Παραμόρφωση του ήχου λόγω υπερβολικής ενίσχυσης που έχει σαν αποτέλεσμα να ψαλιδίζονται οι κορυφές των κυματομορφών.
Ακούγεσαι τζιτζίκι, χαμήλωσε την ένταση [από συνομιλία με skype]
Παραμόρφωση του ήχου λόγω υπερβολικής ενίσχυσης που έχει σαν αποτέλεσμα να ψαλιδίζονται οι κορυφές των κυματομορφών.
Ακούγεσαι τζιτζίκι, χαμήλωσε την ένταση [από συνομιλία με skype]
Got a better definition? Add it!
Published
Στην ιστιοπλοΐα: εξάρτημα που κρατάει το σκοινί της άγκυρας στη θέση του χωρίς να το φθείρει. Υπάρχουν δύο, ένα για κάθε μπάντα, για αυτό συναντάται στον πληθυντικό.
Πέρασε την άγκυρα στα όκια και δέσαμε.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Αναφέρεται στους εξωγήινους, οι οποίοι, σύμφωνα με ορισμένους οπαδούς των ΟΥΦΟ, ζουν ανάμεσά μας έχοντας πάρει ανθρώπινη όψη. Μεταφορικώς, ειρωνικώς και βεβαίως σλανγκικώς, λέγεται, κατά κανόνα ειρωνικά, προς οπαδούς θεωριών συνωμοσίας.
- Η οικονομική κρίση ήταν η εκδίκηση των Αμερικάνων στον Καραμανλή για την συμφωνία με τους Ρώσους. Υπάρχουν συμφέροντα ρε!
- Ναι ρε, και επίσης μας ψεκάζουν και ζουν ανάμεσά μας.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Αταλάντευτη πεποίθηση μιας ομάδας ανθρώπων είναι ότι αεροπλάνα, ψηλά εκεί, μας ψεκάζουν με χημικά που μας κάνουν να ψηφίζουμε τα κόμματα του κατεστημένου. Πρωτοσέλιδα με αυτό τον τίτλο εμφανίστηκαν προ των εκλογών του 2012. Σλανγκικώς τώρα λέγεται ειρωνικά προς οπαδούς τέτοιων θεωριών συνωμοσίας.
- Συγκεντρωνόμαστε την Πέμπτη στις 12:00 έξω από το ΥΕΘΑ με αίτημα τη διακοπή των ψεκασμών!
- Μην ξεχάσεις να ζητήσεις και να μη ρίχνουν αντικοκό στο φαΐ των φαντάρων. Άντε ρε, ψεκασμένε!
Δες ακόμη: τι σε ψεκάζουν;, ψεκασμένος
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Οπαδός περίεργων συνωμοσιών μασόνων, εβραίων, λέσχης μπίλντερμπεργκ και πολλών άλλων. Φημολογείται ότι συχνάζουν στους ΑΝΕΛ. Λέγεται πάντα ειρωνικά από τρίτους.
Κάτι ψεκασμένοι μαζεύτηκαν έξω από το υπουργείο Άμυνας απαιτώντας από τον ΓΕΑ τη διακοπή των ψεκασμών, λέει.
Δες ακόμη: μας ψεκάζουν, τι σε ψεκάζουν;, ψεκασμένος Έλληνας
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Λέγεται σε αντιδιαστολή με τον στρατό, διότι ο στρατός αντίθετα και καλά με το κολλέγιο έχει συνθήκες δύσκολες.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Μονάδα στον στρατό, διάσημη για τις εύκολες συνθήκες θητείας (πολλές έξοδοι, λίγες υπηρεσίες και άλλα).
- Πήρα μετάθεση για το ΕΠΥΕΘΑ.
- Έλα ρε σοβαρά; εκεί είναι χημείο ρε, οκτώ - μία θα σε πάει!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Επίσης παραφθορά του Ουζμπεκιστάν. Βλ. και Τζατζικιστάν.
Μια χώρα, ούτε που την έχω ξανακούσει, κάτι σαν Τουμπεκιστάν ακουγόταν!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Πιστεύω ότι ο συνομιλητής μου θέλει κάτι πάρα πολύ και δε δίνει σημασία στη διαθεσιμότητα του αντικειμένου που θέλει. Δεν αναφέρεται στις δικές μου επιθυμίες, μόνο στου συνομιλητή μου.
Η κυριολεκτική του σημασία είναι βέβαια στην αναζήτηση εραστή από στερημένο θηλυκό, αλλά πλέον η χρήση του έχει γενικευτεί και μπορεί να απευθυνθεί και σε 100% άντρες.
Προσοχή στην κατάληξη στο «τονε», δεν είναι προαιρετική.
- Ρε συ έχω βάλει αγγελία για να πουλήσω το δυάρι και ακόμα περιμένω...
- Πόσο περιμένεις δηλαδή;
- Ε δέκα μέρες!
- Ρε πλάκα μου κάνεις; Αυτά τα πράγματα δεν είναι άντρα θέλω τώρα τονε θέλω, μπορεί να σου πάρει και πάνω από διετία.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Προσφώνηση για κορίτσι που, σύμφωνα με την παράδοση, δεν έχει όνομα μέχρι να βαφτιστεί. Το αγοράκι αντίστοιχα ονομάζεται «μπέμπης». Πιο παλιά οι χριστιανοταλιμπάν υπάλληλοι του ληξιαρχείου έκαναν τα στραβά μάτια και άφηναν κενό το όνομα του παιδιού όταν το δήλωναν οι γονείς του. Δεν ξέρω αν είναι διαδεδομένο αυτό το φαινόμενο και σήμερα.
Φέραμε τα παιδιά, τον Γιάννη, τη Γωγώ και την Μπουμπού με το λεωφορείο στο χωριό.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified