Το αντίθετο του δηθενιά, δηλαδή το αυθεντικό, δη ρήαλ θινγκ, δη ρήαλ σταφ, το πραγματικό και όχι φαντασιακό, επιτηδευμένο, γιαλαντζί ή ντεμέκ. Εκ της αγγλικής λέξης original και της σλανγκικής κατάληξης -ιά. Κάτι, δηλαδή, που έχει κερδηθεί με πόνο και πίκρα. Ως μέρος είναι ό,τι δεν έχει προλάβει να γίνει τουριστίκλα, ούτε δηθενάδικο.

  1. Μάλλον. Παραδοσιακά και διεθνώς οι πιο ρηξικέλευθες μουσικές τάσεις του 20ου αιώνα ξεπήδησαν από την κοκκινότουβλη βροχερή εργατιά του Μάντσεστερ, τα βρώμικα στενά του Ανατολικού Λονδίνου, τα γκέτο του Παρισιού και της Νέας Υόρκης, το μαύρο περιθώριο του Σικάγο και της Λουιζιάνα. Κοινός παρονομαστής η απόγνωση, η αντίδραση, η απόδραση. Μα και στην Ελλάδα, το ίδιο: τα πιο διαχρονικά μας ρεύματα δημιουργήθηκαν από χασικλήδες στη φυλακή ή από κατατρεγμένους στη δικτατορία. Όταν μεγαλοπιαστήκαμε, κάναμε τον Καρβέλα συνθέτη και το Φοίβο περιζήτητο.
    Παρότι η Αθήνα του 2011 δεν έχει την οριτζιναλιά του Μάντεστερ του 1980 ή της Νέας Ορλεάνης του 1910, έχω μια αίσθηση και μια κρυφή ελπίδα ότι σιγά σιγά ο Έλληνας μαθαίνει να αναγνωρίζει την ψευτιά και την ευκολία και αρχίζει να εκτιμά αυτό που αποκτάται δύσκολα. Αλλά είναι αυτό τελικά που μένει. Στην τέχνη και στη ζωή. (Εδώ).

  2. αν θελεις οριτζιναλια,τοτε θα πληρωσεις σε ολα τα επιπεδα......(Εδώ).

  3. και η πατατούλα οριτζιναλιά και το μισόκιλο χυμα λευκο 1.20 !!!!!!!!!! αναψυκτικό κουτι νομίζω 0,80. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο οπαδός της ομάδας της Α.Ε.Κ. εκ του ορίτζιναλ. Έχει μάλλον θετική χροιά αναδεικνύοντας (ενίοτε) τους οπαδούς της Κούλας ως αλήτικα τζόβενα με οριτζιναλιά ένα πράμα.

Σχετικά: φλωρίτζιναλ, αεκάκι, ΑΕΚάρας, Αεκ(ι)τζής, Κούλα, χανούμα, χανούμι, χανούμισσα, τούρκοι, τουρκόσπορος, πριγκιπέσσα.

  1. παντως η αληθεια ειναι οτι τουρκους λενε και τους αεκτζηδες, αλλα δε νομιζω να σηκωνε κανεις στη σκεπαστη τουρκικη σημαια (θα μαζευε αρκετες) παρ'ολο που στα οριτζιναλια παιζουν πολλοι αναρχοαυτονομοι (Εδώ).

  2. Τέλος να πούμε ότι ΑΕΚ θύμιζαν μόνο τα 200 οριτζινάλια που έδωσαν βροντερό παρών στο γήπεδο. (Εδώ).

  3. Ενας μόνο τόλμησε να πάρει το μέρος του Ντέμη κι έφαγε στοαυτοκίνητό του τα γιαούρτια που προφανώς δεν προορίζονταν για τονίδιο: ο Ψαριανός. Και μάλλον κατάλαβε εκείνες τις δύσκολες ώρες,όταν προσπαθούσε να μιλήσει και του ορμούσαν και τον έκραζαν απόκάτω τα οριτζινάλια, τι σημαίνει να έχεις τέτοιους συμμάχους στηνόποια προσπάθειά σου που, από τη στιγμή που δεν θα τους κάνεις τοχατίρι, θα στραφούν εναντίον σου. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υβριστικά το μέλος ή οπαδός της ομάδας της Αθλητικής Ενώσεως Κωνσταντινουπόλεως, επειδή, σύμφωνα με τον έτερο ορισμό, ως τουρκόσπορος χαρακτηρίζεται ο μικρασιάτης ή και ο κωνσταντινουπολίτης, και η ιστορία της Α.Ε.Κ. ξεκινά από την Κωνσταντινούπολη.

  1. οι παναθηναικοι ειναι λαγοι,οι αεκτζηδες τουρκοσποροι και οι Παοκτζηδες βουλγαροι (Εδώ).

  2. polu ksilo fagate xanoumakia tourkoi,vgeikate eksw apo tis thires sas!!!!!!!emeis tha katevainame oloi kai tha tis paizame tourkosporoi,flwroi tourkoi. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που υιοθετεί συμπεριφορά γιάπη (yuppie) ως υπεραναπλήρωση για την επαρχιώτικη (βλάχικη με ευρύτατη έννοια) ή ταπεινή καταγωγή του, οπότε χαρακτηρίζεται από συμπτώματα νεοπλουτισμού, επιδειξιομανίας, καγκουροσύνης, και προσπάθειας να αφομοιωθεί πλήρως ως μεγαλο-μικροαστούλης.

Βλ. και το σχετικό βλαχοκυριλέ.

  1. λετε να σταματησει ο Ελληνας βλαχογιαπης να αγοραζει BMW και Mercedes Made in Egypt; (Εδώ).

  2. ξερεις ειμαι ενας 43ετων βλαχογιαπης, εχω να ανεβω σε μηχανη 20 χρονια. (Εδώ).

  3. Στηλίτευσε ανηλεώς τους κριτές του πασοκάνθρωπου βλαχογιάπη Κωστόπουλου γράφοντας : «Τρίβουν τα χέρια τους διάφοροι συμπλεγματικοί που δεν κατάφεραν να χωνέψουν την ενσάρκωση του greek dream στο πρόσωπο του Πέτρου Κωστόπουλου, τη διαδρομή Βόλος – Αθήνα – Παρίσι – Φιλοθέη – Μύκονος». (Από το wordpress της Χρυσής Αυγής).

(από Vrastaman, 11/05/12)(από Khan, 11/05/12)

Got a better definition? Add it!

Published

Το γκράνι, ή σπανιότερα η γκράνι, πληθ. τα γκράνια, είναι η γυναίκα από 55-60 και πάνω ως αντικείμενο πουροφίλ ερωτικού πόθου.

Εἰναι καθιερωμένο εντός του μπουρδελο-ιδιώματος και πορνο-ιδιώματος, (ενώ δεν μπόρεσα να βρω παραδείγματα εκτός αυτού) ως ηλικιακός τύπος γυναίκας. Προέρχεται από το αγγλικάνικο granny, μάλλον ως ηλικιακή ένδειξη στις τσόντες, όπου μιλάμε για γυναίκα πολύ μεγαλύτερη από το μιλφ, μεγαλύτερη από το ματούρι, δηλ. στα χρόνια που έχει το gilf / τζιλφ, το γριόνι, το γιαγιόνι, ή η γριέντζω, η μου-νίντζα.

Χρησιμοποιείται, λοιπόν, για βιτσιόζικες τσόντες, για πιάτσες που καταλαμβάνονται από ηλικιωμένες καλντεριμιτζούδες, για τελειωμένες φάσεις σε παρακμιακά ντέλα ή κωλόμπαρα, αλλά και γενικότερα για όσους παίρνουν με κυριολεκτική ακρίβεια το η γριά κότα έχει το ζουμί, ή λόγω αγαμοσύνης καταφεύγουν στην δοκιμασμένη μέθοδο των γριών. Θα εισηγούμην και το βλέπω την σπασμένη γκράνα, δηλαδή βλέπω πεσιμιστικά το όχι και τόσο μακρινό μέλλον ενός θελκτικού ματσουριού- μιλφ.

Πάσα: u2pandelis.

  1. Ο σημερινός φούρνος με τα γιαγιόνια στο Μεταξουργείο σε οδηγεί σε ντεκαντάντ αισθητικές επιλογές.
    Δηλαδή, άντε και βλέπεις την γκράνι Όλγα. Ε, τι θα σου συμβεί, θα γεμίσεις ροζ μέσα σου; (από το ierodoules.com)

  2. Παρουσιάστηκε ημεδαπή γκράνι, πλέουσα σε κυτταρίτιδα, με βάδισμα παλαιστή. Απήλθαμε (από το bourdela.com)

  3. Αναλυτικό θρεντ εδώ από όπου η σταχυολόγηση:

- Τυποι μου τι λετε εδω για γκρανια; Παιζει να βρουμε πουθενα καμια καυλογιαγια να της χωνουμε τακτικα την κρεατινη σιδεροβεργα μας κι αυτη να μας δινει χαρτζιλικι απο τη συνταξη;
- η καυλα ειναι να εχουν χρυσο δοντι,οι ρωσοποντιες ετσι ειναι σιγουρα
- Επίσης εκεί γύρω στη Ζήνωνος γίνεται χαμός .. κάνουν τα ψώνια τους και μετά πάνε στις στάσεις για το λεωφορείο να γυρίσουν στα σπίτια τους . Λίγο θράσος χρειάζεται και τύχη ... - τυπε μου αυτες που λες ειναι milf, πιτσιρικες, οι gilf ειναι πιο μεγαλες, τις ξεχωριζεις απο το δερμα γυρω απο το στομα που εχει αρχισει να σπαει και να ζαρωνει
- λοιπον,να κανονισουμε μια κυριακη να κατεβουμε στον αγιο κωσταντινο,γινεται της μουρλης τα μεσημερια,θα κανουμε κυκλωτικη κινηση γυρω απο το τετραγωνο που ειναι η εκκλησια και θα ορμησουμε
- την κυριακη πηγαινε στην εκκλησια θα βρεις πολλα πουρα εκει να την πεσεις ,μη μασας οτι ταχα ειναι θεουσες,να βρουν κανα νεαρο γαμια πανε και προσευχονται..

Και ο Θεός έπλασε το γκράνι... (από Khan, 17/05/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προσφώνηση κατά τα λεβέντη μου, μανάρι μου, παπάρι μου, που παραπέμπει στις εποχές του ραγιαδισμού της Τουρκοκρατίας (και είναι ωσεκτουτού επίκαιρη σε εποχές νεοραγιαδισμού). Με την έκφραση αυτή εξαίρουμε, τιμούμε τον συνομιλητή κυριολεκτικά ή ειρωνικά και δηλώνουμε με υπερβολική έμφαση είτε ότι θα τον περιποιηθούμε πολύ είτε ότι ήδη τυγχάνει αντικείμενο περιποίησης.

Ορισμένες χαρακτηριστικές περιπτώσεις (που δεν εξαντλούν επ' ουδενί τις χρήσεις της έκφρασης):

- Κοπέλα διεκδικεί να γίνει Ελλεεινίδα παλαιάς κοπής και θέλει με την προσφώνηση να καθιερώσει με τον καλό της μια σχέση όπου θα τον περιποιείται και θα τον έχει στα όπα όπα με μασάζ στα Γιάννενα, ώστε να μπορεί καλύτερα να τον μανιπουλάρει.

- Υπονοούμε ότι ο συνομιλητής μας είναι υπερβολικά καλομαθημένος βουτυρομπεμπές φλωράτσας και τον ψέγουμε έμμεσα που δεν είναι πιο ψημένος στην ζωή ώστε μέσω της εμπειρίας του να μπορεί να κρίνει καλύτερα μια κατάσταση. Γενικότερα ειρωνευόμαστε κάποιον για την μαλθακότητά του ή την έλλειψη επαφής του με την πραγματικότητα.

- Καλοπιάνουμε κάποιον ώστε να μπορέσουμε να τον θάψουμε πιο απολαυστικά και τσουχτερά σε δεύτερη φάση.

- Τίποτε από όλα τα παραπάνω δεινά. Απλώς θέλουμε να περιποιηθούμε έναν φίλο και υπογραμμίζουμε αυτό το κιμπαριλίκι μας.

- Η, ακόμη πιο απλά, το χρησιμοποιούμε ως γενικότατη τιμητική προσφώνηση, όπως και το αντίστοιχο αφέντη μου, που λένε στα Επτάνησα, επειδή θεωρούμε ότι δίνουμε αξία έτσι στον συνομιλητή ή απλώς αντιγράφουμε ή ειρωνευόμαστε μεγαλύτερους σε ηλικία που το συνηθίζουν.

Πάσα (Δ.Π.): Βράσταμαν.

  1. Προτείνω πασάκα μου να φτιάξουμε για να πρωτοπορούμε διεθνώς και κόμμα κωλομπαράδων (Πασάκα μου!)

  2. Για το γεγονός ότι δεν κάνει δίαιτα δικαιολογήθηκε: [...] «Αφού μου λένε οι γυναίκες “πασάκα μου μια χαρά είσαι”… Όσο ήμουν νέος, αδύνατος και ανύπαντρος, τίποτα!» (Εδώ).

  3. ελα πασακα μου θεσ/νικη να σε φτιαξω
    πρωτη μουρη θα σε εχω παντου
    μες τα μουνια θα εισαι...
    ελα πασακα μου να ανοιξεις οσα μπουκαλακια θες τσαμπανταν
    ελα πασακα μου
    δινε εσυ τετοια σημεια αγορινα μου και οτι σαλονικιοτικο μουνι θες στο πουτσο σου τον αεκτσιδικο θα στο φερω (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λεξιπλασία εκ των Ψωροκώσταινα και της μάρκας μπλουζακίων Lacoste.

Ψωροκώσταινα σύμφωνα με έναν θρύλο που ενδέχεται να έχει πυρήνα ιστορικής αλήθειας ήταν η Πανωραία Χατζηκώσταινα (δες), πρόσφυγας από το Αϊβαλί στο Ναύπλιο κατά την επανάσταση του 1821, η οποία προσέφερε ό,τι ελάχιστα υπάρχοντα της είχαν απομείνει για τον αγώνα στο Μεσολόγγι. Απ' αυτήν κατέληξε να σημαίνει την Ελλάδα ως μια πτωχή και ευτελισμένη πλην τίμια χώρα, που στις δύσκωλες στιγμές τα καταφέρνει χάρη στην αυταπάρνηση των κατοίκων της.

Ψωρολακόσταινα είναι, αντιθέτως, η Ελλάδα ως χώρα όπου οι φτωχοί και κακομοίρηδες κάτοικοί της συναγωνίζονται ποιος θα περάσει τον άλλο σε κομπλεξισμό, σε μικροαστουλισμό και βλαχογιάπικη υπεραναπλήρωση, σε ψευδή νεοπλουτισμό και αληθή νεοπτωχισμό, και εντέλει σε μια γενική ξεφτίλα. Εξ ου και έκαναν θραύση κατά τις προηγούμενες δεκαετίες τα μπλουζάκια Lacoste με σήμα το κροκοδειλάκι, επειδή ήταν σχετικά ακριβά και αποτελούσαν δείγμα βουπουδοσύνης και μεγαλοαστισμού, ενώ πλέον είναι προ πολλού ξεπέ. Σήμερα θα λέγαμε περισσότερο ψωροκαγιέναινα ας πούμε.

Σύμφωνα με τον Ν. Σαραντάκο εδώ, η έκφραση καθιερώθηκε επί πρωθυπουργίας Γεωργίου Ράλλη (ψωρογιώργαινας δηλαδή), από την εφημερίδα το Ποντίκι , «επειδή η σύζυγος του πρωθυπουργού ήταν εισαγωγέας των ακριβών αυτών ρούχων με τον κροκόδειλο».

Πάσα: Χότζας και Γκάτζμαν στα σχόλια της ψωρογιώργαινας.

Υ.Γ. Αν διαβάσατε τον τίτλο ως ψωλαροκώσταινα είστε απολύτως δικαιολογημένοι και υγιείς.

ΣΤΟ ΜΕΤΑΞΥ ΩΣ ΠΑΡΟΙΚΟΥΝΤΕΣ ΤΗΝ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΨΩΡΟΛΑΚΟΣΤΑΙΝΑ ΑΣ ….ΕΙΚΑΣΟΥΜΕ, ΜΗ ΣΥΜΠΕΡΑΙΝΟΝΤΕΣ «ΠΡΟΕΞΑΝΙΣΤΑΜΕΝΟΙ». (Από το xryshaygh.wordpress.com).

Ψωροδάπαινα (από Khan, 20/05/12)(από Khan, 23/04/14)Τώρα και η Κρήτη! (από Khan, 07/07/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λεξιπλασία εκ του κόμματος του ΠΑ.ΣΟ.Κ. και της χώρας του Πακιστάν, ή ευρύτερα του συνήθους γαμοσλανγκοτέτοιου β΄ συστατικού -στάν.

Δηλώνει την Ελλάδα των τελευταίων τριών δεκαετιών από το 1981 έως σήμερα ως μια χώρα, όπου πρωταγωνιστής στη διαμόρφωση κοινωνικοπολιτικών ψυχισμών, νοοτροπιών, έξεων και ταλιμπάν ήταν το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και δευτεραγωνιστής η Νέα Δημοκρατία, που κατά πολλούς μιμείτο ή, έστω, ακολουθούσε εκούσα άκουσα το κυρίαρχο πασοκικό μοντέλο. Με την έκφραση Πασοκιστάν ασκείται κριτική στις αρνητικές πτυχές του άλα ΠΑ.ΣΟ.Κ. «ελληνικού ονείρου», που τελικά οδήγησαν την Ελλάδα να ομοιάζει με ημιυπανάπτυκτες ανατολίτικες χώρες τρεπόμενη σε Ελλαδιστάν. Θίγονται, δηλαδή, στοιχεία, όπως το μοντέλο κρατικοδίαιτου καπιταλισμού, η μπαχαλώδης δημόσια διοίκηση, η ισοπέδωση της αξιοκρατίας, η μη παραγωγικότητα, το λαμογιστάν, και νοοτροπίες όπως ο νεοπλουτισμός, η βλαχογιαποσύνη, η βλαχοκυριλοσύνη και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις.

Ειδικά από μια εθνικιστική σκοπιά, η έκφραση Πασοκιστάν κρίνει την θεωρούμενη χαλαρότητα και χλιαρότητα στο θέμα της προσέλευσης στην Ελλάδα παράτυπων μεταναστών, την οποία οι κυβερνήσεις δεν μπόρεσαν ή και δεν ήθελαν να ανακόψουν, του Προκο-πάκη της νουδούλας συμπεριλαμβανομένου. Διαδίδονται μάλιστα και σχετικοί διχ-αστικοί μύθοι ότι το ΠΑ.ΣΟ.Κ. μοίρασε με ευκολία ελληνικές υπηκοότητες για ψηφοθηρικούς λόγους. Σε κάθε περίπτωση, η έκφραση εντάσσεται σε ένα πρόσφατο ντίσκουρς να εντοπιστούν τα πρόβληματα της ελληνικής κρίσης ειδικά στους αλλοδαπούς κατοίκους της Ελλάδας με παράλληλο (αυτο)μαστίγωμα του πρόσφατου πασοκικού παρελθόντος.

Η έκφραση πάντως διαδόθηκε δραματικά όταν στην προεκλογική ομιλία του υποψηφίου του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Ευάγγελου Βενιζέλου, ένα πολύ μεγάλο μέρος του λιγοστού ακροατηρίου του αποτελείτο από μελαψούς Ασιάτες, δημιουργώντας υποψίες ότι επρόκειτο για σχεδιασμένη προσέλευσή τους ώστε να διασκεδαστεί η έλλειψη ακροατών οπαδών. Ήταν μοιραίο, φαίνεται, ο κύκλος της μεταπολίτευσης να αρχίσει με τους πάκηδες του Πανελλήνιου Απελευθερωτικού Κινήματος και να τελειώσει με συλλήψεις πάκηδων, τόσο των εκ Πακιστάν ορμωμένων που μπουζουριάζονται μαζικώς σε στρατόπεδα συγκεντρώσεως, όσο και του παλαιού Πάκη- Άκη Τσοχατσόπουλου, που οδηγήθηκε οικογενειακώς στον Κορυδαλλό.

  1. ΠΑΣΟΚΙΣΤΑΝ
    Μια ομάδα μελαψών διαδηλωτών, Πακιστανών και Αφγανών, φτάνει στη πλατεία Συντάγματος για να μαζικοποιήσει την ισχνή κεντρική προεκλογική συγκέντρωση του ΠΑΣΟΚ. Με το αζημίωτο, φυσικά, αφού το πρωί ο κ. Χρυσοχοίδης του ΠΑΣΟΚ τους κυνηγάει για να τους στείλει στην Αμυγδαλέζα. Εκτός κι αν πρόκειται για ένα νέο είδος: μετανάστες- μαζοχιστές! - Φτασανε οι μισθοι μας ισα με τους μισθους της πατριδας τους.να μη χαρουν οι ανθρωποι; (Εδώ).

  2. Ο Πέτρος του άρθρου 99* - Το τέλος ενος υπερεκτιμημένου λαμογιού του Πασοκιστάν! [...] Το άλλοτε cool αφεντικό έβγαλε την μάσκα, πήρε το πούρο του ανά χείρας και άρχισε να δείχνει τις ανασφάλειες του, τον εγωισμό του και την ανευθυνότητα του κάνοντας την ύστατη προσπάθεια να ξεφύγει από τα χρέη της εταιρίας του και γιατί όχι να διαφύγει στο εξωτερικό τώρα που ο κλοιός σφίγγει και «τσιμπάει» και τους «celebrities». * 99 του πτωχευτικού κώδικα. (Εδώ).

  3. - Επιδόματα κοινωνικής αλληλεγγύης έχει ήδη δώσει το ΠΑΣΟΚΙΣΤΑΝ σε χιλιάδες ΛΑΘΡΟΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ και συνεχίζει να δίνει την στιγμή που οι Έλληνες άνεργοι, επί χρόνια γραμμένοι στον ΟΑΕΔ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΠΑΡΕΙ ΟΥΤΕ ΕΝΑ ΣΕΝΤ ΑΚΟΜΗ. πεινάνε.
    - Τελικά συμφέρει να πας στο Πακιστάν, να πολιτογραφηθείς πακιστανός, και να γυρίσεις λαθρομετανάστης στη μαζοχιστική αυτή χώρα. (Εδώ).

Η λαοθάλασσα του Πασοκιστάν. (από Khan, 22/05/12)

Got a better definition? Add it!

Published

Στο ιδίωμα των ψαράδων είναι ένα «πολύ απλό εργαλείο από μακρύ νήμα [...] με δύο ή περισσότερα αγκίστρια και με μια ή δυο μολυβήθρες. Το πεταχτάρι δολώνεται με γαρίδα, ψαράκια, σκουλήκι, καραβίδα ή καλαμάρι (για νυχτερινό ψάρεμα) και με αυτό συλλαμβάνονται μουρμούρες, λαβράκια, σαργοί, σπάροι κ.ά. και την νύχτα ροφοί, μεγάλα πετρόψαρα μουγγριά. Το πεταχτάρι είναι ο πιο συνηθισμένος τρόπος ψαρέματος των αρχάριων ερασιτεχνών ψαράδων». Δες εδώ για περισσότερες λεπτομέρειες.

Στο μπασκετικό ιδίωμα είναι το ανορθόδοξο σουτ που δεν γίνεται καθώς πρέπει με την κομιλφό στόχευση και λύγισμα του καρπού, αλλά η μπάλα πετιέται όπως όπως χωρίς να παίρνει μεγάλο ύψος στον αέρα. Χρησιμοποιείται συνήθως από ψηλούς και δυνατούς παίκτες που λόγω ύψους και άλματος μπορούν να βρεθούν πολύ κοντά στο καλάθι, οπότε τους είναι ευκολότερο να πετάξουν την μπάλα όπως νά ΄ναι μέσα, παρά να ρισκάρουν δίνοντάς της ύψος. Τα πιο διάσημα πεταχτάρια είναι «αυτό το κάτι σαν σουτ» του Walter Berry και η κίνηση του Γιώργου Πρίντεζη που απετέλεσε και το νικητήριο καλάθι με το οποίο κέρδισε ο Ολυμπιακός το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα το 2012.

  1. Ο ήρωας του τελικού της Κωνσταντινούπολης Γιώργος Πρίντεζης ήταν εκείνος που με το κλασικό «πεταχτάρι» ξεκόλλησε τον Ολυμπιακό στη δεύτερη περίοδο ανεβάζοντάς τον στη θέση του οδηγού. (Εδώ).

  2. Ο Γιώργος Πρίντεζης ήταν το πρόσωπο του τελικού και δεχόταν τα περισσότερα συγχαρητήρια, δηλώνοντας πάντως πως δεν είχε άγχος για το τελευταίο σουτ! Αλλά ο Μίλτος Παπαδημητρίου ο φροντιστής, τού θύμισε τη συμβολή του: «Εγώ σου έχω μάθει το πεταχτάρι στις προπονήσεις που κάνουμε, μην το ξεχνάς». (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κάτοικος του Ελλαδιστάν, δηλαδή ο Έλληνας όταν συμπεριφέρεται τριτοκοσμικά ή τεταρτοκοσμικά και απολίτιστα, σαν κάφρος. Άργκιουαμπλjυ ο όρος προσβάλλει περισσότερο τους κατοίκους κρατών σε -σταν, όπως τους συμπαθείς και ευγενικούς Πακιστανούς παρά τους Ελληνάρες, αλλά τέσπα. Εξάλλου όταν λέμε κάποιον Ελλαδιστανό σκεφτόμαστε περισσότερο τα χαρακτηριστικά ελαττώματα του Νεοέλληνα, που τον εμποδίζουν να εξευρωπαϊστεί, παρά υποτιθέμενα ελαττώματα ασιατικών λαών.

Ο όρος μπορεί να συγκριθεί και με το ελληνέζος: Ο ελληνέζος από την ιταλική κατάληξη -ese είναι περισσότερο ο Έλληνας που αλλοτριώνεται επειδή αλλοιθωρίζει προς την Δύση ή προς παντού αλλού εκτός από τον τόπο του, και δεν ριζώνει στην ιδιαιτερότητα του πολιτισμού του, ενώ ο Ελλαδιστανός από το -στάν είναι, αντιθέτως, αυτός που έχει υπερβολικά εντρυφήσει στην ανατολίτικη συνιστώσα του ρωμέικου.

Πάσα: Το άρθρο του Ν. Σαραντάκου για τους αυτοφαυλισμούς των Ελλήνων.

Με την ευκαιρία, να αναφέρω άλλον ένα:
Ως Ελλαδοπίθηκοι αναφέρονται πίθηκοι πιθανώς πρόγονοι του ανθρώπου που έζησαν στον ελλαδικό χώρο πριν από εκατομμύρια χρόνια, βλ. λ.χ. εδώ για το είδος Helladopithecus Semierectus, που έζησε πριν την ανακάλυψη του εγέρθουτου και παρέμενε γι' αυτό μόνο semierectus. Μεταφορικώς είναι ο Έλληνας που φέρεται σαν αγκαούγκας ή αούγκανος.

  1. ο «ανυπομονος»/αγενης Ελλαδιστανος,αρχιζει,σαν κλασσικο μουνοπανο Ελληναρας που ειναι,να γκρινιαζει με ενταση στη φωνη,για να τον ακουσω,η παλιοκουφαλα,λεγοντας...«...κοιτα ρε μαγαζι αυτο!!!!....καλα,τα φαγητα αργουνε,...τα κρασια;;;...ουτε αυτα δεν μπορουνε να σερβιρουνε;;;; (Εδώ).

  2. Les kai swnei kai kala prepei o autokinhtodromos na pernaei MESA ap' thn aylh tou ka0enos malaka mpas kai bgalei kana eyrw parapanw...kai den skeftetai o typikos elladistanos apogonos tou HomusElladipi0hkous oti kapoia stigmh 0a perasei to paidi tou apo kei, h gynaika tou, to soi tou klp.klp. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified