Στο μπάσκετ είναι α) η στεφάνη του καλαθιού, και β) το άστοχο σουτ που χτυπάει στην στεφάνη και βγαίνει έξω.

Ανάλογα με το ποιο μέρος της στεφάνης χτύπησε, μπορεί να προκαλέσει έρρινο ήχο νταννννγκ ή υπόκωφο γκ(ου)π, που αμφότεροι και οι δύο προξενούν απογοητευτική ματαίωση στους επιτιθέμενους και ανακούφιση στους αμυνόμενους, ιδίως αν πρόκειται για τριποντίδι.

- Διαμαντίδης για τρεις! [Παύση, στιγμιαίο κράτημα ανάσας] Σίδερο! Και πάλι σίδερο ο Διαμαντίδης, το δωδέκατο σήμερα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην μπασκετική ιδιόλεκτο, η πολύ σκληρή, στιβαρή και αδιαπέραστη άμυνα.

- Δεν μπορούσαν να περάσουν τον γρανίτη. Μόλις περνάγαν την γραμμή του κέντρου πέφτανε πάνω σε ντουβάρια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παιδικό μπασκετικό παιχνίδι, όπου οι παίκτες διαγωνίζονται στο να βαράνε ελεύθερα σουτ από διάφορες θέσεις κυρίως γύρω από την γραμμή των 6.25 (αλλά και πιο μέσα, από την γραμμή της ρακέτας και των ελευθέρων βολών). Δηλαδή η ημικυκλική γραμμή των 6.25 (και, δευτερευόντως, της ρακέτας) παρομοιάζεται με ρολόι και οι θέσεις με τους αριθμούς του ρολογιού.

Στο επαγγελματικό μπάσκετ και τις αναμεταδόσεις του χρησιμοποιείται σκωπτικά για να περιγράψει αφενός μια ομάδα που επιμένει να βαράει τρίποντα και να μην κάνει διεισδύσεις, και αφεδύο μια ομάδα που επιμένει να παίζει άμυνα ζώνης/ άμυνα χώρου κλείνοντας την ρακέτα, αλλά αφήνοντας πολλά ελεύθερα σουτ τριών πόντων. Η λοιδορία αφορά στο ότι ο τοιούτος τρόπος παιχνιδιού είναι υπερβολικά παιδιάστικος και απλοϊκός.

Ε, άμα παίζεις επί τριάντα λεπτά ρολόι με την Κίνα, κάποια στιγμή θα την φας!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ό,τι μεταφέρεται μαζικά σε κουβάδες, και είναι ωσεκτουτού πολύ κακής ποιότητας, ιδίως σε υπηρεσίες όπως ο στρατός κ.τ.ό. Κατ' επέκταση, ό,τι είναι κακής ποιότητας, σαν να έχει φτιαχτεί μαζικά και απρόσεκτα (σ.ς.: εξαιρείται το σπέρμα). Η έκφραση μπορεί επίσης να υποδηλώνει ότι το εν λόγω αντικείμενο είναι άξιο μόνο για να πεταχτεί στον κουβά των απορριμάτων.

  2. Αντιστρόφως, πανάκριβο υλικό που παραγγέλνεται από τα ελληνικά νοσοκομεία μόνο για να εισπραχθεί η προμήθεια, και προορίζεται για τον κουβά των αχρήστων.

  1. Είδα επίσης να φτιάχνουν, σε μαζικές περιστάσεις, και καφέ στην κυριολεξία κουβαδίσιο, δηλ. μέσα σ’ ένα πλαστικό κουβά, όπου η τύπα έβαζε καφέ κατευθείαν απ’ τη σακούλα, υπολογίζοντας με το μάτι. Η ακριβής διαδικασία μού ξέφυγε, πάντως ήταν κι αυτός καλός κι όχι κουβαδίσιος με τη μεταφορική έννοια.
    (Εντυπώσεις από Βιετνάμ στο sarantakos.com).

  2. Εκει πάνω λοιπόν το φαι έσκαγε από την ταξιαρχία μέσα σε κουβάδες από αυτούς που βάζουνε το αλάτι ή το γιαούρτι. Κοτόπουλο κουβαδίσιο, πατάτες κουβαδίσιες και όλα αυτά μετά από 45 λεπτά από το Σταιγκερ.
    (Φοράδα της Θητείας).

  3. δε μιλάω για ηθική. τα εκκλησιαστικά αλλού. Διότι ως γνωστόν, άλλο παπάδες κι άλλο θρησκεία. Υπάρχει κάτι εκεί. ένα ψέμα. ενα τεραστιο κουβαδίσιο ΨΕΜΑ!! ΨΕΜΑ ΓΙΑ ΓΕΛΙΑ!!! ας μη μιλούν για θρησκεία οι παπάδες καλύτερα, ας περιοριστούν στο κουτάκι με τα ψιλά που βάζουν οι πιστοί. (Από (φοράδα)

  4. (Εχει ενδιαφέρον να πληροφορηθεί ο πολίτης, τι αποκαλούν οι εργαζόμενοι στα χειρουργεία «τα κουβαδίσια»: πανάκριβα αχρησιμοποίητα υλικά προορισμένα για τον κουβά των αχρήστων, παραγγελμένα μόνο για να εισπραχθεί προμήθεια). Αυτή η χυδαία καταλήστευση είναι αδύνατο να τιμωρηθεί ή να εκλείψει, διότι είναι... νόμιμη! Η σημερινή υπουργός Υγείας, ως Γενική Γραμματεύς Εμπορίου στην κυβέρνηση Σημίτη, εξειδίκευσε νόμο που όριζε ότι κάποια συγκεκριμένα ιατρικής χρήσης προϊόντα, συγκεκριμένων εταιρειών είναι «μη συγκρίσιμα», δηλαδή «εκτός πλαισίου διαγωνιστικών διαδικασιών»: τα δημόσια νοσοκομεία μπορούν να τα προμηθεύονται χωρίς μειοδοτικό διαγωνισμό!
    (Επιφυλλίδα Χρήστου Γιανναρά στην Καθημερινή).

Κουβαδίσιοι κάβουρες, for old times\' sake! (από Vrastaman, 27/08/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει τον υπερβολικά παρωχημένο, παλαιάς κοπής, οπισθοδρομικό. Αποτελεί τον υπερθετικό σε μια σειρά από εκφράσεις που βαίνουν από το μικρότερο προς το μεγαλύτερο ως εξής:

πίσω απ' τα γελάδια (εντός της ζωικής εξέλιξης)
πίσω από τις λάσπες (ανόργανη ύλη)
πίσω από τον ήλιο, δηλαδή πάνω από 4,57 δισεκατομμύρια χρόνια παλιός, οπισθοδρομικός.

Πιθανόν να παραπέμπει και σε μια ανήλιαγη, ζοφερή, σκοτεινή και σκοταδιστική φανταστική τοποθεσία, που βρίσκεται πάντα πίσω από την φωτοδότρα τροχιά του ηλίου. Επίσης, μπορεί να συγκριθεί με τις φράσεις «οὐδὲν καινὸν ὑπὸ τὸν ἥλιον» και «τὸ μόνον καινὸν ὑπὸ τὸν ἥλιον», οπότε αν κάτω από τον ήλιο δεν συμβαίνει τίποτα καινούργιο με ελάχιστες εξαιρέσεις, ακόμη περισσότερο πίσω από τον ήλιο, η πρωτοτυπία είναι ακόμη περισσότερο ανύπαρκτη.

Πάσα: Μες.

Ο πιο σκληρός πόλεμος είναι ο Εμφύλιος. Εκεί χάνεις τα όρια της ανθρώπινης διάστασης. Και οι δύο πλευρές για μια Ελλάδα που αγαπούσαν πολεμούσαν. Ήταν μια σκοτεινή περίοδος με σκοτεινά αισθήματα, που δεν έκανε κανέναν ευτυχή και από τις δύο πλευρές. Ήταν ένας παρανοϊκός πόλεμος που ξέσπασε όταν όλη η άλλη Ευρώπη προσπαθούσε να σταθεί στα πόδια της, ενώ εμείς σφαχτήκαμε μεταξύ μας και πήγαμε πίσω από τον ήλιο. (Παντελής Βούλγαρης εδώ)

(από Khan, 19/02/15)

Got a better definition? Add it!

Published

Ο ρυθμός Baroque έχει ως χαρακτηριστικό τον horrorem vacui, δηλαδή τον φόβο του κενού και την παρεπόμενη διάθεση να παραγεμίσεις ασφυκτικά έναν χώρο με κάθε λογής ψιψιψόνια, ματζαφλάρια, καυλιτζέκια, μπλιμπλίκια, κρεμαντζόλια κ.τ.ό. Ωσεκτουτού, νομίζω ότι όταν φτιάχνουμε ένα συνθετικό με την λέξη μπαρόκ, εννοούμε μια ασφυκτική υπερφόρτωση από περιττά αντικείμενα, προκειμένου να διεκδικήσουμε ένα χλυδαίο ιδεώδες. Πιθανολογώ ότι αποφασιστικός υπήρξε ο όρος τουρκομπαρόκ, ο οποίος όμως αναφέρεται σε ένα υπαρκτό νεο-μπαρόκ στυλ αρχιτεκτονικής στην Τουρκία. Στα ελληνικά, όμως, το τουρκομπαρόκ, ακούγεται κάπως σαν δυσφημιστικός όρος (και παρόλο που ορισμένα τουρκομπαρόκ κτίσματα είναι αριστουργηματάκια), όπως φαίνεται λ.χ. εδώ. Κατά αντιστοιχία, λοιπόν, πλάστηκαν όροι όπως το γυφτομπαρόκ και το βλαχομπαρόκ για να λοιδωρήσουν την χλυδαία πτωχαλαζονεία.

Το βλαχομπαρόκ σημαίνει πρωτίστως ένα συγκεκριμένο αρχιτεκτονικό στυλ στην σύγχρονη Ελλάδα, το οποίο η Φρικηπαίδεια το περιγράφει ευστόχως ως εξής: «Σπίτια τέρατα απείρων τετραγωνικών χωρίς κήπους αλλά με αρχαιοελληνικά αγάλματα και χρυσά κάγκελα, ειδικά στα βόρεια προάστια της Αθήνας». Χαρακτηριστικό της βλαχομπαρόκ αρχιτεκτονικής (όχι μόνο στα βουπου) είναι οι Καρυάτιδες ή αγάλματα δισκοβόλων/ κούρων / κορών που στηρίζουν τα μπαλκόνια. Το πολύ μάρμαρο, χρυσάφια κ.ο.κ. Η Φρικηπαίδεια, προσθέτει και τα εξής: «Πολυκατοικίες »κουτιά από τσιμέντο« πολλών ορόφων κυρίως στην Αθήνα. Καφετέριες που πληρώνουν το δήμο και καταλαμβάνουν με τραπεζοκαθίσματα κάθε σπιθαμή του πεζοδρομίου, της πλατείας ακόμα και της ασφάλτου πανελλαδικώς». Κρίσιμες περίοδοι για την εξάπλωση του βλαχομπαρόκ ήταν η εποχή Καραμανλή, η επταετία 1967-1974, και η ένδοξη εϊτίλα, (χωρίς να είναι οι μόνες).

Κατ' επέκταση, ως «βλαχομπαρόκ» μπορεί να χαρακτηριστεί οποιαδήποτε καρακιτσάτη επίδειξη νεοπλουτισμού και χλυδαίας βλαχοκυριλοσύνης, και κυρίως όσες διαθέτουν και κόμπλεξ τόσο του χωριάτη που θέλει να κραυγάσει τον εξαστισμό του, όσο και της Ρωμηοσύνης που θέλει να δείξει την τρεντοσύνη της παραμένοντας όμως στα όρια του hellenarically correct. Λ.χ. δύο πρόσφατα σύμβολα βλαχομπαρόκ Κυρίλλων και Μεθοδίων είναι τα Porsche Cayenne, και οι διακοπές στο Μπαλί, ενώ από άποψης συνδυασμού Ρωμηοσύνης και τρεντοσύνης είναι οι παρουσίες μας στην γιουροβύζιον. Η Φρικηπαίδεια διαθέτει εδώ μια μεγάλη λίστα, (μεταξύ τους διάφορες καγκουριές και μπουζουκαγκουριές) από την οποία αξίζει να συγκρατήσουμε το: «Οι ντυμένοι- ντυμένες στην τρίχα στις 7 το πρωί ή για να πάνε στο supermarket. Αγνοούν την πρακτική πλευρά των πραγμάτων και γελοιοποιούν τον εαυτό τους και τη σημασία του σοβαρού ντυσίματος».

Να παρατηρήσουμε ωστόσο ότι ως βλαχομπαρόκ χαρακτηρίζονται και φαινόμενα εκτός Ελλάδος, όπως φαίνεται στα παραδείγματα.

  1. Από φοράδα:

Καταναλωτική συμπεριφορά του βλαχομπαρόκ Ελληνάρα.
Λοιπόν, διάßασε ένα στοιχείο: Η Ελλάδα είναι η Νο1 αγορά πολυτελών προϊόντων στον κόσµο. Στον Κόσµο. Στη Γη. Νούµερο ένα. Numero Uno. Δεν το λέω εγώ, private έρευνα της Nielsen το λέει για λογαριασµό µεγάλης εταιρίας. Είµαστε Νο1 σε κατά κεφαλήν κατανάλωση Porsche Cayenne, Νο2 στην κατανάλωση La Prairie, στην πρώτη πεντάδα σε όλες (όλες) τις µεγάλες και διάσηµες µάρκες. Παγκοσµίως. [...] Το συµπέρασµα είναι προφανές: Είµαστε µικροµεσαίοι και ψωνίζουµε σαν µεγιστάνες. Δεύτερο συµπέρασµα (ίδιο µε το πρώτο, µε άλλα λόγια): Είµαστε αδαείς και ελαφρώς µπουρτζόßλαχοι, που ξοδεύουµε λεφτά που δεν έχουµε για να πάρουµε ρούχα που έχουνε απάνω το logo του brand φαρδύ-πλατύ.

  1. Από το Βήμα:

Η βλαχομπαρόκ εξουσία: Η εξουσία αναδίδει μια οσμή trash. [...] Πάρτε παράδειγμα τα ανακριτικά γραφεία των τηλεπαραθύρων: Στο ένα, μαινόμενοι, ασώματοι σχολιαστές των 20.000, 30.000 και 40.000 ευρώ μηνιαίως κατηγορούν τους απεργούς ότι θέλουν να διατηρήσουν τα... προνόμιά τους σκοτώνοντας γριούλες. [...] Περιμένω από τη μια στιγμή στην άλλη, ξεφυλλίζοντας κάποια εφημερίδα, παρακολουθώντας κάποιο κανάλι, να πέσω σε κάποιον της βλαχομπαρόκ ελίτ που θα αναφωνεί: «Δεν έχουν ψωμί; Ας φάνε κρουασάν».

  1. Ομώνυμο ποίημα εδώ:

Ο κόσμος πια ξεκάθαρος μπροστά μας
εμείς δεν θέλουμε ομως να τον δούμε
και αν τον θωρουμε στα γλυκα τα ονειρα μας
τον προσαρμόζουμε εκει που θα μας πουνε
σε μια εσωτερίστικη βλαχομπαρόκ
σε μια εσωτερίστικη βλαχομπαρόκ
μυθολογία

  1. Και εκτός Ελλάδας,εδώ:

Ορκωμοσία Ομπάμα:η αποθέωση της βλαχομπαρόκ αμερικ(λ)ανιάς,με επιστροφή σε ναζιστικές φιέστες!

  1. Οι σκατόφλωροι-βλαχομπαρόκ τσομπάνοι του «Κωλονακίου» με «Μερτσεντέ», «Μπεμβέ» που οδηγούν ΜΟΝΙΜΩΣ στην αριστερή λωρίδα με 60 και όταν τους κάνεις σινιάλο να κάνουν δεξιά σε αγνοούν επιδεικτικά(σιγά μήν κάνουν δεξιά να περάσεις εσύ ο «πτωχός» με το «Φιατάκι»)
    (Δες).

  2. η απολυτη εξαψη για το απολυτο τιποτα! σιγα τη μεγα καλλιτεχνιδα, το συμβολο του παγκοσμοιοποιημενου βλαχομπαροκ λαϊφστυλισμου
    (Για τη Μαντάνα στο Ινσόμνια).

Got a better definition? Add it!

Published

Η μαλακία στα φλωρατζήδικα, καθώς και για τις μωρές παρθένες που δεν θέλουν να βωμολοχήσουν σε δημόσιο χώρο. Πρβλ. και μακακία που θυμίζει τον πίθηκο μακάκο, ενώ η λαλακία θυμίζει τον λαλάκη, το γνωστό ευτραφές και μπουλουκοειδές παιδί που τον κάνει τρόμπα για οποιοδήποτε λόγο, πίνει γάλα Πουστλέ και δεν πρέπει να πάει στα βαθιά όταν κάνει μπάνιο. Κατά τον Διαστροφικό Γλωσσολόγο, «η λέξη προκύπτει από τη λέξη λάκης με αναδιπλασιασμό της πρώτης συλλαβής για λόγους έμφασης».

  1. η συγκεκριμενη δηλωση νιωθω οτι με προσβαλλει. δεν ειναι δυνατον να πεταγεσαι και να λες φιλε μου οτι ο καθενας γραφει οτι λαλακια του κατεβει εδω μεσα. να σεβεσαι τον εαυτο σου και μετα τους αλλους.ποτε δεν ξερεις ποιος κρυβεται πισω απο ενα nick name. το θεωρω απαραδεκτο για το υφος του noiz , και οφειλω , επειδη τυχαινει να γνωριζω πολλα ατομα απο εδω , σε πληροφορω οτι η πλειοψηφια , δεν λεει ....«λαλακιες».
    στο κατω κατω ποιος εισαι εσυ που θα κρινεις ποιος λεει τι εδω μεσα. τοσο ξερολας εισαι πια;

(Δεν πλακώνονται μόνο στο σλανγκρ, αλλά και εδώ).

    1. Δε θα μας φτάσεις ποτέ στη λαλακία. Όσο κι αν το παίζεις τζόβενο στις αγοροπαρέες σου, ότι και καλά βλέπεις τσόντες από μικρή και αυνανίζεσαι συχνά και άλλα τέτοια, δεν έχει να κάνει. Η λαλακία στον άντρα δεν είναι ούτε αστείο, ούτε κάτι γλυκούλι που κάνουμε για να περνάμε καλά. Είναι σκοτεινό και άρρωστο. Ένας εθισμός που καταλαμβάνει μεγάλο κομμάτι της ημέρας μας, τόσο στο σχεδιασμό όσο και στην εκτέλεση. Η γυναίκα για να αυνανιστεί θέλει να είναι ζεστά και άνετα, με την ταινιούλα της, το παπλωματάκι της, το μπανάκι της και όλα τα ωραία. Όχι πως δεν απολαμβάνει και ο άντρας τα παραπάνω. Αλλά αν χρειαστεί, μπορεί να βαρέσει λαλακία πίσω από ένα σκουπιδοντενεκέ σε σκοτεινό σοκκάκι, χρησιμοποιώντας για υλικό το τελευταίο φωτορεπορτάζ του Έψιλον με εικόνες από νεκρά παιδιά στο Μπαγκλαντές. Εσύ μπορείς;
      (Συμβουλές για κυρίες που δεν θα βρείτε σε γυναικεία περιοδικά).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πρόβλημα. Το λες πιο ουδέτερα (θέμα αντί για πρόβλημα) και στο υποκοριστικό, χάριν ευφημισμού και για να φύγει η αμηχανία. Πολύ συχνή και η έκφραση «έχει ένα θεματάκι με», που υπονοεί τουλάχιστον ότι ο άλλος είναι ψυχανώμαλος.

Χρησιμοποιείται πολύ και από γιαλόμες, ψυχολόγους και ψυχιάτρους, στο στυλ «έχεις ένα θεματάκι με τον ναρκισσισμό / την εξουσία / το πατρικό πρότυπο» κ.ο.κ., όπου το θεματάκι είναι ψυχολογική εμπλοκή που απαιτεί ανάλα.

  1. Λοιπον προεκυψε καινουργιο θεματακι τωρα.
    το να του κανω εγω στοματικο!!!!!!! Οταν το συζηταγαμε,του ειπα πως δεν μ αρεσει να κανω.
    Να μου κανουν ναι ,αλλα να κανω οχι.
    αυτος μου κανει,εγω δεν του χω κανει ακομη,και τον λυπαμαι γιατι ξερω οτι του αρεσει κι οτι το θελει.
    Δεν ξερω.Μπορει να ακουστει βλακεια αυτο που θα πω,αλλα νομιζω οτι θα με περασει για προστυχη αν του κανω στοματικο,
    αν γονατισω και το βαλω στο στομα μου.
    (βλακεια μου.το ξερω!!!)
    εχω την εντυπωση οτι μετα δεν θα μ αγαπα το ιδιο αγνα και καθαρα, κι οτι θα με κοιταει πιο βρωμικα μετα κι οτι θα χαθει η εικονα που εχει για μενα.
    (Απ' το σχέσεις.γρου).

  2. Ένα θεματάκι με το αυτοκίνητο: Εχω παρατηρησει οτι οταν ειμαι πχ σε μια ανηφορα και ειμαι ακινητοποιημενος,ή γενικοτερα σε δρομο με κατηφορικη κλιση(και εκει ακινητοποιημενος-πχ σε κινηση) και εχω πατημενο το φρενο,οταν το αφηνω ακουγεται ενας περιεργος ηχος,σαν να χτυπαει κατι απο το πατωμα του αυτοκινητου, ξερω γω η αναρτηση..Ειναι λογικο αυτο;;
    (Από φοράδα).

  3. - Τελικά, για να παντρευτεί την Σούλα, έπρεπε να πεθάνει πρώτα η μάνα του.
    - Μα ναι, ο Αρίσταρχος είχε πάντα ένα θεματάκι με την μάνα του. Θα κάνουν ένα γαμομνημόσυνο τζιτζί τώρα.

(από Vrastaman, 23/08/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο του τα παίρνω στο κρανίο. Με μια οιονεί ομηρική χροιά, το μυαλό, οι φρένες εντοπίζονται ως ένα υλικό στοιχείο μεν, κέντρο του ψυχοσωματικού μας συναμφοτέρου δεν. Όταν πλήττεται το μυαλό μας από μια προσβόλα, παθαίνουμε ολόκληροι έναν ψυχοπνευματικό ντουβρουτζά και δεν ελέγχουμε πλέον τις πράξεις μας.

Trivium: Επ' ευκαιρία, θα ήθελα να εισαγάγω και τον όρο εγκεφαλογάμι, για να αποδοθεί στα ελληνικά το αγγλικό brain-fuck. Κυρίως με ενδιαφέρει η σημασία ότι κάποιος/α σε γαμεί εγκεφαλικά, απευθυνόμενος στον ψυχισμό σου και σε ελλείμματά του και μετά σε κάνει σκυλάκι του/της, όπως η Γιόκο Όνο τον John Lennon. Δευτερευόντως και τις άλλες σημασίες, βλ. και βικούλα.

Πάσα: Χότζας.

  1. Κι όταν μου είπε το menagot ότι τόσα χρόνια το εκμεταλλευόμουν, τά 'φαγα στο μυαλό, και τού 'κλεισα το τηλέφωνο.

  2. Της έχει κάνει εγκεφαλογάμι. Της δίδαξε ότι είναι πολύ προχώ να πηγαίνει και με τις φίλες της, και τώρα, άμα προκύψει θεματάκι τον υποστηρίζει κιόλας. Και είναι μια πιπινέζα σούπερ ντούπερ, όχι σαν τον άλλο, τον καραφλοχαίτουλα...

(από Vrastaman, 23/08/10)(από Khan, 22/08/13)

Δες και ρίχνω, τρώω, πέφτω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασικά, σημαίνει:

  1. Ανθρωπότυπος θηριωδώς μυώδης τ. σφίχτερμαν, σβάρτσος, μπονταίος κ.τ.ό., που να είναι όμως και ντουλάπας σε όγκο, ίσως και τριχωτός (όχι απαραίτητα), επίσης όμως και ανεγκέφαλος (λ.χ. ένα μπιλντέρι που θα διάβαζε Baudrillard δεν θα μπορούσε να ονομαστεί γορίλας).

  2. Ο σωματοφύλακας / μπράβος, κυρίως, αλλά και, λιγότερο, ο εκτελών χρέη πόρτας. Έχω την εντύπωση ότι χρησιμοποιείται σε προτάσεις αντιθετικά, για να πούμε ότι ένας φλώρος, αδύναμος, λουλούκος, ή υπερβολικά εγκεφαλικός τυπάς κυκλοφορεί με ζωώδεις γορίλες (μπράβους) μαζί του.

  3. Η αποκρουστική ζωώδης γκόμενα, βαθμολογίας 30 τεκιλών στην αντίστροφη πιτσιλισαμπίλιτυ. Σημειωτέον, ότι κατά Μπάμπη, η ονομασία του ζώου προήλθε από θρυλούμενη φυλή δήθεν τριχωτών γυναικών της Αφρικής, που ονομάστηκαν γορίλλαι.

Πολύ περισσότερα στοιχεία μας δίνει ο επιφανής συσλανγκιστής Σαραντάκος εδώ. Μην χάσετε την απίθανη ιστορία του Άννωνος τον 5ο αιώνα π.Χ., που δίνει και ένα χιντ γιατί η έννοια γορίλας έχει συσχετιστεί ειδικά με γυναίκες. Στο ίδιο κείμενο προκρίνεται η γραφή με ένα λάμδα, την οποία ακολούθησα, λόγω του ότι είναι σε τελική ανάλυση ξενικό δάνειο (είναι πολύ ενδιαφέρον ότι πιθανόν προέρχεται από αφρικανική ρίζα που σημαίνει άνθρωπος!).

Τέλος, πρβλ. και τα λήμματά μας πίσω γορίλα! και γωριλάς.

  1. Τριάντα «Γορίλλες» με τέσσερα αυτόματα περίστροφα στην τσέπη ο καθένας σχημάτισαν προστατευτικό ‘ανθρώπινο τείχος’ γύρω από τον στρατηγό Ντε Γκωλ.
    (δες Σαραντάκο)

  2. Κι αν είστε δικαστής με τήβεννο… προσοχή στον γορίλα!
    (Συμβουλή Σαραντάκου).

  3. Ακόμη οι φονιάδες-μπράβοι-γορίλλες-γίγαντες της ΟΝΝΕΔ κατεβαίνουν στην επέτειο του Πολυτεχνείου (τι δουλειά έχουν κάθε χρόνο αυτοί εκεί; ένας θεός ξέρει) και αφήνουν στεφάνι με στρατιωτικό βηματισμό και προκλητική συνθηματολογία (Από το indymedia)

  4. Δυστυχώς, όχι μόνο στη Μύκονο, αλλά και σε ολόκληρη την Ελλάδα, το επίπεδο των πορτιέρηδων είναι από μηδενικό έως ανύπαρκτο. Δεν είναι τελικά και τόσο άστοχος ο χαρακτηρισμός που τους έχει αποδοθεί: γορίλες... Κρίμα σε εκείνο το παιδί που έφυγε, κρίμα για την οικογένειά του και κρίμα για τα τόσα άλλα παιδιά που χτυπήθηκαν από τα κτήνη που μόνο να μουγκριζουν ξέρουν, ούτε καν να καλησπερίζουν.
    (Από το φατσοβιβλίο).

(από ΠΡΩΤΕΥΣ, 20/08/10)(από Khan, 20/08/10)(από Khan, 20/08/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified