Σχολή όπως τα ΤΕΙ στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, μόνο που για να περάσεις εκεί πρέπει να αποτύχεις στα Τ.Ε.Ι. αλλά και στα Α.Ε.Ι.
Βγαίνει από τα αρχικά Τσίμπα Έν' Αρχίδι.
Σχολή όπως τα ΤΕΙ στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, μόνο που για να περάσεις εκεί πρέπει να αποτύχεις στα Τ.Ε.Ι. αλλά και στα Α.Ε.Ι.
Βγαίνει από τα αρχικά Τσίμπα Έν' Αρχίδι.
Got a better definition? Add it!
Επί ευσώμου γυνής με πολλά περιττά ξύγκια, προσομοιαζούσης με χοιρινό θηλυκού γένους τεραστίων διαστάσεων, το οποίον έχει παχύνει τρώγοντας αποκλειστικά δημητριακά και ιδιαίτερα σιτάρι.
Πόσο θα φας; Σήκω από το τραπέζι επιτέλους, έχεις γίνει όπως η στραρογρούνα!
Got a better definition? Add it!
Γυναίκα η οποία το παίζει καθώς πρέπει, καλοντυμένη και φραγκάτη, αλλά νεόπλουτη, που στην πρώτη ευκαιρία θα κάτσει να τον φάει από τον πρώτο λαϊκό ή βρούτο που θα την προσεγγίσει!
— Τς τς τς κοίτα πώς περπατάει μωρή η Μαγδάλω από τότε που πιάσανε το προπό.
— Ναι χρυσή μου, σιγά την καμαροψώλω.
Δες και λαχταροψώλα.
Got a better definition? Add it!
Ο στοματικός έρωτας χωρίς σεξ και προκαταρκτικά. Αυτός που εκεί αρχίζει και τελειώνει.
— Την κατάφερες την πιτσιρίκα;
— Ποια πιτσιρίκα ρε; Αυτή με το καλημέρα με πλάκωσε σε κάτι ξεροτσίμπουκα...
Δες και τσιμπούκι.
Got a better definition? Add it!
Ο υπερβολικά αδιάφορος, ο αναίσθητος, ο έχων στωική στάση για τη ζωή.
- Καλά παιδί μου εσύ δεν παίζεσαι με τίποτα.
- Τι θα γίνει θα κατέβεις;
- Το χάνουμε το αεροπλάνο....καλαααααααά, εσύ είσαι «χέζε ψηλά κι αγνάντευε».
Άλλη έκδοση: χέσε ψηλά κι αγνάντευε
Got a better definition? Add it!
O πάρα πολύ αδύνατος καI σκεβρωμένος, αυτός που είναι σαν χτικιάρης. Το λήμμα βγαίνει από τον Κίκι Αλόνσο.
Επίσης, ο κρυωμένος που βήχοντας βγάζει κάτι φλέματα σαν τάλιρα.
-Γκουχ-γκουχ
-Σκασε ρε Χτίκι Αλονσο και μας έβγαλες τ' άντερα!
Κοίτα τον πως έγινε ρε, ο Παυλάκης. Είπαμε ν' αδυνατίσει αλλά το παράκανε. Χτίκι Αλόνσο έγινε.
Got a better definition? Add it!
Τα πάντα όλα, το καθετί.
Πω πω, όλα τα 'φαγε η φακλάνα. Δεν άφησε... της Παναγιάς τα μάτια! (ή και «το μάτι της Παναγίας»).
Got a better definition? Add it!
Σύλλογος Καταχραστών Πατρικής Περιουσίας.
Στον εν λόγω σύλλογο εντάσσονται όλοι ανεξαιρέτως οι επιτυχόντες σε Α.Ε.Ι. ή Τ.Ε.Ι, αλλά ιδιαιτέρως αυτοί που εγγράφονται σε ιδιωτικά κολέγια της ημεδαπής και κυρίως της αλλοδαπής.
- Την έκανα λαχείο, πέρασα!
- ΤΕΙ ή ΑΕΙ;
- Τι ΤΕΙ και ΑΕΙ, σημασία έχει ότι πεντ-έξι χρονάκια θα είμαι στα ΣΚΑΠΑΠ!
βλ. και Σπα.Πα.Πε., Σ.Π.Ε., Εκ.Πα.Πε.
Got a better definition? Add it!
Απειλή προς αντίπαλο σε γκομενοκαυγά (κυρίως), που ταυτοχρόνως έχει και απαξιωτικό χαρακτήρα γι' αυτόν. Συνήθως ο αντίπαλος αυτός έχει γέφυρες ή θήκες στα δόντια του, οι οποίες και κάνουν μπαμ από μακριά.
Κόψε πέρα μωρή λινάτσα μη φας τίποτα μπουκετίδια και σου κάνω χίλια ευρώ ζημιά.
Got a better definition? Add it!
Το νερό που μέσα βράζουν τα όσπρια το όποιο απορρίπτεται όταν πάρει μια σύντομη βράση.
- Μάνα τι μαγείρεψες;
- Φασολάδα γιόκα μου.
- Γιατί ρε μανά φασολάδα; Αφού το βράδυ θα βγω με το Λενιώ! Θες να γίνω ρόμπα;
- Έννοια σου και το’ χυσα το πορδοζούμι, μην ανησυχείς.
Got a better definition? Add it!