Όρος που αφορά την γυναικεία ένδυση κυρίως, χωρίς να αποκλείεται και η αντρική. Το πολύ κοντό ρούχο για το επάνω μέρος του σώματος. Συνήθως πλεκτό ή σακακοειδές.

Λέγεται έτσι γιατί θυμίζει τα ζακετάκια που φοράνε στα μωρά για την ημέρα του βαφτισιού τους και δίνει την εντύπωση ότι το έχεις από τότε και εξακολουθείς να το φοράς. Παρόλο τον μπαμπαδισμό της όμως (αντίστοιχη κρυάδα με το «μπήκε στο πλύσιμο;» που λεγόταν για τα μίνι όταν πρωτοσκάσαν ή για τα κάπρι ή για τα κοντά μπλουζάκια, ή το άλλο: «απόκριες έχουμε;»), η λέξη τείνει να καθιερωθεί.

Το κοντό λοιπόν πανω-φόρι είναι αξεσουάρ που βαστά πολύ πίσω στον χρόνο. Στα δικά μας, παίζει και σε παραδοσιακές στολές, όπου λεγόταν «μπαμπουκλί», βλ. εδώ.

  1. Καλά, το άτομο ήταν τρελά ντυμένο: βαφτιστικό σακάκι, κάλτσα μακώ με στάμπα, κολάν με σχέδιο, σταράκια, τελείως φεύγα σου λέω!

  2. Κι έσκασε μύτη στη συνεδρίαση σα λολίτα. Πού πα ρε βλαμένη με το βαφτιστικό... Πουτάνες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η καθομιλουμένη λέξη για την προμνησία. Από το γαλλικό Déjà vu (βλ. παράδειγμα 2).

Το άρθρο της Βικούλας είναι κατατοπιστικό, οπότε δεν έχει νόημα να πω άλλα.

Θα πω όμως ότι τώρα τελευταία έχει χάσει την πρώτη της σημασία η λέξη και έχει καταλήξει να σημαίνει κάτι τ. όλο γίδια και τα γίδια του μυαλού σου ροκανίδια ένα πράμα. Δηλαδή αναφέρεται σε κάτι που πράγματι ξανασυνέβη, όχι σε κάποιο τερτίπι της μνήμης ή σε μεταφυσικό δεγκζερωτί (βλ. παράδειγμα 1).

  1. Τετάρτη Βράδυ. Στάδιο «Καραισκάκης». Ολυμπιακός - ΠΑΟΚ πράξη πρώτη για το κύπελλο Ελλάδας. Ντεζαβού για τις δυο ομάδες που πριν από δυο χρόνια είχαν κοντραριστεί για τον ίδιο θεσμό και πάλι στην προημιτελική φάση.

  2. Το πιο έντονο ντεζαβου που έχω ζήσει ποτε, ήταν πριν πολλά χρόνια και είμασταν εγώ η αδερφή μου και ένας παλιός φίλος της. Ο άνθρωπος είχε κάνει επίσκεψη στο σπίτι της αδερφής μου, που έτυχε να είμαι και εγώ εκεί και τον έβλεπα για πρώτη φορα. Μετά απο καμμια ώρα που είμασταν μαζί, είχαμε κάτσει (θυμάμαι) ο άνθρωπος στον καναπέ, εγώ ήμουν όρθιος στην πόρτα και η αδερφή μου στην κουζίνα, και εκεί το νιώθω.Δευτερόλεπτα μετά πετάγεται η αδερφή μου και λεεί παιδιά μόλις έπαθα ντεζαβού, και το ίδιο λέει και ο φίλος της, κάτι που και εγώ ενιωθα. Για πολύ καιρό πίστευα ότι μπορεί όντως σε κάποιο παράλληλο σύμπαν μπλα μπλα μπλα. Τελικά όμως μήπως απλά είχαμε κάτσε σε συγκεκριμένες θέσεις λίγα λεπτά πιο πριν, και απλά έτυχε να νίωσουμε ταυτόχρονα ότι κάτι μου θυμίζει αυτό;

αμφότερα από το νέτι

(από Khan, 20/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λέγανε κάποτε για την τσαλακωμένη μούρη των πεκινουά... Κάτι παρόμοιο με το την τράκαρε το 14άρι.

Η υποφαινομένη παρακαλεί γνωστούς τε και αγνώστους να μη βάλουν κανα φριχτό μύδι, όχι γιατί δεν μπορεί να πατήσει το μαγικό κουμπάκι, αλλά θα συγχιστεί και δεν κάνει.

- Βρήκα ένα σκυλάκι στο δρόμο... τα χάλια του έχει, θα το κρατήσω.
- Α μπράβο! Και πώς μοιάζει;
- Πρέπει να είναι ράτσα και να το σουτάρανε οι μπάσταρδοι, αλλά δεν ξέρω την ονομασία, είναι από αυτά που έχουν τρακάρει σε τοίχο.

(από patsis, 20/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published

«Έχω κάποιον στο φτου»: έχω κάποιον στο φτύσιμο, τον φτύνω, τον κλάνω, τον έχω χεσμένο, τον υποτιμώ, τον υποβιβάζω και όλ' αυτά τα καλά.

Για να μάθει και ο ξένος μεταφραστής, «φτου» είναι ο ήχος που κάνουμε όταν φτύνουμε.

- Δεν σε βλέπω ευχαριστημένο με τη Σάσα...
- Τι ευχαριστημένος να είμαι ρε μαλάκα, όλο στην αναμονή και υποσχέσεις και κοντραπαξιμάδια, και κοκό γιοκ. Με έχει στο φτου, χαλαρά.
- Ρε μπας κι είναι παρθένα;
- Ναι, παρθένα από κώλο.

Got a better definition? Add it!

Published

Ειρωνικό σχόλιο για την παρτόλα που το παίζει παρθενόπη. Δεν είναι ακριβώς η μισοπαρθένα, είναι αυτή που, εννοείται, ούτε από κώλο είναι παρθένα, αλλά το λέμε έτσι για να δείξουμε το τελείως αντίθετο.

- Σα να μου φαίνεται παρθενάκι το Λιζάκι, για πρόσεχε...
- Παρθένα, αυτό το ξεψώλι;! Ουουου, τι να σου πω! Παρθένα από κώλο!

Got a better definition? Add it!

Published

Κάργα, φουλ, αιματοβαμμένος, για τα καλά, που κάνει μπαμ, ξεφωνημένος (επίθετο, όχι η ξεφωνημένη) κλπ. Τόσο πασιφανώς φανατίλα (για οτιδήποτε) δηλαδή, που φαίνεται (και καίει) σαν τη φωτιά.

Απορώ πώς τα βρίσκουνε τα πεθερικά μου. Ο πατέρας είναι δεξιός μέχρι τα μπούνια, η μάνα φωτιά πασόκα.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο χουβαρντάς, ο γαλαντόμος, ο ίσως σπάταλος, ο ανοιχτοχέρης. Από τον κεντρικό χαρακτήρα του τραγουδιού «Όσα πάνε κι όσα έρθουν» (βλ. παρ.3).

Ας μας πει κανας Χότζας αν ο καπετάν Φλωριάς του άσματος σχετίζεται με τούτον εδώ.

  1. Τον έχεις καλομάθει και περιμένει μονίμως κεράσματα, σε έχει για καπετάν Φλωριά μου φαίνεται.

  2. Ρε συ βάλ' του λίγο πάγο, πολύ καπετάν Φλωριάς την έχει δει και δεν θα του μείνει μία έτσι που πάει.

  3. «Όσα έρθουν κι όσα πάνε» (Ο καπετάν Φλωριάς)

Την ψαρόβαρκα του καπετάν Φλωριά
την ελέγαν όσα έρθουν κι όσα πάνε
γιατί μόλις ξεπουλούσε την ψαριά
με το τσούρμο του γραμμή για να τα φάνε

Γεια σου καπετάν Φλωριά
που τα δίχτυα σου βογγάνε
δε βαριέστε βρε παιδιά
όσα έρθουν κι όσα πάνε ] 2x

Κι όταν άλλοτε του έπιανε νοτιάς
και με άδεια την ψαρόβαρκα γυρνούσε
γελαστός ο καπετάνιος ο Φλωριάς
βερεσέ στα καπηλειά σ' όλους κερνούσε

Κόντρα ο καιρός Φλωριά
και τα ψάρια δεν τσιμπάνε
δε βαριέστε βρε παιδιά
όσα έρθουν κι όσα πάνε]2Χ

Κι όταν κάποτε αρρώστησε βαριά
και πιστέψαν ο Φλωριάς πως θα πεθάνει
τον παπά φωνάξαν για μεταλαβιά
να του πούνε και Διαθήκη για να κάνει

Διαθήκη και λοιπά
κάνουν όσοι τα φυλάνε
εγώ ήμουνα παπά
όσα έρθουν κι όσα πάνε ] 2x

Μπιθικώτσης Γρηγόρης & Μάνου Αφροδίτη & χορωδία
Μουσική/Στίχοι: Μπιθικώτσης Γρηγόρης/Βίρβος Κώστας

(από Khan, 04/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published

(Προειδοποίηση: μη βαράτε χρονιάρες μέρες!)

Άγνωστης σημασίας και ετύμου αγγλιά, η οποία εδώ και μερικά χρόνια εμφανίζεται ως όνομα βάρκας στην Αίγινα και έχει παραξενέψει κάποιους μπλογκεράδες, όπως θα δείτε με ένα απλό γουγλάρισμα -για να μην σας πήζω στα λυνξ.

Εμένα μου κάνει για φάση γούτσου, αλλά κάποιος από σας μπορεί να ξέρει κάτι παραπάνω.

Καθισμένοι σε κάποιο από αυτά τα παγκάκια μπορείτε να δείτε στο λιμανάκι, την «Ελένη» να φλερτάρει κουνιστή και λυγιστή με τον ...«Μπουσμπουρέισον»...
από δω

(από ironick, 31/12/10)Svalutation από τον μεγάλο Adriano Celentano (από allivegp, 08/11/12)

Δες και -έισον, -έισιον.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρήση νέας κοπής (νομίζω) που αναφέρεται στην ύπαρξη ή όχι παιδιών στη ζωή μας. Λέγεται συνήθως από αυτούς που δεν έχουν και σημαίνει ότι καλό είναι να έχεις παιδιά και να τα χαίρεσαι (εδώ ελλοχεύει υπονοούμενο κακιούλας, είναι ελαφρώς καλία η έκφραση και πάει προς το ας πρόσεχες), αλλά κι αν δεν έχεις πάλι χαίρεσαι: την ελευθερία σου.

Τώρα αν είναι παρηγοριά στον άρρωστο η έκφραση αυτή, εξαρτάται από το ποιος και γιατί το λέει. Συνήθως λέγεται για να σταματήσει η κουβέντα, ιδίως όταν σου κάνουν κήρυγμα ή όταν κάποιος γονιός σου τη λέει αρχίζοντας τα «δεν ξέρεις εσύ» κλπ μπλιάξικα.

  1. - Και γιατί δεν θες να κάνεις παιδιά, δεν σου αρέσουν; Δίνουν μεγάλη χαρά στον άνθρωπο.
    - Ε, όποιος έχει να τα χαίρεται κι όποιος δεν έχει να χαίρεται!

  2. - Πω ρε πούστη, πήζω, τρέχω και δεν φτάνω...
    - Εσύ μη μιλάς, είσαι ελεύθερος και μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις. Ρώτα και μας που έχουμε γαμηθεί με τα παιδιά να τρέχουμε όλη μέρα...
    - Α, κοίτα να δεις, όποιος έχει να τα χαίρεται κι όποιος δεν έχει να χαίρεται!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όλοι οι άντρες είναι ίδιοι. Αγαπημένο σεξιστικό σχόλιο των γυναικών. Τόσο ίδιοι που είναι σα να τους γέννησε μία και μόνο μάνα.

Αντίστοιχο του όλες είναι πουτάνες εκτός από τη μαμά. Ο λόγος για τον οποίον ο πατέρας δεν εξαιρείται από την γυναικεία αυτή έκφραση (ενώ στην άλλη έχουμε το «εκτός από τη μαμά»), είναι μάλλον το ότι δεν είναι πρόστυχη έκφραση, άρα μπορούμε να βάλουμε και τον πατέρα μέσα στον κορβά, δεν θίγουμε τα ιερά.

- Χθες ο δικός μου, πάνω που του μίλαγα αποκοιμήθηκε στο δεύτερο και ροχάλιζε αμέσως.
- Κι ο δικός μου δεν παραδέχεται ποτέ ότι είναι δικές του οι τρίχες στο μπάνιο.
- Κι ο δικός μου λέει πως μ' αγαπά αλλά το μόνο που θέλει είναι να γαμήσει.
- Κι ο δικός μου θέλει την ησυχία του και εκνευρίζεται όποτε τον θέλω κάτι.
- Κι ο δικός μου διαβάζει εφημερίδα και μετά δεν πλένει τα χέρια του και γεμίζει το σπίτι μαύρες δαχτυλιές.
- Κι ο δικός μου δεν θέλει να πηγαίνουμε θέατρο.
- Κι ο δικός μου νευριάζει όταν ο σκύλος ανεβαίνει στο κρεβάτι.
- Κι ο δικός μου έχει λυσσάξει να του δώσω κώλο.
κλπκλπκλπκλπ
- Μία μάνα τους έχει γεννήσει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified