Η πολυλογία.
Σταματήστε επιτέλους το μπλα μπλα να δούμε την ταινία σαν άνθρωποι!
Βλ. και μπίρι-μπίρι και ενδεχομένως μπούρου-μπούρου μαλακίες
Got a better definition? Add it!
Αυτός που έχει πώρωση με τον στρατό.
Φοράει στρατιωτικά ρούχα, έχει όλα τα απαραίτητα αξεσουάρ όπως μαχαίρια, στρατιωτική ταυτότητα, αρβύλες ακόμα και όπλα. Επίσης οι συμπεριφορά του και οι κουβέντες του γυρίζουν γύρω από θέματα του στρατού.
- Καλά δεν ξανακάνω το λάθος να πάω για καφέ με τον Γιώργο τον στρατόκαυλο... Όλη την ώρα μας έλεγε για τα Ο.Υ.Κ., πόσο γαμάτα είναι και πως τους εκπαιδεύουν κτλ. Λες και δεν ξέρουμε πως αυτός στον στρατό ήταν μάγειρας!!
Got a better definition? Add it!
Προσφώνηση. Υπερβολή του «μεγάλε».
Πού 'σαι ρε γίγαντα; Πόσο καιρό έχω να σε δώ, πού γυρνάς;
Got a better definition? Add it!
Το παπούτσι.
Κοίτα πατούμενο που αγόρασε ο δικός σου, λες και θα πάει για γαμπρός.
Got a better definition? Add it!
Διαφορετικός τρόπος ώστε να πεις «άντε γαμήσου».
- Ρε πάρε τον πούλο που θα με πεις εσύ εμένα ηλίθιο!
Got a better definition? Add it!
Φεύγω, την κάνω. Από το παίρνω τον πούλο.
Εγώ την πουλεύω, γιατί είχα πει στην Τόνια πως θα πάω να δω τους γονείς μου και αν με δει εδώ, θα γκρινιάζει μέχρι αύριο.
Got a better definition? Add it!
Φεύγω. Συνήθως λέγεται υβριστικά σε κάποιον ώστε να φύγει, να μας αδειάσει την γωνιά. Πλέον χρησιμοποιείται και χωρίς τον υβριστικό χαρακτήρα. Μερικές φορές λέγεται απλά και παίρνω πούλο.
- Πάρε τον πούλο ρε ηλίθιε που ήρθες να μου πεις πώς θα κάνω την δουλειά μου! Άντε, δρόμο!!
- Παιδιά εγώ παίρνω τον πούλο γιατί πήγε αργά και ποιος την ακούει την Κατίνα στο σπίτι!
Got a better definition? Add it!
Η ήττα.
- Χτες δεν ήταν ο τελικός; Πώς τα πήγατε; - Άσ' τα να πάνε, πήραμε τον πούλο. Δεν θέλω να το θυμάμαι.
Got a better definition? Add it!
Το σάντουιτς / hot dog από καντίνα στον δρόμο. Το όνομά του προκύπτει από την αμφίβολη ποιότητα αλλά και καθαρότητα των συστατικών του. Αυτό άλλωστε του χαρίζει και την γευστικότητα. Παλιά το βρίσκαμε συνήθως έξω από τα γήπεδα τις Κυριακές. Πλέον είναι το πρωινό του ξενύχτη, μετά από βραδιά κραιπάλης πριν γυρίσει σπίτι.
- Τώρα που θα γυρίζουμε σπίτι θα κάνουμε και μια στάση στην Μαβίλη για ένα βρώμικο, ε;
- Να κάνουμε αλλά φοβάμαι πως αν ανακατευτεί με την βότκα στο στομάχι μου θα κάνει ανάφλεξη!!
Got a better definition? Add it!
Το παραδοσιακό ελληνικό σουβλάκι (αν και οι ρίζες του είναι ανατολικές), τυλιγμένο σε πίτα. Συνήθως με τζατζίκι και κρεμμύδι, αλλά υπάρχουν διάφορες παραλλαγές στα διάφορα μέρη τις Ελλάδας.
- Τι κρέπες και μαλακίες μωρέ; Πάμε να φάμε τίποτα πιτόγυρα, να πιούμε και μια δυο μπύρες να χορτάσουμε!
Got a better definition? Add it!