόκερ έπιασες;

Τζόκερ, δε θα ξέρεις τι έχεις! (Ούτε κι οι άλλοι θα ξέρουν και θα αναρωτιούνται)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Θα σε κάνω add: έκφραση που κατά μέσο όρο ακούγεται τουλάχιστον 5 φορές ανά λεπτό σε παρέες όπου γίνονται νέες γνωριμίες. Μπορεί να φαίνεται μια αθώα και ταπεινή έκφραση, αλλά αποτελεί βαρύ και δεσμευτικό προφορικό συμβόλαιο με το οποίο ο δεχόμενος συμφωνεί να χάνει το μεγαλύτερο μέρος του ελεύθερου χρόνου του μπροστά στην οθόνη και να ψάχνει εφαρμογές για να βλέπει τον καιρό αντί να δει έξω από το παράθυρο.

Με την έξαρση των ευρυζωνικών συνδέσεων ήρθε και το ίντερνετ σε κάθε σπίτι και έτσι ο καθένας έμαθε τα σάιτ κοινωνικής δικτύωσης. Έτσι παλιές αγνές και τίμιες εκφράσεις όπως «Ποιο είναι το τηλέφωνο σου;» ή «Πού σπουδάζεις;» αντικαθιστώνται με το αντίστοιχο «Θα σε κάνω αντ» ώστε να έχουμε περισσότερο χρόνο να κοιτάμε γύρω μας βρε αδερφέ από ότι να μιλάμε, ό,τι θες υπάρχει στο Φέισμπουκ.

Αυτός που προφέρει την έκφραση πρέπει να φαίνεται ότι κάνει χάρη στον άλλο και να τονίζει με βαριά ελληνική προφορά το «αντ» ώστε να καταλάβεις ότι οι φωτό από το «Μάντσεστα» που έχει ανεβάσει είναι πόζα και φωτομοντάζ.

Κική: Πω πω, αμάν με τους πέφτουλες στο Φέισμπουκ! Δεν πρόλαβα να βάλω τη φωτό με μαγιό στο προφίλ μου και αμέσως γέμισε το γουόλ μου με σχόλια...
Κώστας: Έχεις και Φέισμπουκ ρε Κικίτσα;
Κική: Μη μου πεις έχεις κι εσύ; Θα σε κάνω αντ...
Κώστας: ...ε από δω ρε βλαχομπούρμπερη που έμαθες και το Φέισμπουκ...
Κική: Τι είπες Κώστα μου;
Κώστας: Λέω, το ωμέγα το έχω με ντάμπλγιου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η απέλπιδα προσπάθεια που κάνουν -αντάρηδες να πείσουν τον κόσμο πως ακόμη διαθέτουν κάποιο είδος τρίχας στο κεφάλι τους ακόμη κι αν ο απέναντί τους τυφλώνεται λόγω αντανάκλασης του φωτός πάνω στο ταψί τους. Το σχέδιο είναι να μεγαλώσουν όσο μπορούν (αν δεν έχουν αυτή τη δυνατότητα λυπάμαι αλλά πρέπει να περάσουν σε αυτό το λήμμα) το μαλλί τους από τη μία μεριά ώστε με μια περίτεχνη κίνηση να το γυρίσουν και να καλύψουν το υπόλοιπο γυμνό τους κρανίο. Δυστυχώς το θέαμα είναι απαράδεκτο αλλά το κόμπλεξ που έχει η κοινωνία με τα μαλλιά τους οδηγεί σε αυτόν τον εξευτελισμό.

Οι ασκητές του καραφλάζ ξεχωρίζουν από μακριά λόγω κάποιων εξόφθαλμων χαρακτηριστικών που θα έβλεπαν και οι ίδιοι στον καθρέφτη αν δεν είχαν χάσει την ιδιότητα της περιφερειακής όρασης λόγω παρατεταμένης επικέντρωσης στο σημείο του τριχωτού της κεφαλής. Το πρώτο είναι η εθνική οδός για τις ψείρες (από το παλιό, κρύο ανέκδοτο με τους Πόντιους και την χωρίστρα, αλλά εδώ ταιριάζει γάντι) που σχηματίζεται με μιας μόλις μαζέψουν όλες τις τρίχες από τη μία μεριά. Κάτι σαν χωρίστρα, αλλά πολύ μεγαλύτερη, στα πλάγια ή στο πίσω μέρος του σκαλπ. Το δεύτερο είναι η χτένα στην τσέπη του πουκαμίσου. Λέγεται ότι κάθε φορά που βρίσκεται κοντά σε καθρέφτη πάλλεται ώστε ο κάτοχος να μην χάσει καμιά ευκαιρία να θαυμάσει την κόμη του. Τέλος, η αδυναμία τους να γυρίσουν το λαιμό μήπως και χαλάσει η κόμμωση, κάτι που οδηγεί σε δικαιολογίες του κώλου τύπου «Άσε, πάλι ξέχασε το Μαράκι το παράθυρο ανοιχτό και έπαθα μια ψύξη όλη δική μου».

Η λέξη προέρχεται από τις εξής δύο: καράφλα και καμουφλάζ για τους ευνόητους λόγους. Στο σημείο αυτό είναι καλό να αναφερθεί πως ακόμη και καραφλοχαίτουλες μπορούν να υποκύψουν στον πειρασμό της άσκησης καραφλάζ, μιας και το μέτρο της αποτελεσματικότητας μεταξύ των δύο είναι δυσδιάκριτο.

- Άσε ρε φίλε, περπατάω με τον θείο μου το Μανώλη και ξαφνικά σκάει ένα μπουρίνι και τον βλέπω από τη μια στιγμή στην άλλη με αλογοουρά! Έτρεχε να κρυφτεί ο κακομοίρης! Έκανα πως δεν τον είδα αλλά δεν άντεξα όταν έβαλε τα χέρια στο κεφάλι και τον ρώτησα γιατί.
- Και τι σου είπε ρε;
- Ότι φοβάται μη πάει τίποτα από τον αέρα στο κεφάλι του και τον χτυπήσει! Λες και δεν ξέρουμε ότι κάνει καραφλάζ! Αλλά έτσι είμαστε στο σόι μας, κιμπάρηδες και αλάνια.
- Αυτό που κολλάει;
- Πουθενά, απλά δεν θέλω να αρχίσεις το δούλεμα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος που χρησιμοποιείται από το σύνολο των φαντάρων (ήθελα να γράψω των στρατευμένων νέων αλλά μετά θυμήθηκα τον μέσο όρο ηλικίας) για να ονοματίσουν το θρυλικό ΚΕντρο Υλικού **Π**ολέμου που λόγω της γεωγραφίας του βλέπει την Οίτη, ένα πανέμορφο όρος. Η συγκεκριμένη ονομασία δόθηκε λόγω του κοσμοπολίτικου αέρα που έχει η μονάδα καθώς είναι τίγκα στο βύσμα, στο δόντι, στο μέσο και στις γόπες μιας και κανείς δεν κάνει ποτέ αγγαρείες. Συνοπλίτης το παρομοίασε με «USB hub» μιας και αποτελεί την βάση που πάνω εφαρμόζουν όλα τα βύσματα αλλά το αστείο του θεωρήθηκε κρύο άσχετα αν αναφέρεται εδώ για λόγους καθαρά και μόνο καταγραφής.

Το εμφανές λογοπαίγνιο με την πόλη της Νοτίου Αφρικής θέλει όχι μόνο να καταδείξει το πως τα περνάνε οι νεοσύλλεκτοι εκεί, ζάχαρη δηλαδή, αλλά και να το εξεφτελίσει τελείως. Και για να τεκμηριώσω το επιχείρημα μου παραθέτω αυτό κι αυτό. Κι αυτό γιατί έτσι.

Φυσικά, όπως όλα τα πράγματα στη ζωή, έτσι και οι φαντάροι χωρίζονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες: σε αυτούς που «υπηρετούν» ή «υπηρέτησαν» στο ΚΕΥΠ και εκφέρουν το λήμμα σαν χαϊδευτικό και σαν μεταξύ τους αστείο και σε αυτούς που υπηρετούν ή υπηρέτησαν οπουδήποτε αλλού και εκφέρουν το λήμμα απαξιωτικά. Η αλήθεια βέβαια είναι ότι και οι δύο πλευρές έχουν δίκιο αλλά ποιος θα βρεθεί να τους μαζέψει όλους και να τους το πει;

