1. Συνεκδοχικώς, αυτός που έχει καβαλήσει το καλάμι, το ψώνιο.

  2. Το όπλο Καλάσνικοφ, πιθανόν λόγω μακρόστενου σχήματος και λόγω του ότι και τα δύο αρχίζουν από καλα-. Η σλανγκιά αυτή έγινε γνωστή από την υπόθεση απαγωγής του Π. Παναγόπουλου.

  1. - Απ' όταν μπήκε στο κλαμπ με τους επιφανείς Σλάνγκους κι έγραψε γι' αυτόν η Φραπέ, έγινε μεγάλο καλάμι σου λέω...

  2. - Δεν πρέπει με καλάμι -ξέρω τι σου λέω. Αφού έχουμε το άλλο...
    - Εμένα αυτό μου αρέσει. Ρε συ, μην επιμένεις, δεν μπορώ εγώ με τα μικρά.
    - Εγώ με το μικρό, με μόνο μια φορά τον τελείωσα. Πλάκα μου κάνεις;
    (Διάλογος εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάποιος /-α που έχει γεμίσει με πολλές τρύπες.

Μερικές υποπεριπτώσεις:

  1. Κάποιος που έχει φάει πάρα πολλές σφαίρες. Λέγεται σαν γκανγκστερική απειλή: «Θα σε κάνω σουρωτήρι». Σε μη πραγματικές συνθήκες χρησιμοποιείται και από gamers. Βλ. και θα σε γεμίσω κουμπότρυπες, ράβω.

  2. Κάποιος που έχει κάνει πολλά piercing. Υπάρχει και η έκφραση γκόμενα- σουρωτήρι.

  3. Στα ομαδικά αθλήματα (ιδίως ποδόσφαιρο και μπάσκετ) μια διάτρητη άμυνα ή το τέρμα του τερματοφύλακα, ή συνεκδοχικώς, ο τερματοφύλακας.

  4. Παρ' όλο που δεν στέκει ακριβώς (πολλές τρύπες), σουρωτήρι χαρακτηρίζεται ενίοτε και ο πολυγαμημένος κώλος, ιδίως σε υβριστικές απειλές τ. «θα σου κάνω τον κώλο σουρωτήρι».

  5. Θεσμοί, διαδικασίες που είναι διάτρητοι ως μη έδει. Λ.χ. νομοθεσία, σύνορα, σφράγιση θεμάτων σε εξετάσεις κ.τ.ό.

  1. Ίσως το καταλάβουν μόνο αν τους απειλείσεις ότι θα τους κάνεις σουρωτήρι έτσι και ξαναπεράσουν τα σύνορα παράνομα (εδώ)

  2. δυστηχως δεν με συγκινει καθολου η ιδεα πλεον να κρυβομαι πισω απο αντικειμενα προκειμενου να φαω καποιον αθορυβα, προτιμω να ερχομαι face 2 face και να τον κανω σουρωτηρι αδιαφορωντας αν θα χτυπησει συναγερμος (εδώ)

  3. Γυναίκα- σουρωτήρι: Η Elaine Davidson μπήκε στο βιβλίο των ρεκόρ Γκίνες γιατί έχει επάνω της 6.005 σκουλαρίκια από τα οποία τα 1500 είναι βαλμένα σε εσωτερικές κοιλότητες!
    (εδώ).

  4. Το αποτέλεσμα είναι οτι από το 70' και μετά παρουσιάσαμε μια μεσαία γραμμή Ελβετικό τυρί και μια άμυνα σουρωτήρι που έμπαζαν από παντού (εδώ).

  5. ΟΣΟ ΜΕ ΚΟΙΤΑΖΑΝ ΚΑΥΛΩΜΕΝΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΔΥΟ ΤΟΣΟ ΤΑ ΠΕΡΝΑ ΚΙ ΕΓΩ ΣΤΗΝ ΚΡΑΝΑ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΛΕΓΑ ΟΤΙ ΘΑ ΤΗΣ ΚΑΝΩ ΤΟΝ ΚΩΛΟ ΣΟΥΡΩΤΗΡΙ (εδώ)

  6. Ελλήνων αφύπνιση. Σουρωτήρι η νομοθεσία από τον κάθε επιτήδειο (εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το χέσιμο.

Υπονοείται ότι το νούμερο ένα είναι το κατούρημα. Όπως λέμε και κάνω το ψιλό μου (=κατούρημα), κάνω το χοντρό μου (=χέσιμο) ένα πράμα. Η έκφραση είτε είναι αγγλιά, πρβλ. number two, είτε αποτελεί σλανγκικό καθολικό.

Trivium: O Mr Cadmus έχει διασώσει σε σχόλιο εδώ και την μπαμπαδίστικη διάκριση: κοντινό και μακρινό τηλεγράφημα . Μια σλανγκιά υπό εξαφάνιση στην εποχή που, όταν πάμε στην τουαλέτα, είναι για να κάνουμε νταουνλόουντ ένα ατάτσμεντ.

Πάσα: Jeanoir.

- Με συγχωρείτε, μια στιγμή, πρέπει να πάω στην τουαλέτα...
- Νούμερο ένα ή δύο; Θα σε περιμένουμε πολύ;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το θηλυκό του πουτσαράς, όπως το όρισαν οι Γεωργία και Ironick.

Πουτσαρίνα, δηλαδή, είναι η γενναιόκαρδη, η λεοντόκαρδη, η λεβέντισσα γυναίκα, η πουτσαρόκαρδη.

Λ.χ. εδώ αναφέρεται ως καρδιτσιώτικος ιδιωματισμός για την «γεροδεμένη, δραστήρια γυναίκα», εδώ για την λεβέντισσα, εδώ ως αρτινός ιδιωματισμός με την ίδια σημασία, ενώ ο σλάνγκαρχος Λύο Καλοβυρνάς αναλύει εδώ το γεγονός ότι ως πουτσαρίνα χαρακτηρίζεται η γυναίκα με κότσια.

Αφήνω σε γιαλόμες και σε οπαδούς της κορεκτίλας να διερωτηθούν περί τον σεξουαλικό προσανατολισμό της πουτσαρίνας και περί του μήπως είναι σεξιστικό να χαρακτηρίζουμε την γενναία γυναίκα με παράγωγο της λέξης πούτσα, και μήπως είναι πιο politically correct εκφράσεις όπως ρίχνω δυο μουνιά. Λένε άλλωστε ότι η κλειτορίδα είναι κι αυτή πούτσα κατά μια έννοια.

Τέλος, α πουστεριόρι δόθηκε η παπαρετυμολογία ότι πουτσαρίνα είναι η τσαρίνα της πούτσας, την οποία εν παρόδω και καταγγέλλουμε.

- Έλα, έλα πουτσαρίνα μου να φας το ρυζόγαλό σου. Να χαρώ μια πουτσαρίνα εγώ!
(Καρδιτσιώτισσα σλανγκογιαγιά προσφωνεί την εγγονή της, αναπαράγουμε χωρίς να αποδίδουμε την ιδιωματική προφορά).

Got a better definition? Add it!

Published

Σαβούρα από το τουρκικό savurmak είναι η παρέκκλιση από πορεία και πτώση. Διασώζεται σε κάποιες περιοχές της Ελλάδας κατ' επίδραση από τα τουρκικά. Είναι εξάλλου, διαδεδομένες οι εκφράσεις τρώω σαβούρα, σαβουριάζομαι. Βλ. και σαβούρδα, σαβούρτα, σαβούρντα.

Αντιθέτως, σαβούρα από το ιταλικό zavorra, κατά τον Μπάμπη δε εντέλει από το λατινικό saburra είναι το έρμα των πλοίων. Από εδώ βγαίνουν οι σημασίες του ευτελούς αντικειμένου κακής ποιότητας, που χρησιμεύει μόνο στο να καταλαμβάνει όγκο και να έχει μάζα, οπότε κατ' επέκταση η γκόμενα μπάζο, το κακό φαγητό, η άχρηστη συσσώρευση (βλ. άλλους ορισμούς).

Επομένως, μάλλον πρόκειται για διαφορετικής προέλευσης ομόηχες λέξεις, χωρίς όμως να αποκλείεται η αλληλεπίδρασή τους, όπως συμβαίνει σε πλείστες όσες περιπτώσεις (πα)παρετυμολογιών ή διαφορετικών ετυμολογιών ομόηχων λέξεων.

Πάσα: ΜΧΣ, Χότζας.

Υπάρχει κάτι το οποίο να μπορεί να ενόνετε το παντελόνι με το μπουφάν ώστε να μην γεμίζει το μπουφάν απο μέσα με χιόνι όταν τρόω σαβούρα; (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χέζω.

Για την ακρίβεια είναι η στιγμή που κάθομαι στην λεκάνη, και σφίγγομαι, περιμένοντας να γίνει το κατέβασμα, διατηρώντας την χαρακτηριστική αλγεινή και συλλογισμένη έκφραση. Υπάρχουν βέβαια ταχύτατα download ADSL (=διάρροια), υπάρχουν όμως και πιο αργά, όπως με την απλή σύνδεση του Οτέ ή όπως όταν ο υπολογιστήρας μας έχει κολλήσει ιούς (= δυσκοίλια).

Σύγκρινε με: Kid downloading, γεννητούρι.

- Αμάν βρε Μήτσο! Μία ώρα είσαι στο μπάνιο!
- Ουγκχχχ. Αργεί το downloading γαμώτο!...

Got a better definition? Add it!

Published

Υποτιμητικά, ο ΟΫΚάς (Ομάδες Υποβρυχίων Καταστροφών) για τους καταδρομείς.

Από τον βάτραχο Kermit του Muppet Show, που έδωσε λαβή και για την ανύπαρκτη σλανγκιά κερμιτιάζω.

- Τι να κλάσει μωρέ ο φλώρος ο Κέρμιτ;

Το χαρακτηριστικό κερμίτιασμα (από Khan, 04/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποτιμητικά ο ΟΫΚάς (Ομάδες Υποβρυχίων Καταστροφών).

Τέτοιους βατραχοπόδαρους τους τρώω για πρωινό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ό,τι και το κοντοσείρι και το παρασείρι, δηλαδή οι φαντάροι που έχουν καταταγεί με μία σειρά διαφορά, σε διπλανές ΕΣΣΟ. Το λέει ο νεώτερος στον παλαιότερο συνήθως. Δες κάπου εδώ.

- Τι γίνεται ρε αδελφοσείρι;
- Μπα; Ξεψαρώσαμε;

Got a better definition? Add it!

Published