Παλαιομαμαδίστικη έκφραση (σε περιορισμένη πιά χρήση) για την πίπίλα. Υποθέτω ηχομιμητικό από το μπου-μπου του ταπωμένου στόματος του μωρού. Συνώνυμο (επίσης παλαιομαμαδίστικο) η σώπα -που το κάνει να σωπάσει.

  1. Πέντε χρονώ γα(ϊ)δούρι κι ακόμα με τη μπουμπού στο στόμα...

  2. Πάρε τη μπουμπού να μη γ(κ)ρινιάζεις (Προχωρά κατεβάζοντας αργά το φερμουάρ του παντελονιού).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προσφώνηση για κορίτσι που, σύμφωνα με την παράδοση, δεν έχει όνομα μέχρι να βαφτιστεί. Το αγοράκι αντίστοιχα ονομάζεται «μπέμπης». Πιο παλιά οι χριστιανοταλιμπάν υπάλληλοι του ληξιαρχείου έκαναν τα στραβά μάτια και άφηναν κενό το όνομα του παιδιού όταν το δήλωναν οι γονείς του. Δεν ξέρω αν είναι διαδεδομένο αυτό το φαινόμενο και σήμερα.

Φέραμε τα παιδιά, τον Γιάννη, τη Γωγώ και την Μπουμπού με το λεωφορείο στο χωριό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πληθωρική γυναίκα, η προικισμένη από τη φύση, η γυναίκα που έχει «πλούσια τα ελέη». Παραπέμπει στο ξενικό (αργκό) boob -εξ'ου και boob-ou (βλέπε επίσης και μπουμπόνια ελληνιστί).

- Κοίτα μια μπουμπού!!
- Πω!!!! Κάβλωσα!!!

(από greeklover, 12/04/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πέρα από σαχλή προσφώνηση μωρού κοριτσιού (τ. «μπέμπα» κι έτς), ή όνομα κατοικιδίου, σημαίνει και την τροφαντή (αλλά όχι απαραιτήτως νόστιμη) κοπέλα, η οποία επί πλέον δίνει την εντύπωση της μπεμπέκας.

Λέγεται γούτσικα, πειρακτικά ή/και υποτιμητικά. Μπορεί επίσης να ειπωθεί (ειρωνικά πάντα) και για καμιά ξεμωραμένη μιλφ.

Επίσης λέγεται και από μηχανόβιους για τις μηχανές τους (οι οποίοι ως γνωστόν έχουν ένα θέμα φροϋδολιμπιντικό με δαύτες, το οποίο υποθέτω πως κατάγεται από την εποχή των φοράδων), όπως βλέπουμε εδώ...

Εν μέρει συνώνυμο με την λολίτα.

Αρσενικό: μπουμπούκος - καμία σχέση.

  1. - Ωραίο το μουνάκι που χτύπησε ο Ισίδωρας;
    - Νταξ, λίγο μπουμπού αλλά θα στρώσει.

  2. Τι το παίζεις μπουμπού μωρή ξεκωλόγρια, δε σε παίρνει αφού ...

  3. - Έλα μωρούλι μου, έλα μπουμπού μου, κάτσε πάνω στο παπί μου.

  4. μπουμπου στη μεσογειων:
    σε είδα,ησουν στην μεσογείων σε χτύπησε ένα μηχανάκι και έσπασες το προφέσιοναλ κινιτο σου (νοκια).αντεδρασες γρηγορα-τρομερα αντανακλαστικα αλλα εισαι λιγο αδυναμος και εχεις παχυνει λιγο,σα βαρελακι εχεις γινει.εισαι τρελλη μπουμπου. η κοπελια απο τα φλοκα.
    (από το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified