Ειρωνικός χαρακτηρισμός της αλβανικής κάνναβης, όπου επιχειρείται η εξίσωση με ποικιλίες-βαρύ πυροβολικό του Jah, όπως Amnesia Haze, Silver Haze κλπ. Χρησιμοποιείται κυρίως στην αστική Αχαΐα.

Γι' αυτό λατρεύω το Καραΐσκάκη! Όσα χρόνια και να περάσουν, πάντα θά μαστε κει, με Winston,΄Albanian Haze και εισιτήριο Χ14.

Ceci n\'est pas Albanian Haze (από Vrastaman, 15/04/11)(από doodoon, 15/04/11)

βλ. και αλβανό, Τίρανα Χέιζ (Tirana haze), νόζις, νόζης

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Bones Ι like to fuck, υποδηλώνει την ερωτική επιθυμία προς γυναίκες που διανύουν αισίως την δεύτερη εκατονταετία της ζωής τους (βλ.νίντζα), εξ ού και η αναφορά των ατόμων αυτών ως οστά.

Συγκριτικά, η βαθμίδα είναι: milf > gilf > bilf

- Καλά φίλε, το τσέκαρες το bilfόνι στο φαρμακείο;Σαν τα κρύα τα νερά!
- Δεν ξέρω major, πολύ κοκαλιάρα για τα γούστα μου.

(από doodoon, 16/04/11)Τρελό μπιλφάκι! Κρατήστε μου μια κνήμη και μια ωλένη για ποδοφραπέ! (από Khan, 16/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δηλαδή: Mπάφος με Ξίδια, συνδυασμός επιβλαβέστατος για την το κεφάλι και την αντίληψη εν γένει.

- Πάλι BMX ρε πούστη μου; Πουρές έχει γίνει ο εγκέφαλός μου. Πρώτα τα σκάγκια, μετά μαστίχα με γρεναδίνη... έχασα την μπάλα σου λέω!

(από doodoon, 15/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ελίτ των χορτοκαπνιστών, ευλογημένοι γαρ από τον ίδιον τον (κατά jamaicaνών) Θεό. Τα άτομα αυτά παρουσιάζουν αφύσικη αντοχή στην κάνναβη, καθώς και ειλικρινή αφοσίωση που θα ζήλευε και μαραθωνοδρόμος. Χαρακτηρίζονται από ήπιο χαρακτήρα, έξω καρδία και κόκκινα μάτια. Jah Blessed δεν σε κάνει αποκλειστικά η μεγάλη κατανάλωση, αλλά μάλλον η αναγωγή της μαστούρας σε αυτοσκοπό και παράγοντα αυτοπραγμάτωσης.

Τα αλάνια από Αμπελό είναι ένας και ένας Jah Blessed, έχουν το χρίσμα.

HIM (από Vrastaman, 15/04/11)(από Jonas, 27/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένα ξεχασμένο διαμαντάκι κατευθείαν από τα πιο τρυφερά μας χρόνια. Το αμερικάνικο (ποδοσφαιράκι) είναι μία ακραία μετάλλαξη του γερμανικού, και οι κανόνες είχαν ως εξής:

Δύο αντίπαλοι, ο καθένας με τέρμα το τέλος της ρακέτας ενός γηπεδακίου μπάσκετ, ή ποδοσφαίρου για τους πιο τυχερούς, όπου ο καθένας βαρούσε σουτ από την μισή πλευρά του γηπέδου που του άνηκε, με την γραμμή του τζάμπολ να είναι διαχωριστική, προς το αντίπαλο τέρμα. Ο τερματοφύλακας δεν δικαιούτο να χρησιμοποιήσει χέρια, και τα σουτ γινόνταν εναλλάξ. Νικητής, ο πρώτος που θα έφτανε τα 10 τέρματα.

Το αμερικάνικο ήτανε μαστ για τις βραδινές ώρες του καλοκαιριού, όπου οι υπόλοιποι πιτσιρικάδες κουρασμένοι από το μονάκι, το γερμανικό και το διπλό, πήγαιναν σπίτι για μάσα ή ύπνο, και μόνο οι πιο hardcore παρέμεναν, συρρικνωμένοι σε αριθμό.

-Έ καμιά μπαλίτσα θα παίξουμε ρε μαλάκες, κουραστήκατε;
-Άσε ρε νικόλα, δεν βλέπεις, όλοι την κάνουνε οι δυό μας θα παίζουμε βραδιάτικα;
-Ε ψήσου τότε για κανά αμερικάνικο στα 10, οι δυό μας, σε πάει ή κοκοκό;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μπάφος που έχει καβατζωθεί στα αρχίδια κάποιου προς αποφυγή δυσάρεστων αποκαλύψεων από τσέους, λήττες ή αστυνομικά ντόγκια.

Ως εκ τούτου διακρίνεται από μία γαργαλιστική υποψία αρχιδίλας.

- Μανώλο, κοίτα, για να' μαι ειλικρινής μου' χει μείνει ένα παπάδι, αλλά παίζει να ναι αρχιδόφεος πλέον. Σόρρυ μαν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ευμεγέθης παπάς (παπάδι), αυξητικά αρχιεπίσκοπος, δηλαδή μία ποσότητα μαριχουάνας κατευθείαν από το δέντρο, σε μορφή ενός όγκου καθαρού χόρτου. Θεωρείται το filet mignion της χορτοπαραγωγής.

Αρχιεπίσκοπος χρησιμοποιείται συνήθως για παπάδες άνω των 5 γραμμαρίων.

Μας εφέραν έναν αρχιεπίσκοπο τα παιδιά από το χωριό! Σκέτη μέντα, φίλε! Και μπετό μάλιστα! Πατημένος καλά καλά!

Βλ. και παπαδέρα, παπαδάκι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα Χριστούγεννα, λόγω γιορτινής ατμόσφαιρας και υψηλών εισφορών, είτε από το δώρο των Χριστουγέννων για τους εργαζόμενους, είτε από παχυλά χαρτζιλίκια για τους νεαρότερους, η αγορά και η χρήση κοκαΐνης / κοκοριού / κοκό είναι συχνό φαινόμενο και λόγω του γαλακτώδους χρώματός της και της εκτεταμένης χρήσης, γίνεται ο συνειρμός με το χριστουγεννιάτικο χιονισμένο τοπίο.

- Λοιπόν ανιψιέ μου, πάρε δω κανά ψιλό να 'χεις τώρα για τις γιορτές.
- (χαμόγελο της Crest) Ευχαριστώ μπάρμπα!
- Καλά Χριστούγεννα να 'χεις λοιπόν, και... ας μην είναι άσπρα ελπίζω!
- (Αθώο βλέμμα) Τι εννοείς;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η σπάνια και ολίγον παρεκκλίνουσα πρακτική της καύσης χρησιμοποιημένης τζιβάνας (ή αλλιώς βάνα, βανατζί), κάτω από την μύτη του πυρπολητή, με σκοπό την εισπνοή τετραυδροκαναβινόλης που έχει συσσωρευτεί εκεί.

Ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες φέρουν ως λίκνο της πρακτικής αυτής την εξωτική Κολομβία. Πιθανές παρενέργειες, ελαφριά ρινική αιμορραγία.

Ο τύπος παραδίπλα δεν αφήνει ρανίδα thc να πάει χαμένη! Μέχρι και βάνα καμινάδα ξηγήθηκε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ειρωνικός χαρακτηρισμός προς άτομα συνήθως εφηβικής ηλικίας που δείχνουν απαράμιλλη αφοσίωση σε συγκεκριμένο συνολάκι ρούχων, τουτέστιν δεν το βγάζουνε ποτέ από πάνω τους και δεν συνδυάζουν ποτέ με άλλα ρούχα. Ως εκ τούτου, δημιουργείται η λαθεμένη εντύπωση ότι απ' τα βαφτίσια και μετά δεν το έχουν αποχωριστεί και ούτε πρόκειται.

-Ε, πέτυχα χθες τον Μάκη Εξάρχεια, 3 χρόνια είχα να τον δω.
-Σε τι κατάσταση, παραμένει ο φασέος μεταλλάς;
-Όπως το 'πες. Μαύρο all star, μαύρο levis jean, μαύρο μπλουζάκι iced earth, μαλλούρα.
-Βαφτιστικό δηλαδή, όπως πάντα.

(από doodoon, 31/07/11)

βλ. και στολή

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified