Η λέξη κατά βάση σημαίνει μπόχα από βαρβατίλα, αρχιδίλα, και είναι το αρσενικό αντίστοιχο της μουνίλας (καμιά φορά σημαίνει, κατ' επέκταση και συμβολικώς πως, την αντροκρατία μέσα σε έναν χώρο, την πλήρη απουσία γυναικών ή τεσπατην ελάχιστη παρουσία αυτών, δηλ. το αντίστοιχο του αρχιδόκαμπου και το αντίθετο της μουνοθύελλας).

Αντρίλα είναι και η επίδειξη ανδρισμού, η οποία φοριέται πολύ στον μάτσο τύπο άντρα -και ωσεκτουτού διαφωνώ με τον κύριο που γράφει το αντίθετο εδώ.

  1. την Αντρίλα δεν χρειάζεται να τη μυρίσεις, μπορείς να τη διαπιστώσεις και εκ του μακρόθεν, ακόμα και από φωτογραφικό υλικό ή περιγραφή.

  2. Αντρίλα ρε: 10 πνευματικές και σωματικές προκλήσεις για όσους θέλουν να λέγονται άντρες

  3. Υπάρχουν τραγούδια που στάζουν αντρίλα από τα μπατζάκια. Που τα ακούς κι ανατριχιάζεις.

  4. εγώ είμαι της άποψης ότι «Λίγη αντρίλα δεν έβλαψε ποτέ κανένα»

όλα από το νέτι

(από HODJAS, 07/12/11)(από Khan, 18/12/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βαριέμαι υπερβολικά. Και από τη νωθρότητά μου πήζω σαν το γιαούρτι, ζαμπονιάζομαι.

(Πήζω)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τυχοδιώκτης, ο αεριτζής.

Λόγω της σπανιότητάς της και του αξιοπερίεργού της, η λέξη εμφανίζεται και με χίλιες δυο σημασίες, πάντα αρνητικές και σχετικές με τον τυχοδιωκτισμό. Πιτσικόμης μπορεί να χαρακτηριστεί ακόμα και ο καπάτσος κομπιναδοράκος, ή ο μπιστικός κάποιου λαμογιάρη, ή ακόμα και ο πολύ δήθεν (εκεί πρόκειται περί παρανόησης μάλλον εξαιτίας της κατάληξης της λέξης που παραπέμπει στον Κόμη).

Εγώ την άκουσα με την έννοια του τζαμπατζή υπερμποέμ, αυτού δηλαδή που διαμένει μια εδώ μια εκεί, σε διάφορα σπίτια που δεν είναι δικά του αλλά φίλων και γνωστών, που κάνει πολλές «στάσεις» για μικρά χρονικά διαστήματα: ο περιπλανώμενος εκ πεποιθήσεως ή επειδή δεν έχει μία και τη βγάζει τζάμπα με τον τρόπο αυτόν.

Η λέξη έχει αγγλική προέλευση (beachcomber) και η αρχική της σημασία στα αγγλικά παραμένει «ο ρακοσυλλέκτης των ακτών», όπως μας εξηγεί πολύ ωραία η Λεξιλογία εδώ. Επίσης η [Βίκυ](http://www.slang.gr/definition/9827-biky) το αναφέρει επισήμως ως ελληνική μετάφραση της αγγλικής.

Στον γούγλη βγάζει πολλά χτυπήματα, όπως θα δείτε παρακάτω.

  1. Το πιτσικόμης το έχει εντοπίσει κανείς σας σε οποιοδήποτε λεξικό, έντυπο ή διαδικτυακό; Εγώ τουλάχιστον όχι. Το πιο αστείο μάλιστα είναι ότι την πληροφορία για την ελληνική λέξη τη βρήκα στο λήμμα “beachcombing” της αγγλικής Wikipedia.
    Ούτε στο slang.gr δεν έχει περάσει.
    (από σχόλιο σε ποστ του Sarant εδώ)

  2. Ο Κώστας Καίσαρης κόβει τη φάτσα του Βλάση Τσάκα και βγάζει συμπέρασμα: Με σκουλαρίκια στα αυτιά, τατουάζ, πέτσινο παντελόνι και γιλέκο, για αναβάτης harley davidson ανατολικά του Κεντάκι κατηφορίζοντας για Οκλαχόμα. Για έμπιστος ή έστω για πιτσικόμης του Λάτση της Σαουδικής Αραβίας, αδύνατον. εδώ

  3. ΜΟΝΟ αμα έχεις γνωριμίες ή πληρώσεις κάνα χιλιάρικο κάποιον πιτσικόμη πράκτωρα κάτι θα κάνεις
    εδώ

  4. Ο Κοτσακάς είναι πιτσικόμης, μπιστικός του Ακη που διώκεται γιατί τον έχουν βάλει οι πασοκόγυφτοι πρώην «σύντροφοί» του σε τροχιά Μένιου

  5. Μπαίνουμε ΦΙΡΟΜ, έλεγχος διαβατηρίων από βλοσυρούς υπάλληλους και πρώτη εικόνα ένα άθλιο καζίνο κι ένας ταξιτζής με τον αέρα του πιτσικόμη ! εδώ

  6. (κυριολεκτική σημασία): Πριν χρόνια συναντιότανε ένας μάστορας με έναν πιτσικομη πχ πάνω από ένα καμένο αγκυροβόλο. Ο πιτσικόμης έλεγε είναι άχρηστο, και ο μάστορας το έφτιαχνε, με τα μισά χρήματα του καινούριου. Σήμερα η επισκευή του στοιχίζει 2000€ και καινούριο 300€.
    εδώ

...και πολλά άλλα.

(από Jonas, 05/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καρφί με χοντρό στρογγυλό κεφάλι (λείο ή με διακόσμηση) το οποίο παλιά χρησιμοποιούνταν στα παπούτσια («παπουτσόπροκα»). Πιο πολύ όμως έχουμε συνηθίσει να το βλέπουμε σε καναπέδες και πολυθρόνες παλιού τύπου, όπου το δέρμα / ύφασμα / βελούδο στερεώνεται με πολλά τέτοια καρφιά στη σειρά.

Χαρακτηριστικοί δερμάτινοι καναπέδες με καμπαράδες είναι οι Chesterfield.

Από το τουρκικό kabara που σημαίνει το ίδιο. Τη λέξη δεν έχουν ούτε το ΛΚΝ ούτε ο Μπάμπης.

Δεν ξέρω αν μπορώ να τα περιγράψω καλά (και δεν ειμαι πολύ εξοικοιωμένη με την τεχνολογία ώστε να βάλω φώτος), αλλά προέκυψε η ιδανική λύση για μένα που δεν είμαι φαν του μοδάτου βέγκε και αγαπώ περισσότερο την τραπεζαρία της γιαγιάς μου με τα λιονταρίσια πόδια, τους καμπαράδες, τον μπρούντζο και όχι το ίνοξ.
(από το νέτι)

(από ironick, 03/12/11)(από ironick, 03/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βλαμμένος, ηλίθιος, στόκος, βλάκας, μαλάκας και λοιπά καλολογικά.

Για αγγλικά αντίστοιχα του όρου, δες εδώ.

  1. οι χίτες ήταν συνεργάτες των γερμανών ρε βλαμάδι!

  2. ένα ανώριμο βλαμάδι είναι που δεν ξέρει να γράφει ουτε ελληνικά και έχει μεγαλώσει με τα σάλια των δικών του.

(από το νέτι)

Got a better definition? Add it!

Published

Κανονικά (βλ. παράδειγμα 1) σημαίνει «εκ των πραγμάτων» και προέρχεται από το λατινικό de facto. Για να μην κουράζω με τις κυριολεξίες που δεν μας αφορούν, ιδού και ιδού πιο πολλά για την έκφραση.

Στην αργκό όμως (βλ. παραδείγματα 2 κέ) χρησιμοποιείται αντί του 100%, οπωσδήποτε, μες το νερό, σίγουρα, για τα καλά, κλπ.

(να σημειωθεί ότι πολλές φορές και η ελληνική έκφραση «εκ των πραγμάτων» παραποιείται με την έννοια του οπωσδήποτε κλπ).

  1. Όταν ανατρέπεται μια δημοκρατική κυβέρνηση με πραξικόπημα, ο επικεφαλής των πραξικοπηματιών είναι ο ντε φάκτο πρωθυπουργός της χώρας κι ας μην εκπροσωπεί τη νόμιμη κυβέρνηση.

  2. Ο Μ.χθες μου είπε «Ο,τι είναι να γίνει θα γίνει» και είχε δίκιο,διαπιστωμένο αυτό, ντε φάκτο.

  3. Είπε δε ότι «εάν υπάρξει δημοψήφισμα, ντε φάκτο θα συμπορευτούμε σε μια νέα πλειοψηφία με πυρήνα τις δυνάμεις της Αριστεράς».

  4. ...ουσιαστικά επιλέγει τη μια άποψη και την προβάλλει λογοκρίνοντας ντε φάκτο την άλλη...

  5. Εάν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, η Ελλάδα είναι εδώ και ένα χρόνο ντε φάκτο μια χρεοκοπημένη χώρα

  6. Η αντιπροσωπεια ειναι υποχρεωμενη να σε καλυψει απο θεμα
    εγγυησης,ακομη κι αν ειναι παραεισαγωγης το μηχανακι σου. Είναι νομικά υποχρεωμένη αλλά δεν το κάνει ούτε το έχει κάνει ποτέ. Μόνο αν τους πας στα δικαστήρια μπορεί να δικαιωθείς μετά απο πολλααααά χρόνια. Ντε φάκτο αυτό που σου λέω δεν πρόκειται να καλύψει κανέναν!!! Μόνο η ευρωπαική εγγύηση σε καλύπτει δηλαδή ο dealer που πούλησε το μηχανάκι στον παραεισαγωγέα.

(όλα διχτυωτά)

(από Khan, 02/12/11)

βλ. και de fuckto σχέση

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Μου μοιάζει για», «φέρνει προς», «μου θυμίζει», «υποπτεύομαι ότι πρόκειται για», κττ. Το ρήμα κάνω είναι στην περίπτωση αυτή περίπου συνώνυμο των ταιριάζω, φαίνομαι, δείχνω.

  1. - Κούκλος ο Κώστας!
    - Καλά. Εμένα μου κάνει λίγο για αδερφούτσα, αλλά πάσο.

  2. - Να βάλω αυτό το παντελόνι ή αυτό;
    - Βάλε αυτό καλύτερα. Το άλλο μου κάνει για πολύ κυριλέ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γουαναμπής είναι αυτός που wanna be, ο φιλόδοξος από ματαιοδοξία ένα πράμα, σε βερσιόν και προφορά ελληνική και μάλιστα κλίνεται: ο γουαναμπής, του γουαναμπή, πληθ: οι γουαναμπήδες. Πάντα και μόνο στο αρσενικό.

Για περισσότερα, παραπέμπω στον πληρέστατο ορισμό του sarant εδώ και κατά τ' άλλα απλώς καταγράφω στο σλανγκρ τη λέξη παραθέτοντας και παραδείγματα από το νέτι.

  1. Τέλος πάντων, πνευματικός άνθρωπος γουαναμπής, δεν δίνω σημασία σε ελάσσονα πολιτικά ζητήματα, και σπεύδω να διαβάσω το όντως αξιοδιάβαστο ένθετο για τον πολιτισμό, τις τέχνες και το βιβλίο...

  2. Στην δεύτερη φωτό είναι κάποιος πρώην χορευτής μπρέηκ-ντάνσινγκ από το πρώην ανατολικό μπλοκ που βλέπει πρώτη φορά τόουνλαμπ, δεν ξέρει τι κάνει αλλά έχει χεστεί από την χαρά του που έχει κάτι που δεν ξέρει τι στο διάλο κάνει. Αγνός νεοκαπιταλισμός, ροκ-γουαναμπής και κ***ς φινιστρίνι.

  3. Διαμαρτυρόμεθα εντόνως διότι το δράμα που ζει στις φυλακές του Κορυδαλλού ο Ντάφυ Ντακ δεν συγκινεί κανέναν! Αλλά έτσι είναι βέβαια, ο Πόρκυ που είναι μικροαστός γουαναμπής να βγει, ο Ντάφυ να σαπίσει διότι είναι αναρχοαυτόνομος

από το δίχτυ όλα κι άλλα πολλά.

(από Khan, 25/11/11)(από Khan, 25/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ειρωνική ατάκα που πετάμε προς τον συνομιλητή μας για να δείξουμε τον θυμό μας και την απόγνωσή μας επειδή αυτός (κάνει πως) δεν καταλαβαίνει το απολύτως ευνόητο που του λέμε.

Η έκφραση έχει την προέλευσή της σε παλιά διαφήμιση της Babylino (δεν κατάφερα να τη βρω σε γιουτουμπάκι), αργότερα έγινε ατάκα στις «Τρεις Χάριτες» και, τέλος, τίτλος τραγουδιού των Ημισκούμπρια (βλ. μήδι).

Το νόημα της έκφρασης είναι: τι άλλο να κάνω ρε φίλε, πρέπει μήπως να χεστώ πάνω μου και να βρωμίσει ο τόπος για να νιώσεις;;;

Συνειρμός: μαύρο γάλα => γάλα με μαυράκι. Το καταλάβατε, ή θέλετε να κάνω και κακά;
(σχόλιο vrastaman στο λήμμα μαύρο γάλα)

Δεν είμαστε όλοι τόσο χαρισματικοί, αλλά σίγουρα δεν είμαστε και τόσο βλάκες ώστε να μην μυριζόμαστε προθέσεις.
καταλάβατε ή να κάνω και κακά;
σχόλιο electron στο λήμμα να σ' το ζωγραφίσω.

Καταλάβατε ή μήπως θέλετε να κάνω και κακά;
Δεν ξέρω αν θυμάστε αυτή τη φράση ενός καταπληκτικού πιτσιρίκου σε παλιά διαφήμιση για πάνες, αλλά δε νομίζω ότι όλοι κατάλαβαν τι έγινε σήμερα στην Ελλάδα. Και στην κορυφή των αδύναμων κρίκων βάζω τον εαυτό μου.
(από το δίχτυ)

Στο νέτι απαντάται κυρίως ως τίτλος ποστ, όπως διαπιστώνουμε εδώ κι εδώ, εδώ.

(από ironick, 24/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Που έχει σχέση ή θυμίζει ή αρμόζει σε κλαμπάκι.

Κλαμπίσιο λέμε συνήθως ένα συγκεκριμένο είδος μουσικής, ως προς το ύφος και τον ήχο του (δηλ. να χαρακτηρίζεται από έντονο και χορευτικό μπιτ και να έχει μεγάλη διάρκεια, ή έστω να έχει ηχητικά εφέ που χαρακτηρίζουν συνήθως ένα τέτοιο κομμάτι).

Λέμε όμως και τον ήχο αυτό καθεαυτόν που βγαίνει από ηχεία τα οποία «φωνάζουν», δηλ. προορίζονται για τις παραπάνω μουσικές και όχι πχ για τζαζ ή κλασική, οι οποίες έχουν μεγαλύτερες απαιτήσεις (όγκο, βάθος, ευκρίνεια κλπ)

Κλαμπίσιο λέμε και το ύφος ενός μαγαζιού ή μια φωνή ή, τέλος, ένα στυλ ντυσίματος που συνηθίζεται στα κλάμπζζζ, δηλ. σέξυ, φανταχτερό, αποκαλυπτικό κλπ.

Από το αγγλικό club.

Σπανίως λέγεται και για κλαμπ με την έννοια της λέσχης (βλ. παρ. 7).

  1. Ζορικο ειναι,κλαμπισιο.Ραδιοφωνικο δε θα το λεγα,εχει κάπως ένα undergroud υφακι. Γερμανικό electro gothic μου κάνει σαν ατμοσφαιρα

  2. Ευτυχώς η μουσική προχωράει και εξελίσσεται σε άλλα μέρη του κόσμου οπότε δεν στερούμαστε μουσικών ακουσμάτων...και ναι φίλε μου, ακόμα και. «κλαμπίσια»

  3. Ο δισκοθέτης επέλεγε μουσική κλαμπίσια, αισθητικώς ανώτερη των γραικυλικών αλυχτισμάτων.

  4. Σκέφτομαι να στήσω ένα συστηματάκι ηχείων κλαμπίσιο για να έχω «εικόνα» ήχου στυλ club

  5. Όπα ρε μάστορα θα μου πείτε(με το δίκιο σας) και απο ποιότητα τί γινεται;Άμα είναι απλά να φωνάζουν πάω και αγοράζω 2 κλαμπίσια ηχεία και ξεμπερδέυω.

  6. Τόπος συνάντησης της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας το Villa Mercedes, έδωσε στο Γκάζι την κλαμπίσια αίγλη που χρειαζόταν.

  7. Οι Llumar Titanium μπήκαν σήμερα, στο κατάστημα Ψυχικού. Όλα καλά και τιμή κλαμπίσια...
    με γεια σου σταυρο! σου ζήτησαν κάρτα μελους ή απλα ειπες οτι εισαι απο το club;

Kλαμπίσιο σάντουιτς (από Vrastaman, 18/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified