Ο υπερθετικός του λολ (lol). Το αρκτικόλεξο σημαίνει: «Rolling on the floor laughing out loud»= Κυλιέμαι στο πάτωμα γελώντας δυνατά. Και το χρησιμοποιούν πολύ στο ιντερνέτι.

χα χα χα, πολύ λολ αυτό που είπες, είσαι lol-some. Τι λέω, τι λολ, είναι rofl-lol!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο γκέι, η κουδουνίστρα.

Μεταξύ μας, ο Λούλης το χορεύει το λάτιν! Είναι και η πρώτη κουνίστρα!

Got a better definition? Add it!

Published

Είναι και το νικ του δημοσιογράφου Μάκη Τριανταφυλλόπουλου, επειδή η εκπομπή του ονομάζεται «Ζούγκλα». Και λέγεται για τέτοιους δημοσιογράφους με κρυφές κάμερες κτλ.

Για να δούμε, τι τράβηξε πάλι με την κρυφή του κάμερα ο Ταρζάν!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από τον τίτλο «Ζούγκλα» της εκπομπής του Μάκη Τριανταφυλλόπουλου, κατέληξε να δηλώνει ένα είδος δημοσιογραφίας, όπου επικρατεί ο «νόμος της ζούγκλας», με κρυφές κάμερες, πάνελ που γίνεται επίτηδες αλαλούμ κ.τ.λ.

Το θέμα αυτό είναι πολύ σοβαρό και πρέπει να κριθεί από την Δικαιοσύνη και τους αρμόδιους θεσμούς, δεν μπορεί να κρίνεται στην ζούγκλα της τηλεοπτικής δημοσιογραφίας!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που κάνει τζούρα. Από τον Σέρβο προπονητή μπάσκετ Βλάνταν Τζούροβιτς, του Πανιωνίου και άλλων ομάδων. Σχηματίζεται κατά το δεντηβρίσκοβιτς και άλλες εμπνεύσεις εκ Γιουγκοσλαβίας.

- Ωχ, θα μας φέρεις κι εκείνον τον τζούροβιτς στην παρέα;

(από Lafkadio, 03/02/09)(από Lafkadio, 03/02/09)(από pavleas, 04/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παρακινδυνευμένη δημοσιογραφική μέθοδος, όπως κρυφές κάμερες, σαν αυτές που χρησιμοποιεί ο Ταρζάν δημοσιογράφος Μάκης Τριανταφυλλόπουλος.

Για να δούμε, τι ταρζανιά θα κάνει πάλι απόψε ο Ταρζάν! Ποιον θα ξεμπροστιάσει;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Παναθηναϊκός, κατά το ΜΠΑΟΚ.

-Θα σκίσει κι απόψε η Μπανάθα!
-Είσαι βάζελος;

Got a better definition? Add it!

Published

Έτσι μεταφέρεται το «sex» στα ελληνικά, σλανγκική αδεία για πλάκα. Και «σεχάκι».

Έπεσε σεχάκι χτες;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η Μερσεντές ως εργαλείο, κατά το «σιδερικό», και με τρόπο, ώστε να γεμίσει πιο πολύ το στόμα σου.

Σκάσανε μύτη οι δεσποτάδες με πέντε - έξι Μερσεντικά.

(από Hank, 04/02/09)(από Vrastaman, 28/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η Φεράρι κατά το Μερσεντικό και το Πορσικό.

Πού τα βρήκε τα μπικικίνια για να μας κάνει μόστρα κάθε πρωί με το Φεραρικό; Όχι πες μου πού! Αν δεν ήταν η Miesens, θα το είχε το Φεραρικό, όχι πες μου θα το είχε;

(από Hank, 04/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published