Γυναίκα κοντή, χοντρή, κακοσούλουπη, δυσκίνητη, μεγάλο βυζί και φαρδειά πλάτη, μαλλί κομμωτηρί, χρυσαφικό, όχι ωραία, ψευτο-επιβλητική και ψευτο-συναισθηματική, της γειτονιάς, τσαντάκι λαϊκής με χρυσό αλυσιδάκι, περί τα πενήντα - εξήντα, που όλα τα ξέρει και όλα τα κανονίζει. Μη σου τύχει. Το είδος εντοπίζεται σε βαφτίσια, γάμους, κηδείες, εκδηλώσεις, κλπ.

- Τι ήθελα και πήγα στα βαφτίσια, πλακώσανε όλες οι θειόκες και με αρχίσανε στα «Σειρά σου τώρα να κάνεις κάνα παιδάκι, άντε μπράβο!»

βλ. και θείτσα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πολύ κοντός άνδρας. Λέγεται και για γυναίκες.

- Κοίτα να δεις τη Λίτσα που πηδιέται με αυτόν τον κουβά. - Ας μην είχε φράγκα και θα σού 'λεγα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που έχει μικρό πέος.

Η Άννα δεν έχει πρόβλημα με τους μικροτσούτσουνους. Βασικά, δεν έχει πρόβλημα με κανέναν...

(από Galadriel, 07/03/09)Οβελίξ ο μικροτσούτσουνος (από allivegp, 30/06/09)Να γιατί αρκούσε ένα φύλλο συκής για να το καλύψει. (από Khan, 06/08/09)(από Khan, 20/05/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άσε καλύτερα. Η φράση ολόκληρη είναι: Δεν θες να ξέρεις.

- Τι σκατά πατάτες είναι αυτές που τρώμε; Μεταλλαγμένες;
- Άσε, δεν θες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χάλασε, κρύωσε, χαραμίστηκε.

- Τι εννοείς, δεν καταλαβαίνω...
- Άσ΄το ρε φίλε, κάηκε, τρεις φορές σου το εξήγησα, πάει πια.

Got a better definition? Add it!

Published

Το πάρε-δώσε μεταξύ βουλευτών ή μεταξύ βουλευτών και ρουσφετολόγων. Από τα βουλήκαι εμπόριο, παράφραση της λέξης δουλεμπόριο.

- Το βουλεμπόριο παίρνει και δίνει...
- Αν παίρνει, λέει...

Got a better definition? Add it!

Published

Το υπερβολικό μακιγιάζ.

Δείχνει να έχει ωραίο δέρμα. Αν όμως βγάλει τον σοβά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Τραβάω μαλακία.

  2. Κάνω άχρηστα πράγματα, δεν είμαι συνεπής, κλπ.

  1. - Πώς πάει ο μικρός;
    - Πώς να πάει, μεγάλωσε και μου φαίνεται ότι έχει αρχίσει να τον πουλοπαίζει.

  2. - Γιατί αργεί τόσο ο μαλάκας;
    - Ξέρω γω, κάπου θα είναι και θα πουλοπαίζει.

Got a better definition? Add it!

Published

Το έμπλαστρο.

- Πιάστηκα άσχημα με τα βάρη που σήκωσα και σήμερα έβαλα ένα μπλάστρι να μου περάσει ο πόνος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το κατά συρροήν κλάσιμο.

- Έφαγα το μεσημέρι κάτι που με πείραξε και μ' έχει πιάσει ένα κλασίδι...

βλ. και κλανίδι, κλανιά

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified