Κρύος, χτυπητός καφές, το εθνικό ρόφημα του Ελληναρά. Φράπα, φραπεδούμπα, φραπόγαλο, φραπές.
- Πήγαμε στην καφετέρια κι αράξαμε 6-7 ώρες...
- Καλά, και τι κάνατε τόσες ώρες σε μια καφετέρια;
- Ε, πίναμε φραπεδιόλες και λέγαμε μαλακίες...
You do not have permission to view this page!
You may be allowed to view this page if you log in below.
Κρύος, χτυπητός καφές, το εθνικό ρόφημα του Ελληναρά. Φράπα, φραπεδούμπα, φραπόγαλο, φραπές.
- Πήγαμε στην καφετέρια κι αράξαμε 6-7 ώρες...
- Καλά, και τι κάνατε τόσες ώρες σε μια καφετέρια;
- Ε, πίναμε φραπεδιόλες και λέγαμε μαλακίες...
Got a better definition? Add it!
Κουφός, κουφάλογο, βαρήκοος.
- Θα 'ρθεις;
- Ε;
- Θα 'ρθεις λέω;
- Ε;
- Είσαι λίγο κουφοτσόγκας, ε;
- Ε;
Got a better definition? Add it!
Που δε βλέπει καλά ή καθόλου, με μεγάλη μυωπία ή τυφλός.
Λάκης: Πού ν'τη ρε;
Σάκης: Να ρε εκεί...
Λάκης: Πού μωρέ;
Σάκης: Εκεί ρε, εκεί...
Λάκης: Δεν τη βλέπω, πού...;
Ο Λάκης είναι τυφλοτσόγκας.
Got a better definition? Add it!
Η ευμεγέθης κουράδα.
Είχα να χέσω 4 μέρες, και σήμερα έβγαλα ένα γεννητούρι 2.700gr.
Δες και γεννητούρια.
Got a better definition? Add it!
Που προκαλεί το γέλωτα, ο γελοίος, ο καραγκιοζάκος της παρέας.
Τάκης: «Παιδιά κοιτάξτε, χοροπηδάω στο ένα πόδι και ρίχνω φάπες στο σβέρκο μου συγχρόνως!»
Ο Τάκης είναι γελωτοποιός.
Got a better definition? Add it!
Εκ του αγγλικού poseur. Ο επιδειξίας, αυτός που μοστράρει κάποια ιδιότητά του (μπράτσα) ή κάποιο απόκτημά του (αυτοκίνητο, mp3-player) για να προκαλέσει το θαυμασμό, τη ζήλια των άλλων. Λέγεται και ποζέρι, πόζερος.
- Κοίτα αυτόν πόση την έχει!
- Τι να δω... την κάλτσα που έχει βάλει στο βρακί του για να φουσκώνει; Ο ποζεράς...
Got a better definition? Add it!
Χαρακτηρισμός που εκφράζει θυμό, τσαντίλα, αγανάκτηση.
- Μόλις μου είπε οτι με τα λεφτά για το νοίκι αγόρασε γούνα, έγινα Τούρκος!
Got a better definition? Add it!
Αυτός που καπνίζει πολύ, το φουγάρο.
-Ανάβει το ένα μετά το άλλο. Μερικές φορές καπνίζει και δύο μαζί. Τούρκος σου λέω...!
Got a better definition? Add it!
Ο τσιγκούνης, σπαγγοραμμένος.
- Κέρνα μια μπύρα κι εσύ μια φορά ρε εβραίε!
Got a better definition? Add it!