(Σε τυχαία μονάδα, φαντάροι από Μ. Πεύκο, Αυλώνα και Θήβα συζητούν με ΣΤΡ(ΥΠ)τιτζού στα εστιατόρια)

- Και χάλια φαντάζομαι στο ΚΕΥΠ τάουν ε;
- Άσε, μας πήξανε στην καθαριότητα και στην αγγαρεία.
- Σώπα ρε;
- Τι να σας λέω. Την πρώτη μέρα μάζεψα τόση γόπα που βγήκα ελεύθερος υπηρεσιών για 15 μέρες και τις υπόλοιπες 15 τις πήρα αναρρωτική.

(Συγχρονισμένο ρούφηγμα μύτης όλων των υπολοίπων και εξίσου συγχρονισμένη εκτόξευση ροχάλας στο πιάτο της ΣΤΡ(ΥΠ)τιτζούς)

Got a better definition? Add it!

Published

Ρήμα που χρησιμοποιείται από την πλειονότητα των παικτών του μακράν πιο άδικου και τσάτσικου τυχερού παιχνιδιού, για να δώσουν κύρος στο χόμπυ τους. Αν και το χόμπυ εξ ορισμού δεν χρειάζεται κάποιο λόγο ύπαρξης ή δικαιολογίας εκτός από την ευχαρίστηση που δίνει σε αυτόν που το κάνει, ελάτε στη θέση αυτών που παίζουν συστηματικά. Ποιος θα έλεγε ότι το χόμπυ του είναι να κάθεται μπροστά σε μια τηλεόραση που δείχνει την σελίδα 533 του teletext, να ακούει το μαγευτικό ήχο της μηχανής επικύρωσης των δελτίων και να μονολογεί κάθε πεντάλεπτο: «Αχ ρε γαμώτο, για ένα θα έπιανα»; Εντάξει, είναι και ο πάνσοφος ιδιοκτήτης που σου μεταδίδει την απέραντη γνώση του πάνω στις τριάδες τις καλές αναμεμειγμένες με πολιτική και κουτσομπολιό αλλά και πάλι τα αρνητικά είναι πολύ περισσότερα από τα θετικά.

Υπάρχει βέβαια και η άποψη πως το προποτζίδικο είναι το κομμωτήριο των ανδρών πράγμα ακόμη πιο μειωτικό. Οπότε με τη λέξη κινονάω (< kino) απευθείας σώζουμε την κατάσταση δίνοντας την εντύπωση πως πάμε για πράγματα που αφορούν την εσωτερική μας αναζήτηση, ενώ απλά χάνουμε εκείνα τα μικρά στρόγγυλα νομίσματα που γράφουν 50 και δεν τα υπολογίζουμε. Παρόλα αυτά, οποιαδήποτε προσπάθεια γίνεται για να συνδεθεί το κωλοπαίχνιδο με εξωτερικές δυνάμεις που υπάρχει μια πιθανότητα να βοηθήσουν είναι πραγματικά μάταιη.

- Πού πας βρε αχαΐρευτε πάλι; Μην τυχόν σε ξαναμαζεύω από καμία λάσπη.
- Όχι ρε Κατίνα μου, να δες, γεμάτος 50λεπτα είμαι, να kinoνήσω πάω. Δεν τα ακούς που κρατσανίζουν στις τσέπες μου;
- Τι να κοινωνήσεις ρε αντίχριστε, ούτε Χριστούγεννα είναι, ούτε Πάσχα.
- Βρε άκου με που σου λέω.
- Καλά, άναψε και μια λαμπάδα μπας και σου ξανασηκωθεί.
- Έλα βρε Κατινούλα, τι λες τώρα, θα μας ακούσει κανείς και θα γίνω και ρεζίλι.
- Σιγά μωρέ, μεταξύ μας είμαστε.

(Όπως καταλαβαίνετε το όνομα του άνδρα δεν αναφέρεται για ευνόητους λόγους. Και επίσης και οι τοίχοι έχουν αυτιά.)

Εναλλακτικές πρακτικές αυτοβελτίωσης και αυτοβοηθείας: αυτοψυχοψάξιμο, κινονία, λάτζα γιόγκα, ταβανοθεραπεία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση κλισέ που την χρησιμοποιεί πολύς, πάρα πολύς, κόσμος για να προσπαθήσει να δικαιολογήσει κάποιες κακόβουλες πρακτικές επιχειρηματιών, όπως σε περιπτώσεις υπερτίμησης, να δικαιολογήσει ότι του πιάνουνε τον κώλο, όπως σε περιπτώσεις υπερτίμησης, ή τέλος να δικαιολογήσει την δουλειά που κάνει κάποιος, σε περιπτώσεις δημοτικού αστυνομικού. Δηλώνει δηλαδή ότι κάποιος είναι εγκλωβισμένος σε αυτό που κάνει και δεν μπορεί να κάνει αλλιώς. Η μόνη εναλλακτική για τα παραπάνω είναι ή οι επαγγελματίες να κάνουν αυτά που κάνουν ή να γίνουν κλέφτες. Αυτό δείχνει στενομυαλιά, ντοπιολαλιά και πορτοκαλιά, αλλά ταυτόχρονα δείχνει και μια κάποια κατανόηση οπότε υπερτερεί το δεύτερο.

Ειδικά για θηλυκά ίσως ακουστεί και σαν «πουτάνες θα γίνουν;», αλλά είναι υπερβολικά μειωτικό για την συμπαθή τάξη των ιερόδουλων, άσε που και να ήθελαν τα περισσότερα καθημερινά θηλυκά δεν θα μπορούσαν.

- Τασούλλλα, δεν μπορώ να περάσω σήμερα το πρωί να σου πάρω. Πάρε ταξάκι.
- Καλλλά ρε Μπάμπη, προχτές δεν τα συμφωνήσαμε; Είπες να σου πάρω τηλέφωνο για να περάσεις.
- Έτυχε κάτι και δεν μπορώ να έρθω ρε. Πάρε ταξί, οι καημένοι οι ταρίφες τι θα κάνουν, κλέφτες θα γίνουν;
- Σιγά την απόσταση (α) ή (β).

(α): από το ταρίφας στο κλέφτης.
(β): θα το κόψω με τα πόδια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός καταστημάτων νυχτερινής διασκέδασης που πείθουν πως το να πληρώνεις 9 ευρώ το ποτό που σερβίρεται σε κλέφτη, να είσαι στριμωγμένος και όρθιος ωσάν σε κονσέρβα και να δοκιμάζεις τις αντοχές των τυμπάνων και των φωνητικών χορδών σου λόγω των ντεσιμπέλ, είναι διασκέδαση. Στα εν λόγω καταστήματα κυριαρχεί το μότο «κοιτάζουμε αλλά δεν αγγίζουμε» αλλά και το εξίσου υπέροχο «με τα μάτια αγγίζουμε» των απανταχού μανάβηδων στις απανταχού νοικοκυρές. Το μόνο που είσαι ελεύθερος να κάνεις είναι να κοιτάζεις.

Το βλέμμα παίζει παντού και πουθενά από όλους και από κανέναν ενώ σε περίπτωση αθέτησης του σιωπηλού κανόνα και χώσιμο επίδοξου κυνηγού δράση αναλαμβάνει ο κομπλεξισμός ή/και τα δυσθεώρητα στάνταρ που θέτουν τα νέτα. Το πως δημιουργούνται οι ιστορίες που δημοσιεύονται σε σάιτς, περιοδικά και χρησιμοποιούνται σαν αφορμές για αποστολή γραμμάτων σε αισθησιακές στήλες για συμβουλές είναι έξω από τα όριά μου.

- Για που είμαστε το βράδυ;
- Για Senso λέμε.
- Όχι ρε σ' αυτό το κοιταχτάδικο με τις ξενέρωτες! Όχι εκεί! Θέλω να χωθώ ασύστολα σήμερα!
- Ενώ προχτές που πήγαμε για μπύρα χώθηκες;
- Εκεί ήμουν κουρασμένος.
- Ή παραπροχτές στο πάρτι της ξαδέρφης μου;
- Εκεί δεν ήξερα κανέναν.
- Ή παραπαραπροχτές στην ταβέρνα;
- Εκεί δεν με βόλευε ο χώρος.
- Ή παραπαπαραπροχτές στα γρασίδια στην παραλία;
- Καλά, πάμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified