Χάλασε, κρύωσε, χαραμίστηκε.
- Τι εννοείς, δεν καταλαβαίνω...
- Άσ΄το ρε φίλε, κάηκε, τρεις φορές σου το εξήγησα, πάει πια.
Χάλασε, κρύωσε, χαραμίστηκε.
- Τι εννοείς, δεν καταλαβαίνω...
- Άσ΄το ρε φίλε, κάηκε, τρεις φορές σου το εξήγησα, πάει πια.
Got a better definition? Add it!
Άσε καλύτερα. Η φράση ολόκληρη είναι: Δεν θες να ξέρεις.
- Τι σκατά πατάτες είναι αυτές που τρώμε; Μεταλλαγμένες;
- Άσε, δεν θες...
Got a better definition? Add it!
Αυτός που έχει μικρό πέος.
Η Άννα δεν έχει πρόβλημα με τους μικροτσούτσουνους. Βασικά, δεν έχει πρόβλημα με κανέναν...
Βλ. και κοντοτσούτσουνος, ρεβιθοτσούτσουνος, τσουτσούνι. Ακόμη: -τσούτσουνος.
Got a better definition? Add it!
Ο πολύ κοντός άνδρας. Λέγεται και για γυναίκες.
- Κοίτα να δεις τη Λίτσα που πηδιέται με αυτόν τον κουβά. - Ας μην είχε φράγκα και θα σού 'λεγα...
Got a better definition? Add it!
Γυναίκα κοντή, χοντρή, κακοσούλουπη, δυσκίνητη, μεγάλο βυζί και φαρδειά πλάτη, μαλλί κομμωτηρί, χρυσαφικό, όχι ωραία, ψευτο-επιβλητική και ψευτο-συναισθηματική, της γειτονιάς, τσαντάκι λαϊκής με χρυσό αλυσιδάκι, περί τα πενήντα - εξήντα, που όλα τα ξέρει και όλα τα κανονίζει. Μη σου τύχει. Το είδος εντοπίζεται σε βαφτίσια, γάμους, κηδείες, εκδηλώσεις, κλπ.
- Τι ήθελα και πήγα στα βαφτίσια, πλακώσανε όλες οι θειόκες και με αρχίσανε στα «Σειρά σου τώρα να κάνεις κάνα παιδάκι, άντε μπράβο!»
βλ. και θείτσα
Got a better definition? Add it!
Το παρακαλετό γαμήσι. Όταν ο άντρας έχει κατεβασμένα τα βρακιά του μέχρι τον αστράγαλο (δεν έχει προλάβει να γδυθεί τελείως ακόμα), τού φεύγει όμως η γκόμενα και αυτός τρέχει ξοπίσω της σέρνοντας τα πόδια του γιατί δεν μπορεί να ανοίξει βήμα (άρα μοιάζει με πιγκουίνο). Λίγο κρύο να λέμε την αλήθεια, αλλά εξαρτάται για ποιον το λες και τότε μπορεί να έχει πλάκα. Από ένα παμπάλαιο ανέκδοτο με μια πουτάνα και τον πελάτη της.
- Τον είχε στο πιγκουινάτο για κάνα μισάωρο.
- Και αυτή τι έκανε;
- Μμμ, δεν ξέρω...
- Και συ πού το έμαθες ρε μαλάκα;
- Μου το είπε η ίδια.
- Και ό,τι σου λένε εσύ το πιστεύεις έ;
- ...
Got a better definition? Add it!
Είναι επίσης φιλική προσφώνηση (μερικές φορές και ειρωνική) προς άνδρες.
- Έλα ρε τσολιά μου, πού ήσουν;
Got a better definition? Add it!
Επικίνδυνη κίνηση ή πράξη την οποία μόνο ο Ταρζάν μπορεί να πραγματοποιήσει με επιτυχία.
ο συνοδηγός:
- Έλα, κόψε τις ταρζανιές μη στουκάρουμε σε καμιά κολόνα.
Got a better definition? Add it!
Καταπληκτικά, με γαλλική κατάληξη, άρα και προφορά: «καταπληκτικμάν». Χρειάζεται αδελφίστικη χροιά στη φωνή, και σπάσιμο του καρπού προς τα έξω.
- Πώς περάσατε;
- Καλέ καταπληκτικμάν, συζητάς τώρα...
βλ. και ανπιστεύαμπλ
Got a better definition? Add it!