Το ατίθασο παιδί, ο τσαχπινογαργαλιάρης, ο άταχτος. Κρητική διάλεκτος.

Κάτσε ρε ατσουπά ... ήσυχος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πιτσιρικάς με τις τσίμπλες, ο άπλυτος που είναι και πονηρός, τα ξέρει όλα, βγάζει γλώσσα στους γονείς του, βρίζει τα φιλαράκια του.

Ωχ, ήρθε ο τσιμπλιάγκουρας, θα μας τα πρήξει πάλι... διώχ' τον το φούστη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τυχαίος, φτωχός κι αμόρφωτος, αλλά επηρμένος, που παριστάνει τον κάποιο.

Έλα μωρέ τον Βασιλάκη τον λεμέγκουρα μου λες τώρα, που το παίζει σπουδαίος, δεν μπορείς να μιλήσεις μαζί του, όλο μαλακίες πετάει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο χαραμοφάης άνθρωπος.

Συνήθως εκμεταλλεύεται τους γονείς, επειδή αυτοί του δείχνουν αδυναμία.

Ο κενός, χωρίς αξία.

Πάλι τον άφησε χωρίς σεντς το γέρο του ο γλιγλής, κάθε μήνα του παίρνει τη σύνταξή και του αφήνει ένα χαρτζιλίκι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η νεαρή δεσποινίς που έχει θράσος. Ναζιάρα και πειραχτήρι.

Είδες η Στεφανία η πισπίτσω, τον έκανε το μπούλη το μπαμπά της και παραμιλάει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έχει να κάνει με το στοιχείο της υπερβολής σε μια πράξη ή τα λόγια του κάθε ενός από εμάς. Σε όποιο θέμα υπάρχει το στοιχείο της υπερβολής, δημιουργεί προβλήματα, είτε στον ίδιο που υπερβάλλει είτε στους γύρω του.

- Ρε φίλε, είδες ο μπαμπάκας της πόσο υπερβολικά καλός είναι...
- Ναι, αλλά δεν κάνει έτσι... Του έχει κάτσει στο σβέρκο μιλάμε τώρα... Τον βασανίζει τον άνθρωπο. Άσε που κι αυτό το παιδάκι έχει γίνει άκρως κακομαθημένο και ανάγωγο πλάσμα (ή κλάσμα)...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η αγάπη του για την τετρακίνηση εκτός δρόµου είναι δεδοµένη. Λάτρης των οικογενειακών εκδροµών στην ύπαιθρο, σε µέρη όπου τα άλλα αυτοκίνητα είναι αδύνατο να τα βγάλουν πέρα. Στον ιδιοκτήτη τζιπ, οι συνήθειές του είναι τα τριήµερα µέχρι και πολυήµερα µακρινά ταξίδια του µέσα από λαγκάδια, βουνά, λάσπες, νερά και χιόνια.

Περασμένα μεγαλεία ρε φίλε, πρόπερσι είχαμε πάει Καιμακτσαλάν... αλλά τώρα με αυτή την κρίση δεν έχει τέτοια, το σκεφτόμαστε και για Παρνασσό.

τζιπατος φωτο (από stratos98, 13/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ορισμός που χρησιμοποιείται από τεχνικούς υπολογιστών που αναβαθμίζουν υπολογιστές. Μιλάμε για σωστές μητρικές, ωραίες, overclockable, φωσφοριζέ, σταθερές, με φτερά προστασίας. Επάνω στις μητρικές λοιπόν, υπάρχουν θέσεις για κάρτες γραφικών, κάρτες μνήμης, κάρτες tv, κλπ.

Το πριτσικλέκι είναι αυτό εκεί που κουμπώνει και σταθεροποιεί την κάρτα.

Έλα ρε, είναι το ULTRA, όχι το SLI. Γι' αυτό δεν βλέπεις το «πριτσικλέκι καρτο-ειδές»... που το βαζεις απο την μια πλευρα αν εχεις 1 καρτα και απο την αλλη μερια αν παιζεις με SLI;;; Εκεινο που εχει και η ταδε+msi ανάμεσα στις 2 vga και μοιαζει με dimm απο notebook...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εξαιρετικό φυσικό χάρισμα σε θηλυκό να έχει πάθει τουρλοκωλίαση - η γκομενάρα με το σώμα το καλλίγραμμο αλλά και το διαφορικό το σπαστό, μπλοκέ και δεν συμμαζεύεται, με τεράστιο τουρλωτό ωραιότατο, υπέροχο κώλο.

Πω ρε τι παθανάμεν... τι μουνάρα είναι τούτη; Κοίτα κωλάρα ρε μαλεα... τι να λέμε τώρα!!!! Το μουνάκι έχει πάθει τουρλοκωλίαση!!!

(από Khan, 13/11/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται για ανθρώπους της επίδειξης χωρίς περιεχόμενο, που διαθέτουν μόνο το φαίνεσθαι, οι οποίοι προκειμένου να πραγματοποιούν αυτό το κόμπλεξ τους, μπορεί να στερούνται βασικά αγαθά διαβίωσης, αλλά στο ακριβό ντύσιμο, στο ακριβό κινητό και εν γένει ό,τι μπορούν να επιδεικνύουν, δεν κάνουν κράτει.

Είναι αυτό που λέμε για κάποιους: έλα μωρέ, ο τύπος είναι φιγούρα και λιγούρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified