Ο,τιδήποτε είναι κακής ποιότητος.
Επίσης γνωστή ως έκφραση και ως: «για τον πουτσάκο», «πουτσέ».
Αγόρασα ένα κινέζικο mouse για το pc τελείως πουτσέ!
Μου έφερε μία κολώνια δώρο άθλια! Για τον πουτσάκο!
Ο,τιδήποτε είναι κακής ποιότητος.
Επίσης γνωστή ως έκφραση και ως: «για τον πουτσάκο», «πουτσέ».
Αγόρασα ένα κινέζικο mouse για το pc τελείως πουτσέ!
Μου έφερε μία κολώνια δώρο άθλια! Για τον πουτσάκο!
Got a better definition? Add it!
(Μεταφορικά) Σωματική κατάσταση μέθης (πολύ μεθυσμένος).
Ή, τσακωμός μεταξύ προσώπων.
Ήπια όλο το μπαρ και στο τέλος έγινα κωλοτρυπίδα - δεν μπορούσα να περπατήσω καν!
Άσε! Πήγα απ' το σπίτι και γίναμε κωλοτρυπίδα με τους γονείς μου γιατί δεν εμφανίστηκα για έναν μήνα.
Got a better definition? Add it!