Συνθηματική φράση, για να ειδοποιηθεί κάποιος ότι πλησιάζει κίνδυνος.
Σύρμα! Έρχονται οι μπάτσοι!
Συνθηματική φράση, για να ειδοποιηθεί κάποιος ότι πλησιάζει κίνδυνος.
Σύρμα! Έρχονται οι μπάτσοι!
Got a better definition? Add it!
Σημαίνει «αυτός που πολεμάει από μακριά», βλ. και τηλεόραση, τηλεκουμάντο κ.ο.κ.
Στην εποχή μας περιγράφει τον δειλό που τσαμπουκαλεύεται να τσακώνεται με όλον τον κόσμο στο Ίντερνετ εκ του ασφαλούς PC του, λ.χ. e-λληνάρα.
Με λίγα λόγια αυτό που ο Χαλικούτης όρισε ως pussy-fighter σε σχόλιο στο λήμμα μουνομάχος.
Σε φόρουμ που πόσταρα, ένας είχε επίτηδες το νικ «Τηλέμαχος», επειδή του άρεσε να γκρινιάζει για τα πάντα και να τσακώνεται επιθετικά με όλον τον κόσμο. Είχε πάντως χιουμοριστική αυτογνωσία.
Got a better definition? Add it!
Got a better definition? Add it!
Υποφέρω από βρώμα, μπίχλα και κακές συνθήκες υγιεινής, και με την σεξουαλική έννοια, και με ευρύτερη.
Πω πω, τι θάλαμος είναι αυτός σ' αυτό το στρατόπεδο! Θα συφιλιαστούμε!
Got a better definition? Add it!
Κρυώνω πάρα πολύ, τουρτουρίζω.
Άναψε το καλοριφέρ, γιατί θα γίνουμε αρχαίοι εδώ μέσα!
Κι άλλα για πολύ κρύο: δάγκωσα τ' αρχίδια μου, δάγκωσα το καβλί μου, δαγκώσει, τον / την έχω, κάνει κρύο, καιρός για τρίο, Λος Ψόφος, μπιλοζίρια, ξυλιάζω, πουτσόκρυο, τα αρχίδια μου έχουν γίνει φακές, τσάφι, τσόκρυο, ψόφος, ψωλόκρυο
Got a better definition? Add it!
Είναι εξωγήινοι που κατέβηκαν μαζί με τους Νεφελίμ και τους ΕΛ. Διίστανται οι απόψεις αν οι σύγχρονοι Έλληνες είναι απόγονοι των Ελ ή των Νωχελίμ.
Πάντως όσοι περνάνε όλη την μέρα τους με Λιακό κι ένα φραπέ στο χέρι σίγουρα είναι απόγονοι των Νωχελίμ ή και των Αφελίμ.
Επίσης, όσοι κοκορεύονται ότι όταν οι άλλοι δεν είχαν να φάνε, εμείς είχαμε χοληστερίνη!
-Λες να είμαστε απόγονοι των Ελ;
-Εσύ ειδικά είσαι των Νωχελίμ!
Got a better definition? Add it!
Το Wash & Go στα βλάχικα.
Να χάνου χρόνου; Τούρα μη του πλύσ' κη τσακίσ' τα έχου δύου ση ήνα!
Got a better definition? Add it!
Η Φεράρι κατά το Μερσεντικό και το Πορσικό.
Πού τα βρήκε τα μπικικίνια για να μας κάνει μόστρα κάθε πρωί με το Φεραρικό; Όχι πες μου πού! Αν δεν ήταν η Miesens, θα το είχε το Φεραρικό, όχι πες μου θα το είχε;
Got a better definition? Add it!
Η Μερσεντές, το Μερσεντικό, η Μερσέντα, με λίγα λόγια αυτό που οδηγούν οι Μερσεντεζοβολάνηδες και οι Μερσεντοσουσούδες.
Με το Μερσεντέ του μπαμπά έσκασε μύτη ο φλωρούμπας!
Got a better definition? Add it!
Η Μερσεντές ως εργαλείο, κατά το «σιδερικό», και με τρόπο, ώστε να γεμίσει πιο πολύ το στόμα σου.
Σκάσανε μύτη οι δεσποτάδες με πέντε - έξι Μερσεντικά.
Got a better definition? Add it!