Τα κεντρικά γραφεία του κόμματος ΠΑ.ΣΟ.Κ. άκα ΘΑΣΟΚ άκα μΠΑτΣΟΚ στην λεωφόρο Ιπποκράτους στην Αθήνα αποκαλούνται έτσι από πολιτικούς αντιπάλους του, ώστε να συνδεθούν με την λέξη πίπα- πίπες. Έτσι, για να μην υστερούν από την συγγρού, όπου παίρνουν κυριολεκτικά πίπες.

  1. ΚΑΛΟ ΝΥΧΤΟΚΑΜΜΑΤΟ
    ΣΤΗΝ ΒΙΖΙΤΕΣ ΤΗΣ ΠΙΠΠΟΚΡΑΤΟΥΣ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ.
    ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΚΟΒΕΙΣ ΚΑΛΗ ΜΟΥ
    Ή ΚΑΝΕΙΣ ΠΙΠΕΣ ΣΤΟΥΣ ΕΛΕΓΚΤΕΣ
    ΤΗΣ ΤΡΟΙΚΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΦΠΑ ΚΑΙ ΠΕΝΤΑΚΑΘΑΡΙΖΕΙΣ ; (Εδώ).

2.ΚΑΙ ΝΑ ΜΕΡΑΣΕΙ ΜΕ ΤΗΝ Μ.Κ.Ο. ΤΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΑΡΧΙΔΑΚΗ ΤΗΣ ΠΙΠΠΟΚΡΑΤΟΥΣ ΝΑ ΠΚΗΡΩΘΕΙ. (Εδώ).

  1. ΑΥΤΟΣ ΣΚΥΒΕΙ ΚΑΙ ΠΑΙΡΝΕΙ ΤΗΝ ΠΡΟΒΛΕΠΟΜΕΝΗ ΘΕΣΗ ΣΤΑ 4 ΟΤΑΝ ΤΟΝ ΕΠΙΣΚΕΠΤΟΜΑΙ ΣΤΗΝ ΠΙΠΠΟΚΡΑΤΟΥΣ. ΟΙ ΚΡΑΥΓΕΣ ΤΟΥ ΑΚΟΥΓΟΝΤΑΙ ΜΕΧΡΙ ΤΟ ΜΑΞΙΜΟΥ ΓΙΑ ΝΑ ΜΠΟΡΕΣΕΙ ΝΑ ΠΑΕΙ ΝΑ ΠΛΗΡΩΘΕΙ. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Δεν αναφερόμαστε στο αιμοσταγές (αλλά και σέξι) βαμπίρ των Καρπαθίων, ούτε στην εν Ελλάδι μετενσάρκωσή του, αλλά στην ακατανόητη και μάλλον φλώρικη ενδυματολογική συνήθεια κάποιων συμπολιτών μας να σηκώνουν τον γιακά σε μπλουζάκια τ. Lacoste ή Polo, θυμίζοντας τον ομώνυμο σινεματικό ήρωα που είχε ως σήμα κατατεθέν τους σηκωμένους γιακάδες του μελανέρυθρου πανωφοριού του.

Γιατί όμως κάποιος τον σηκώνει τον γιακά; Αν και η συνήθεια πρέπει κατ' αρχήν να στιγματιστεί, όπως είπαμε, ως ακατανόητη, μπορούμε να επιχειρήσουμε ορισμένες προσεγγίσεις, κραξίματος χάριν. Μάλλον επρόκειτο αρχικά για ένα είδος σπρετσατούρας, δηλαδή δείχνω πως είμαι πολύ κουλ, δεν τα σκέφτομαι όλα, οπότε δεν σκέφτηκα να κατεβάσω τον γιακά, έτσι το βρήκα έτσι το φόρεσα, ή ξεχάστηκα να το κάνω, επιτηδευμένη ατημέλεια κιέτσ'. Ή ότι επειδή είμαι υπεραπασχολημένος, δεν έχω τον χρόνο να σκεφθώ τις τετριμμένες ενδεχομενικότητες της ένδυσής μου. Ωσεκτουτού, το σήκωμα του γιακά συνηθίζεται σε βουπουδίτες, που προσπαθούν να προμοτάρουν για τον εαυτό τους στυλ πολυάσχολου αλλά και κουλέζου μπίζνεσμαν- μάνατζερ. Εναλλακτικώς, ο γιακάς υποτίθεται ότι σε προστατεύει από δυνατούς ανέμους, οπότε αποτελεί συνήθεια ιστιοφλώρων και άλλων φλωρεντιών, που προσπαθούν να προσδώσουν λίγη αβαντούρα στην υπερβολικά βολεμένη ζωή τους. Ασφαλώς, είναι αστείο όταν κυκλοφορείς με σηκωμένο γιακά εντός λ.χ. ενός αεροστεγούς κλαμπακίου.

Βεβαίως, θα ήταν πιο ασφαλές να πούμε ότι το σήκωμα του γιακά είναι απλώς ένα στυλ, που δεν έχει ντε και καλά να κάνει με κάποια εξήγηση, και ερμηνείες όπως η σπρετσατούρα ή η περιπετειολάγνα επίκληση στην προστασία από τους ανέμους λειτουργούν μάλλον ως α πουστεριόρι αιτιολογικοί μύθοι. Σε αυτές τις περιπτώσεις είναι καλύτερο να ψάχνει κανείς την συνάφεια του φαινομένου. Και εδώ νομίζω ότι πρόκειται μάλλον για ναϊντίλα και διαδόθηκε ως ένα κουλέζικο στυλ. Περαιτέρω, μπορούμε να διακρίνουμε ανάμεσα: α) στα νεαρά έφηβα παιδιά που σήκωναν τους γιακάδες χάριν κουλεζισμού, τα λεγόμενα και δρακουλίνια , β) τους μεσόκοπους και άνω, που ήταν είτε μεγαλοαστοί βουπουδίτες, είτε μικροαστούληδες που μιμούνταν ανεπιτυχώς τους πρώτους. Η όλη φάση πήγαινε πακέτο με την κουλτούρα των μπλουζακίων Polo και Lacoste, οπότε οι Δράκουλες ήταν και κροκοδειλάκια, συχνά και δαπόσκυλα. Απαραίτητο συμπλήρωμα ήταν και τα γυαλιά Rayban, έστω περιπτερέημπαν. Σήμερα που η μόδα έχει περάσει προ πολλού, ο κόμης Δράκουλας θεωρείται φριχτά πασέ τύπος, γραφικός και συχνά είναι late αντάρης αποτυχημένος, σαπιοκοιλιάς, καράφλας που παλιμ(κωλο)παιδίζει ασύστολα. Το ίνδαλμα του τοιούτου κόμη Δράκουλα είναι ο Γιώργος Λιάγκας. Πάντως, για τον σηκωμένο γιακά ως διακριτικό κλαμπάρχη δες εδώ.

Το κωμικό εφέ της έκφρασης βέβαια είναι ακριβώς ότι σε αντίθεση με τον ορίτζιναλ κόμη Δράκουλα που ήταν σκληρός και μοβόρος, ο σλανγκικός τοιούτος αποτελεί φλωρεντζέτουλα.

Η έκφραση κυκλοφορεί και ως γιακάς άλα κόμης Δράκουλας, Δράκουλας (σκέτο), Δρακουλίνι (=ο νεαρός Δράκουλας). Συνώνυμο: Καντονά.

  1. - Που πας ρε Δράκουλα με το γιακά σηκωμένο;!;!;!
    - ooooooooooooox, nta3 simera eida kai drakoulini, 8-10 xronon me to giaka sikomeno..ti exoun na doun ta matia mas sto mellon!
    - back apo 20imeres diakopes, oi drakouliarides dustixos kukloforoun akoma!
    - Άντε να δούμε πόσοι Δράκουλες θα κυκλοφορούν αυτό ΣΚ στο ποσείδι, ο θεός να μας φυλάει!
    (Εδώ).

  2. Γιατί για να είμαι ΔΑΠίτης πρέπει να φοράω πόλο μπλουζάκι με σηκωμένο γιακά αλα κόμης δράκουλας και να φοράω Ray Ban Aviator ή τα άλλα τα Carrera και δεν ξέρω ‘γω τι άλλο (Εδώ).

  3. Σε όσους σηκώνουν το γιακά του Λακόστ: Ο µόνος που το 'κανε πριν γίνει µόδα ήταν ο Κόµης Δράκουλας και όλοι ξέρουµε πως κατέληξε αυτή η ιστορία. (Εδώ).

  4. - Με εκνευρίζει αφάνταστα να βλέπω άντρες με σηκωμένους γιακάδες και με ύφος καυλ@μένου κόκορα. Ειδικά κάτι 50ρηδες με μπάκα και καράφλα, αλλά γιακά σε ανάταση, σαν τον Κόμη Δράκουλα...
    Άσε που ως μόδα πάλιωσε πια. Δέκα χρόνια πέρασαν από την εμφάνιση του φαινομένου. Ο Λιάγκας πάντως συνεχίζει ακάθεκτος!

Got a better definition? Add it!

Published

Σε ορισμένα βιβλία είναι το εσώφυλλο, το οποίο αποτελεί καταρχήν προεξέχον τμήμα του εξωφύλλου, το οποίο στην συνέχεια διπλώνεται και εφάπτεται στο κυρίως εσώφυλλο, παραμένοντας διακριτό από αυτό. Στο μπροστά αυτί υπάρχει συνήθως βιογραφικό του συγγραφέως ενίοτε με φωτογραφία της αφεντομουτσουνάρας του, ενώ στο πίσω αυτί ή η συνέχεια του βιογραφικού, ή τίτλοι από τις εκδόσεις, ή κάποια άλλη πληροφορία.

- Ποιος είναι αυτός ο συγγραφέας που πήρες; Καινούργιο φρούτο;
- Γιατρέ δες στο αυτί, τα γράφει όλα για την πάρτη του.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λογοδιάρροια που πιάνει πολλούς μπλόγκερζ στα βλόγιά τους, τα οποία γεμίζουν με εξομολογήσεις, σεξομολογήσεις, ψυχαναλυτικούς μονόλογους- αυτοψυχοψαξίματα, αυτιστικές αυνανίλες και ακατάσχετες βλακειογραφίες- παπαρολογίες, άχρηστες πληροφορίες της ημέρας, χούμορ και ταλιμπάν, για τα οποία δεν ενδιαφέρεται κανείς πέραν του γράφοντος, που θέλει να εκθέσει τον εαυτό του στην λογική του τζάμπα είναι.

Πάσα (Δ.Π.): Η Μαλακία (είναι μεταδοτική).

  1. κανε ερωτα κατω απο την πανσεληνο ή οπου αλλου θες αλλα μη μας το λες..καλα και σεις δε βλεπετε οτι εχει μπλογκοδιαρροια; (Εδώ).

  2. - Σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες η κυρία Σαρκοζί μετά τον γάμο της με τον Γάλλο πρόεδρο θα αφήσει πίσω της τις καριέρες του σούπερμόντελ και της τραγουδίστριας και θα γίνει νευροχειρούργος.
    για τον σκοπό αυτόν Γάλλοι ειδικοί εξετάζουν το ελληνικό παράδειγμα και βρίσκονται σε επαφή με τον Κωστάκη για να τους πει πως μπορεί να επιτευχθεί κάτι τέτοιο

- Μπλογκοδιαρροια επαθες και συ; (Εδώ).

  1. ολο βλακειες λες.εισαι ενας αχρηστος.αμα δε γραφεις πολιτικη μπουρδολογια πετας μια φραση και ξεμπερδεψες.αν δεν εχεις να πεις κατι μη γραφεις.μπλογκοδιαρροια σε επιασε;αντε τρεχα σε κανενα μπλογκογιατρο.. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Το στοματικό σεξ, η πίπα. Λαδή ο πέοντας παρομοιάζεται με το καλαμάκι διά του οποίου αντλείται στοματικώς το σπέρμα, οπότε η έμφαση εν προκειμένω είναι λιγότερο στην πεολειχία και περισσότερο στην σπερμάντληση και σε ιδανικές συνθήκες στην κατάποση.

Ο όρος ανήκει στο μπουρδελοϊδίωμα και αποτελεί οιονεί κωδική ονομασία για την συγκεκριμένη υπηρεσία. Και στα μεν φραπενεία, όπου οι προσφερόμενες σεχουαλικές υπερεσίες έχουν ως μονάδα μέτρησης το φραπέ λέγεται φραπέ με καλαμάκι. Ωστόσο, ο όρος καλαμάκι έχει την δική του αυτόνομη σλανγκική ζωή, καθώς χρησιμοποιείται για πάσης φύσεως πουτανάδικα και κορασίδες που προσφέρουν την υπηρεσία, κυρίως δε για μασατζίδικα.

Για τον γερμανό μεταφραστή πάντως να είπω ότι βρίσκονται διαδιχτυακά ευρήματα μόνο σε μπουρδελοσάη, οπότε η χρήση της είναι αμφίβολη εκτός μπουρδελοϊδιώματος ενώ και εντός του φαίνεται νεόκοπη και μη αρκούδως εμπεδωμένη και χωνεμένη.

Το ιδανικό βεβαίως είναι το καλαμάκι στο Καλαμάκι, όπως η κωλογλειφάδα στην κωλο-Γλυφάδα.

  1. Τι εννοεις δν εχει καλαμακι;; [...] Καλαμακι υποθετω εννοεις πιπα. πιπα ειχε με προφυλακτικο ομως. και εκανε και ψιλο deep throat. (Εδώ).

  2. - Το καλαμάκι με σκουφο η χωρίς συναγωνιστή;
    - σε παρακαλω πολυ >:( εχεις δει εσυ(ΝΑΙ ΕΣΥ!!!!) πουθενα να πινουν καφε(φραπε-φρεντο εσπρεσσο,φρεντο καπουτσινο,φρεντιντο,φλοκατσινο,φλοραπινο) και να εχουν ναυλον πανω στην ουρηθρα του καλαμακιου;Σε παρακαλω που θα μας μιλησεις για σκουφους και γαντια καλοκαιριατικα ;D (Εδώ).

  3. φίλε χωρις να είμαι σίγουρος καθότι πιατσομπουρδελιαρης αν έχω καταλαβει σωστά φραπες=μαλακία, καλαμάκι= πιπα, μπριζόλα οτα ημουν φοιτητής λεγαμε το χόρτο αλλα εδώ λογικά ειναι το γαμήσι. (Εδώ).

Υπάρχει και το ιντερνετικό καλαμάκι. Σε διάφορα μεγέθη. (από MXΣ, 13/05/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι το μπουρδέλο, αλλά και κάθε ευαγές ίδρυμα, όπου κορασίδες προσφέρουν σεχουαλικές υπερεσίες επί χρήμασι, λαδή και το κωλόμπαρο και το μασατζίδικο και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις. Όμως χρησιμοποιείται και μεταφορικώς, όπως και το μπουρδέλο, για να σημάνει έναν τόπο, όπου επικρατεί μπάχαλο, χάος, ανομία, καθώς και ως βρισιά για να δηλώσει χώρο αντιπάλου, λ.χ. το γήπεδο αντίπαλης ομάδας, ή τα κεντρικά γραφεία αντίπαλου κόμματος (όπως και το πουτανόσπιτο).

Την έκφραση χρησιμοποιούσε και η Μαλβίνα Κάραλη.

Πάσα (Δ.Π.): Mr Cadmus.

  1. ι φασι ειναι οποσ στα ελινικα μασατζιδικα...μεσα σε πολικατικιεσ..
    ι μονι διαφορα ειναι οτι σε αυτα δεν ιπαρχι καμια ενδιξι στιν εξοπορτα οποσ στα δικα μασ τα πουταναδικα που να προσδιδι οτι εκει μεσα προσφερετε αγορεα ΓΚΑΥΛΑ!
    διλαδι με λιγα λογια αν δεν εχισ καπιον που να σε παει δε προκιτε να τα βρεισ ποτε! (Εδώ).

  2. Αυτον που ξορκιζει το ασφυκτικο του δυαρακι στολιζοντας το με κινεζικα μπιχλιμπιδια τραβεστι και το κανει ενα μικρο πουταναδικο,μπας και παραμυθιαστει οτι η ζωη του δεν ειναι τελικα τοσο χαμενη οσο πραγματικα ειναι. (Εδώ).

3.α. ΟΙ ΑΘΛΗΤΙΚΕΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΕΣ ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΙΚΑΖΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΤΟ ΒΡΟΜΙΚΟ ΠΟΥΣΤΙΚΟ ΤΣΟΓΛΑΝΑΡΑΙΚΟ ΛΕΞΙ ΛΟΓΕΙΟ ΤΩΝ ΡΟΥΦΙΑΝΩΝ ΚΑΙ ΠΟΥΤΑΝΑΔΩΝ ΤΩΝ ΜΠΟΡΤΕΛΟΜΑΓΑΖΩΝ ΤΟΥ ΔΙΕ ΘΝΟΥΣ ΦΗΜΗΣ ΠΟΥΤΑΝΑΔΙΚΟ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ. (Εδώ).

β. αλλαξομουνιές στο ΠΟΥΤΑΝΑΔΙΚΟ ΠΑ$$ΟΚ (Εδώ).

(από Khan, 13/03/12)κάντε κλικ να μεγαλώσει η εικόνα... (από MXΣ, 13/03/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα καλιαρντά, είναι το αφροδίσιο νόσημα, το παράσημο.

Διασώζει την λέξη ο Ηλίας Πετρόπουλος στο βιβλίο του Τα Καλιαρντά, όπου σημειώνει ότι το συστατικό μπαρο- σημαίνει αρρώστια. Να σημειώσουμε πάντως ότι baro στα Ρομανί σημαίνει μεγάλος (δες εδώ), από τα οποία έχουμε τα μπαρός και μπάρα (= το χοντρό μεγάλο πέος). Δες και εδώ τη σημασία στα Ρομανί «μεγάλος, ψηλός αλλά και αφέντης, νοικοκύρης». Μάλλον πρόκειται επομένως για της πούτσης αρρώστια και δη της χοντρής.

Ποτέ μου πριν δεν είχα αβέλει ντουλό σε τεκνό και τώρα αλλαξοτοπιασμένη, γεμάτη μουτζότζοφες και μπαρόσημα, ν’ αβέλω διακόνα στον μπερντέ για το συρμομπακά για να επιστρέψω στον τσαρδότοπο… (= Ποτέ μου πριν δεν είχα δώσει λεφτά σε τεκνό, και τώρα σε ξένο τόπο, γεμάτη μουνόψειρες και αφροδίσια, να ζητάω λεφτά για το πλοίο, για να επιστρέψω στην πατρίδα μου). (Από το καλιαρντογράφημα του Τέο Ρόμβου).

Got a better definition? Add it!

Published

Χαρακτηρισμός κοπέλας που έχει πολύ φουντωτά και σγουρά μαλλιά (όχι με την καλή έννοια) και τα αφήνει έτσι ελεύθερα και χαοτικά, θυμίζοντας την ομώνυμη ηρωίδα του Quino.

Καλύτερα που τά 'κανες αγορέ, γιατί είχες γίνει μαφάλντα πριν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μεγεθυντικό του κωλόπαιδο.

Όπου κωλόπαιδο είναι κυριολεκτικά το παιδί που τίκτεται εκ πρωκτικής συνουσίας (και ουχί κολπικής, όπως εμείς οι υπόλοιποι), είτε μυθολογικώς πως, είτε μέσω μαγκαϊβεριάς του σπερματοζωαρίου, οπότε έτσι εξηγείται γιατί το εν λόγω παιδί είναι μειονεκτικό, τερατοφέρνει, ή έχει σκατένιο χαρακτήρα.

Αυτό, όμως, που έχει περισσότερο ενδιαφέρον είναι οι διαφορές του κωλοπαιδαρά από το κωλόπαιδο. Το κωλόπαιδο έχει πολύ πιο μονόπλευρα αρνητική σημασία. Για ένα κωλόπαιδο νιώθουμε οργή, αγανάκτηση, σπανίως συγκατάβαση, και γενικά θέλουμε αν το δούμε να το αρχίσουμε στις σφαλιάρες (ή στις βατραχοπεδιλιές, αν είναι καλοκαίρι). Ο κωλοπαιδαράς , ίσως επειδή είναι αρσενικού γένους αντί για ουδέτερου, ίσως επειδή παραπέμπει σε παιδαρά- παίδαρο, δηλαδή σε γερό, λεβέντη ομορφάντρα, αποτελεί ένα μείγμα κακής και κα(υ)λής έννοιας.

Δηλαδή και ο κωλοπαιδαράς προκαλεί την οργή, την αγανάκτηση, την διάθεση να τον γαμήσουμε στο ξύλο. Αλλά μοιάζει και με την αλήτρα (ή και τον αλήτη). Ήτοι ο κωλοπαιδαράς είναι αυτός που «αγαπούμε να μισούμε» (love to hate που λένε και στο χωριό μου). Είναι ένας άντρας που αψηφά τον νόμο, και γι' αυτό ταυτίζεται φαντασιακώς με την υπόρρητη οργασμική επιθυμία μας, ένα είδος Chuck Norris που λειτουργεί ως συστατική εξαίρεση για να ορισθούν οι (κατά β-Lacan) ευνουχισμένοι από το συμβολικό πεδίο. Αυτός που μας ξυπνά τον θυμό, όσο περισσότερο μας συνδαυλίζει την ζήλια, που δεν είμαστε σαν αυτόν, γιατί δεν μπορούμε. Ο κωλοπαιδαράς όχι μόνο ξέρει να ματαιώνει μια γυναίκα προκαλώντας την επιθυμία της, αλλά της κάνει σωστό εγκεφαλογάμι.

Κυκλοφορεί (μεταξύ άλλων) και στις βερσιόν:

- Γκέι κωλομπαροπαιδαράς που συχνάζει σε λογοτεχνήματα του Tennessee Williams, ταινίες του Luchino Visconti ή θεατρικά του Krzysztof Warlikowski.
- Κωλοπαιδαράς- γύφτουλας- λεβεντομαλάκας, που συχνάζει σε αναπολήσεις του «ελληνικού ονείρου», όπως το ζήσαμε στις τελευταίες δεκαετίες.
- Η ιδανική GFE- PSE βερσιόν, ήτοι ο κωλοπαιδαράς που γίνεται εκούσιος τρυφερούλης μαλακάκος για χάρη της δεσποσύνης του και εναλλάσσει αγριάδα με τρυφερότητα.
- Ο απλός κωλοπαιδαράς που δεν έχει τίποτα από την ως άνω καλή έννοια και δεν είναι παρά ένα κωλοπαίδι που του χρειάζεται ένα γερό μπερντάχι για να στρώσει.

  1. α. O Hank έχει επιτυχία ακριβώς επειδή δεν είναι τύπος και υπογραμμός. Αντιθέτως, είναι ο κλασσικός κωλοπαιδαράς, που οι μανάδες είχαν προειδοποιήσει τις κόρες τους να μην μπλέξουν μαζί του. Γι’ αυτό και έχει τόσο επιτυχία, ζώντας το Californication dream. Πάντως το σίγουρο είναι ότι θα γουστάραμε πολύ μια έξοδο μαζί του... (Εδώ με την καυλή έννοια, δυστυχώς πρόκειται για απλή συνωνυμία).

β. Διότι ο ιδανικός αρσενικός επιβάλλεται να είναι ολίγον κωλοπαιδαράς, φευγάτος, σταρχιδιστής, τρελός, τσαμπουκαλής, επαναστάτης χωρίς αιτία, και εννοείται προστυχάντζας και βρώμικος στο κρεβάτι... Μια Force of Nature... Σαν τον Στάνλεϊ Κοβάλσκι στο Λεωφορείον ο Πόθος ένα πράμα. (Κωλοπαιδαράς με την καυλή έννοια και εδώ)

  1. Καλός σύντροφος- γκόμενος. Για μενα ειναι αυτος που τον «παιρνει» να ειναι κωλοπαιδαρας αλλα επιλεγει να ειναι καλος.
    Υπομονετικος, τρυφερος και με κατανοηση.
    Σεβασμος. (Εδώ).

  2. Κωλοπαιδαράδες- σελεμπριτόνια:
    α. Ο Κοεμτζής τρελλαίνεται και πάνω στον παροξυσμό του ( γιατί μόνο έτσι μπορείς να το κάνεις) σκοτώνει τρεις ανθρώπους. Αυτή είναι η μιά πλευρά της ιστορίας. Η «ηρωϊκή». Η άλλη πλευρά λέει ότι ένας κακοποιός που μπαινόβγαινε στις φυλακές , ένας κλέφτης και κωλοπαιδαράς, έσφαξε τρεις ανθρώπους για το τίποτα. Και μάλιστα αυτό το ανθρωπόμορφο κτήνος, το εκμεταλλεύτηκαν οι κουλτουριάρηδες της εποχής του για να κονομήσουνε φτιασιδώνοντας την ιστορία όπως γουστάρανε. Κι αυτό που καταφέρανε ήταν μάλιστα να αποφυλακισθεί κιόλας. Κανένας σεβασμός στους γονείς των ανθρώπων που το μόνο που τους είχε απομείνει ήταν η παρηγοριά ότι ο φονιάς των παιδιών τους σαπίζει στη φυλακή. τον βγάλαν έξω και τον κάνανε και ήρωα. Όλα τα κουμμούνια και οι κουλτουριάρηδες του κερατά. (Εδώ).

β. I love to hate him – Μίλος Τεόντοσιτς.
Αλήθεια, αυτό το φτηνιάρικο αλητάκι, αυτό το τσογλανάκι που ουδέποτε έδειξε ειλικρινή μεταμέλεια για εκείνη την αναίσχυντη συμμετοχή του σε μια από τις πιο μαύρες στιγμές του παγκοσμίου μπάσκετ, θυμάστε, τότε προκάλεσε και συμμετείχε σε έναν από τους πιο ιστορικούς καβγάδες όλων των εποχών, μήπως έχει φτάσει η ώρα να «φάει» πια την τιμωρία που η συμπεριφορά του τόσο αξίζει;
Για το Θεό δηλαδή, τι άλλο πρέπει να κάνει αυτός ο κωλοπαιδαράς για να του τραβήξουν για τα καλά το αυτί οι υπεύθυνοι και αυτοί που πληρώνονται για αυτό ακριβώς; Να επιτεθεί σε κανέναν με καμιά καρέκλα; Γιατί απόλυτα ικανό τον έχω και για αυτό. (Εδώ).

Milos Teodosic, αρχετυπικός κωλοπαιδαράς. (από Khan, 17/03/12)(από Khan, 17/03/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατάκα που λεγόταν σε παιδικό βρις-οφ (τουλάστιχον σε παλαιότερες δεκαετίες, λ.χ. έπαιζε σε εϊτίλα- σεβεντίλα). Η λογική ήταν η εξής: Όταν ένα άλλο παιδάκι σου έλεγε μια βρισιά, του απαντούσες καθρεφτάκι, οπότε εννοούσες ότι η εκστομισμένη βρισιά χαρακτηρίζει αυτόν τον ίδιο και όχι εσένα. Για να το πούμε λίγο πιο γιαλόμικα, υπονοούσες ότι o υβριστής προέβαλλε μια δική του ιδιότητα πάνω στον άλλο, οπότε τον χρησιμοποιούσε ως καθρέφτη για να εξωτερικεύσει την δική του εσωτερικότητα. Εικονικά, αν το θεωρήσουμε, φανταζόμαστε μια βρισιά που «αντικειμενικώς» πετάγεται από τον υβριστή και λούζει τον άλλο, αλλά ο δεύτερος απλώς λειτουργεί ως καθρέφτης του πρώτου, ο οποίος και φέρει πραγματικώς την ιδιότητα της βρισιάς.

Στα παιδικά συμφραζόμενα η αποτελεσματικότητα της ατάκας έγκειται στη λειτουργία της ως γείωσης, καθώς ο υβριστής αποστομωνόταν και δεν μπορούσε να πει τίποτα άλλο μετά, είχε φάει high class tapping. Γι' αυτό, και αν το παιδάκι, ακολουθούσε το fair-play του βρις-οφ, δεν θα έπρεπε να χρησιμοποιήσει την ατάκα ευθύς στην αρχή της στιχομυθίας, ακυρώνοντας πρόωρα την ευχαρίστηση από την διαδικασία του αμοιβαίου ξεχεσίματος, αλλά μόνο σε ύστερη φάση της, όταν είχαν εξαντληθεί τα συμβατικά όπλα, και έπρεπε κάπου να λήξει η μανούρα.

Σε σύγχρονα και μη παιδικά συμφραζόμενα, λέγεται ως χαριτωμενιά με νοσταλγική εσάνς, προκειμένου να λήξει μουτζοπιάσιμο με αποστόμωση συνομιλήτριας μπιτσάρας. Η έκφραση έχει κάτι το φλωρίστικο- γκεουλίστικο (με την καλή έννοια) και είναι σωστό να λέγεται συνοδευόμενη από χάρη έφηβης νεράιδας.

- Καλά και κάθησες και είπες στον Γιάννη, όσα σου είχε πει η Λίτσα εμπιστευτικά; Πόσο πούστης μπορεί να είσαι;
- Καθρεφτάκι...

"Η ασπίδα- καθρέφτης", πίνακας του Francesco-Rinaldo Maffei (από Khan, 19/03/12)

Got a better definition? Add it!

Published